O Guardian για τους Merkron και Orbvini, οι Financial Times για τον πλουσιότερο Αφρικανό στον κόσμο και τη μετάλλαξη της Νιγηρίας, το Longreads για τη γοητεία των μοναχικών γευμάτων και οι New York Times για....

The Guardian

Η μάχη μεταξύ «Μερκρόν» και «Ορμπβίνι»

Είμαστε μάρτυρες του θανάτου της φιλελεύθερης Ευρώπης; Όχι, απαντά μέσω άρθρου του στον Guardian ο Τίμοθι Γκάρτον Ας. Αλλά ο διακεκριμένος βρετανός ιστορικός και καθηγητής Ευρωπαϊκών Σπουδών στην Οξφόρδη προειδοποιεί πως «καθώς ο αντιφιλελεύθερος λαϊκισμός συνεπαίρνει την καρδιά της Ευρώπης, απειλώντας ακόμα και τον θρόνο της Άνγκελα Μέρκελ, ο κίνδυνος βρίσκεται σε κοινή θέα. Υπάρχει μια νέα διαχωριστική γραμμή στην Ευρώπη, τόσο σημαντική όσο και η παλιά διαχωριστική γραμμή μεταξύ Δεξιάς και Αριστεράς. Διαιρεί τα παλιά κόμματα και δημιουργεί νέα. Ανοίγει καινούργια μέτωπα μεταξύ των εθνών όπως και μεταξύ των κομμάτων. Από τη μία πλευρά υπάρχει το στρατόπεδο των “Μερκρόν” (Μέρκελ και Μακρόν) και από την άλλη μεριά το στρατόπεδο των “Ορμπβίνι” (Ορμπαν και Σαλβίνι)». 

«Μερκρόν», γιατί παρά τις όποιες σημαντικές διαφορές τους, η Μέρκελ και ο Μακρόν σε ζητήματα όπως η ευρωζώνη τάσσονται αμφότεροι υπέρ των ευρωπαϊκών λύσεων, με βάση τη διεθνή συνεργασία και εντός της ΕΕ και σε διεθνές επίπεδο. «Ορμπβίνι» γιατί παρά τις όποιες σημαντικές διαφορές τους, ο ούγγρος πρωθυπουργός Βίκτορ Ορμπαν και ο αντιπρόεδρος της ιταλικής κυβέρνησης Ματέο Σαλβίνι υποστηρίζουν αντι-φιλελεύθερες, εθνικές λύσεις, ενοχοποιώντας, αποκλείοντας ή απελαύνοντας όλους όσοι χαρακτηρίζονται, εθνοτικά ή πολιτισμικά, ως «άλλοι». Ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ντόναλντ Τουσκ ανήκει στο στρατόπεδο των «Μερκρόν» ενώ οι Χριστιανοκοινωνιστές της Βαυαρίας, το Κόμμα Ελευθερίας της Αυστρίας, το εθνολαϊκιστικό κόμμα Νόμος και Δικαιοσύνη του Γιάροσλαβ Κατσίνσκι στην Πολωνία και κάποιοι υποστηρικτές του Brexit υποστηρίζουν τους «Ορμπβίνι».

Σύμφωνα με τον Ας η μάχη μεταξύ «Μερκρόν» και «Ορμπβίνι» θα καθορίσει την ευρωπαϊκή πολιτική κατά τη διάρκεια των μηνών έως τις Ευρωεκλογές του 2019, με το ευρωπαϊκό λαϊκό κόμμα να τείνει δεξιότερα, προς τον Ορμπάν και τον Κατσίνσκι, και τον Σαλβίνι να απειλεί ακόμα και για τη δημιουργία μιας πανευρωπαϊκής Λέγκας της Ευρώπης. «Προς το παρόν η ομάδα των “Ορμπβίνι” έχει ξεκάθαρα το προβάδισμα. Η ομάδα των “Μερκρόν” δείχνει κουρασμένη όπως οι ομάδες της Γερμανίας και της Ισπανίας στο Παγκόσμιο Κύπελλο. Το μέλλον της ίδιας της Μέρκελ είναι αβέβαιο ενώ ο αυστριακός καγκελάριος Σεμπάστιαν Κουρτς αποτελεί πλέον καθοριστικό παράγοντα, που επί του παρόντος τείνει προς τους “Ορμπβίνι”», εξηγεί ο βρετανός ακαδημαϊκός.

Κερδίζουν οι «Ορμπβίνι» γιατί το ζήτημα των προσφύγων και των μεταναστών, μέσω του οποίου προσελκύουν τους υποστηρικτές τους, είναι ταυτόχρονα πραγματικό και συμβολικό. Η πραγματικότητα αφορά το γεγονός ότι οι πρόσφυγες και οι μετανάστες αποτελούν όντως ένα υπαρκτό ζήτημα που πρέπει να επιλυθεί άμεσα. Σε συμβολικό επίπεδο, αποτελεί επίσης γεγονός ότι πάρα πολλοί Ευρωπαίοι νιώθουν πως απειλείται η ταυτότητά τους, πως λόγω των προσφύγων και των μεταναστών «αισθάνονται σαν ξένοι στη χώρα τους». Όποια στρατηγική και εάν επιλέξουν να ακολουθήσουν οι «Μερκρόν», θα πρέπει να βρουν έναν τρόπο να επανακτήσουν την έννοια τους έθνους από τους εθνικιστές.

 Παρά τα χαμόγελα κατά την πρόσφατη σύνοδο κορυφής των ευρωπαίων ηγετών στις Βρυξέλλες, Μέρκελ και Μακρόν γνωρίζουν πως πρέπει να εργαστούν σκληρά για την ανάκαμψη της φιλελεύθερης Ευρώπης. Φωτογραφία: REUTERS/Francois Lenoir

Financial Times

Ο πιο πλούσιος Αφρικανός θα σώσει τη Νιγηρία (και θα αγοράσει την Άρσεναλ)

Η Νιγηρία μόλις ξεπέρασε την Ινδία στην κατάταξη των χωρών με τον υψηλότερο αριθμό ατόμων που διαβιώνουν σε συνθήκες απόλυτης φτώχειας με 87 εκατομμύρια ανθρώπους να ζουν με λιγότερα από δύο δολάρια την ημέρα. Αλλά ένα φαραωνικό, ένα «τρελό» project συνολικού κόστους 12 δισεκατομμυρίων δολαρίων που βρίσκεται ήδη σε εξέλιξη θα μπορούσε να σώσει ολόκληρη τη χώρα. Πρόκειται για ένα διυλιστήριο το όποιο όταν αρχίσει να λειτουργεί, κατά πάσα πιθανότητα θα μεταλλάξει τη μοίρα της Νιγηρίας αλλά και της υπόλοιπης Αφρικής σε τέτοιο βαθμό που ο Ντέιβιντ Πίλινγκ, αρχισυντάκτης επί αφρικανικών ζητημάτων των Financial Times, κάνει λόγο για τη «διώρυγα του Παναμά» της Αφρικής, για τις «πυραμίδες της Γκίζας της βιομηχανικής εποχής».

Εως σήμερα η Νιγηρία, παρότι είναι η μεγαλύτερη πετρελαιοπαραγωγός χώρα της Αφρικής αναγκάζεται να εξάγει όλο το πετρέλαιό της και να το εισάγει, ωστόσο, στη συνέχεια ξανά, διυλισμένο, για την κάλυψη των αναγκών της, γεγονός που αποτελεί μία από τις πολλές αντιφάσεις που χαρακτηρίζουν μια χώρα που εισάγει επίσης το 97% της συνολικής ποσότητας γάλακτος που καταναλώνεται  από τους πολίτες της, παρά τις 20 εκατομμύρια, χονδρικά, αγελάδες που ζουν στην επικράτειά της.

Η διύλιση, ωστόσο, έως και 650.000 βαρελιών την ημέρα (ποσότητα που ισούται με το 1% της παγκόσμιας παραγωγής) στο νέο αυτό διυλιστήριο, που «εάν και όταν» ολοκληρωθεί και ξεκινήσει η λειτουργία του, θα είναι το μεγαλύτερο του είδους σε ολόκληρο τον κόσμο, θα μπορούσε να σημάνει το τέλος των εισαγωγών, να επιφέρει εξοικονόμηση δισεκατομμυρίων δολαρίων αλλά και να αναδείξει τη Νιγηρία ως «τον μεγαλύτερο εξαγωγέα πετρελαϊκών προϊόντων στην Αφρική». Επιπλέον, στις εγκαταστάσεις του θα παράγεται και όλο το πλαστικό που χρειάζονται οι Νιγηριανοί καθώς και 3 εκατομμύρια τόνοι λιπάσματος τον χρόνο, περισσότερο από όσο ψεκάζουν, σήμερα, στα χωράφια τους όλοι οι γεωργοί της χώρας.

Όσον αφορά τον ζάπλουτο επιχειρηματία που βάλθηκε να αλλάξει τη μοίρα της πατρίδας του και των συμπατριωτών του, ονομάζεται Αλίκο Ντανγκότε, είναι ο πιο πλούσιος Αφρικανός και ο εκατοστός πλουσιότερος άνθρωπος στον κόσμο. Στην περίπτωση που ευοδωθούν τα σχέδιά του θα μείνει στην ιστορία της Αφρικής «ως ο Τζον Ροκφέλερ, ο Άντριου Καρνέτζι και ο Άντριου Μέλον μαζί». Γιατί για να μπορέσει κατασκευαστεί το κολοσσιαίο διυλιστήριο, έχει επίσης μεριμνήσει για την κατασκευή ενός λιμανιού, ενός εργοστασίου φυσικού αερίου, ενός εργοστασίου παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, ενός εργοστασίου κατασκευής φορτηγών καθώς και σύγχρονων αυτοκινητοδρόμων. Και όταν ξεμπερδέψει με όλα αυτά ο αφρικανός «βασιλιάς του τσιμέντου», όπως είναι γνωστός, σκοπεύει να αγοράσει και την Άρσεναλ, την αγαπημένη του ποδοσφαιρική ομάδα.

Αλίκο Ντανγκότε μαζί με τη σύζυγό του ποζάρουν για τους φωτογράφους στο ετήσιο γκαλά του περιοδικού Time προς τιμή των 100 ανθρώπων με την μεγαλύτερη επιρροή στον κόσμο για το έτος 2014. Φωτογραφία: Ben Gabbe/Getty Images/Ideal Images

Longreads

Η χαρά του να τρώει κανείς μόνος του

Μεταξύ όλων των άλλων είμαστε και η γενιά των ανθρώπων που πολύ συχνά τρώνε μόνοι τους. Περισσότερο από κάθε άλλη γενιά. Περίπου 108 εκατομμύρια Αμερικανοί, για παράδειγμα, τα βράδια τρώνε μόνοι τους είτε επειδή είναι ελεύθεροι είτε γιατί έχουν διαφορετικό ωράριο από εκείνο των συντρόφων τους. «Αλλά γιατί ένα μοναχικό γεύμα πρέπει να είναι απαραίτητα αδιάφορο; Γιατί να μην ισχύει και σε αυτήν την περίπτωση η γαλλική ρήση “η ζωή είναι πολύ μικρή για να πίνουμε κακό κρασί”;», διερωτάται η Στέφανι Ρόουζενμπλουμ στο βιβλίο της «Τέσσερις Εποχές, Τέσσερις Πόλεις και οι Απολαύσεις της Μοναξιάς». Σε ένα εκτενές απόσπασμα που αναδημοσιεύεται στο Longreads η αμερικανίδα συγγραφέας και δημοσιογράφος υπενθυμίζει πως στην πατρίδα της, τις περισσότερες φορές τα μοναχικά γεύματα είναι βιαστικά, σχεδόν αναγκαστικά, και σίγουρα κάθε άλλο παρά συναρπαστικά, γεγονός που οδήγησε σταδιακά στη «σνακοποίηση (snackification) των γευμάτων».

Αλυσίδες εστιατορίων ταχείας εστίασης υπάρχουν, όμως, και στη Γαλλία. Αλλά οι Γάλλοι και οι Γαλλίδες εξακολουθούν να αφιερώνουν περισσότερη ώρα από κάθε άλλο λαό τρώγοντας, περισσότερες από δύο ώρες την ημέρα, και αυτό σημαίνει πως απολαμβάνουν τα γεύματά τους έως την τελευταία μπουκιά (και γουλιά, φυσικά) είτε τρώνε μόνοι τους είτε με παρέα.

Επί χρόνια το μοναδικό που θεωρούνταν χειρότερο από το να τρώει κάποιος μόνος του, ήταν το να τρώει μόνος του σε δημόσιους χώρους. Αλλά φαίνεται πως η νοοτροπία αυτή είναι ξεπερασμένη. Ή τουλάχιστον τείνει να ξεπεραστεί καθώς πλέον υπάρχουν πολλά εστιατόρια που προορίζονται αποκλειστικά για τους λάτρεις των μοναχικών γευμάτων. Όσον αφορά τους λόγους αυτής της λατρείας, η Ρόουζενμπλουμ υποστηρίζει πως το να τρως μόνο σου είναι συναρπαστικό γιατί όταν «δεν κάθεσαι απέναντι από κάποιον, τότε κάθεσαι απέναντι από όλον τον κόσμο», γιατί «γίνεσαι ένα με την πόλη», γιατί εστιάζεις ολοκληρωτικά «στη γεύση και τη μυρωδιά» των όποιων, ταπεινών ή εκλεκτών, εδεσμάτων, γιατί έχεις τη δυνατότητα να εντρυφήσεις καλύτερα στην «τέχνη του φαγητού». 

Μπορεί, σήμερα, στη Δύση να θεωρείται δεδομένο, αλλά το δικαίωμα των γυναικών να τρώνε δίχως συνοδό κερδήθηκε μετά από χρόνια αγώνων ενώ δεν είναι παντού αναγνωρισμένο. Φωτογραφία: Shutterstock

The New York Times

Γιατί δίνουμε προτεραιότητα στα ασήμαντα;

Γιατί έχουμε την τάση να ασχολούμαστε πρώτα με τις λιγότερο σημαντικές υποχρεώσεις ή εργασίες μας και στη συνέχεια με ότι είναι πραγματικά είναι σημαντικό; Γιατί μας εξαναγκάζει ο εγκέφαλός μας, υποστηρίζουν οι ειδικοί, καθώς «εργάζεται εναντίον μας» –εξηγεί ο Τιμ Χερέρα στους New York Times– δίνοντας προτεραιότητα σε εργασίες που μας προσφέρουν άμεση ικανοποίηση.

Με λίγα λόγια η ανταμοιβή που αργεί, ανεξάρτητα από το μέγεθος και την ποιότητά της, δυσαρεστεί τον εγκέφαλό μας. Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη που δημοσιεύτηκε στην επιθεώρηση «Journal of Consumer Research» οι άνθρωποι έχουν την τάση να εκτελούν πρώτα μικρότερης σημασίας αλλά επείγουσες εργασίες που πρέπει να ολοκληρωθούν εντός μιας συγκεκριμένης προθεσμίας παρά να ασχολούνται με ό,τι είναι μείζονος σημασίας αλλά δεν επείγει. Και αυτό παρατηρείται ακόμα και στην περίπτωση που το αποτέλεσμα της δευτερεύουσας εργασίας ή ασχολίας ή υποχρέωσης είναι αντικειμενικά υποδεέστερο από τον αντίκτυπο που θα είχε η διευθέτηση του πραγματικά σημαντικού ζητήματος.

«Ακόμα και αν γνωρίζουμε πως το μείζον αλλά όχι επείγον είναι καθοριστικότερο, ενστικτωδώς θα επιλέξουμε αυτό που δεν έχει μεγάλη σημασία αλλά επείγει», σημειώνει ο αμερικανός δημοσιογράφος. Και για να ξεπεράσουμε αυτήν τη δυσκολία, μας προτείνει να έχουμε κατά νου μια συμβουλή του 34ου προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών, του Ντουάιτ Αϊζενχάουερ ο οποίος υποστήριζε «πως ό,τι είναι σημαντικό σπάνια είναι επείγον και ό,τι είναι επείγον σπάνια είναι σημαντικό».

 Το δύσκολο είναι να καθορίσουμε τι πραγματικά είναι σημαντικό και τι όχι. Φωτογραφία: Carl Court/Getty Images/Ideal Images