Από διαταραχή… «μετατραμπικού» στρες πάσχει η ανιψιά του Ντόναλντ Τραμπ, μετά την ήττα του θείου της, όπως λέει η ίδια, μεταξύ αστείου και σοβαρού, προβλέποντας ότι ο πρώην πρόεδρος δεν θα τολμήσει να βάλει ξανά υποψηφιότητα για τον Λευκό Οίκο, γιατί τρέμει μία νέα ήττα.
Η Μαίρη Τραμπ έγινε διάσημη όταν κυκλοφόρησε το βιβλίο της, τον περασμένο Ιούλιο, στο οποίο περιέγραφε το τοξικό οικογενειακό περιβάλλον στο οποίο μεγάλωσε ο 45ος πρόεδρος των ΗΠΑ και πώς αυτό τον διαμόρφωσε καθοριστικά σε όλη την πορεία του. Την πρώτη ημέρα της κυκλοφορίας του, το βιβλίο με τίτλο «Too Much and Never Enough: How My Family Created the World’s Most Dangerous Man» («Υπερβολικά πολλά και ποτέ αρκετά: Πώς η οικογένειά μου δημιούργησε τον πιο επικίνδυνο άνθρωπο στον κόσμο»), πούλησε 950.000 αντίτυπα.
Ως κλινική ψυχολόγος, αλλά και κόρη του αδελφού του, Φρεντ Τζούνιορ, η 55χρονη Μαίρη Τραμπ είναι ίσως σε καλύτερη θέση από κάθε άλλον να εξηγήσει και να προβλέψει τη συμπεριφορά του θείου της.
Τώρα ετοιμάζει ένα νέο βιβλίο με τίτλο «The Reckoning» («Ο λογαριασμός», «Ο απολογισμός»), στο οποίο «θα εξετάσει το εθνικό τραύμα της Αμερικής» και την κρίση ψυχικής υγείας που άφησε πίσω της η πανδημία σε συνδυασμό με τη διακυβέρνηση Τραμπ.
«Θα είμαστε σε κακή κατάσταση για αρκετό καιρό. Ο κόσμος θα υποφέρει από τραύμα κα την κατάθλιψη, λόγω της πανδημίας και του πολιτικού διχασμού στην Αμερική. Μου είναι πολύ δύσκολο να γράψω για το τραύμα, τη στιγμή που και εγώ η ίδια έχω πληγεί από αυτό», είπε στην Telegraph, εξηγώντας αστειευόμενη ότι έχει περάσει και διαταραχή μετατραυματικού στρες (PTSD) και διαταραχή «μετατραμπικού» στρες.
«Ο θείος μου είναι κατά συρροή δολοφόνος. Είναι υπεύθυνος για τον θάνατο εκατοντάδων χιλιάδων Αμερικανών από τον κορονοϊό. «Δεν θα έπρεπε καν να του επιτρέψουν να είναι υποψήφιος ύστερα από αυτό που συνέβη. Θα έπρεπε να τον δικάσουν στη Χάγη», είπε χαρακτηριστικά.
Ο Ντόναλντ Τραμπ, όμως, όχι μόνο ήταν υποψήφιος το 2020, αλλά δεν κρύβει και την πρόθεσή του να κατέβει ξανά στις προεδρικές εκλογές του 2024. Και από ό,τι φαίνεται, το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα δεν θέλει –ή δεν μπορεί– να ξεκόψει από την επιρροή του.
Η ανιψιά του, πάντως, δεν πιστεύει ότι θα είναι τελικά υποψήφιος. Οπως λέει, ο Τραμπ υποφέρει πολύ από την ήττα του στις εκλογές και ο μόνος τρόπος που ξέρει να το διαχειριστεί είναι να επιμένει στο παραμύθι της νοθείας. «Τρέμει μη χάσει ξανά και δεν πρόκειται να αντιμετωπίσει ξανά αυτή την πιθανότητα. Στην οικογένειά μου, η ήττα ήταν απλώς απαράδεκτη. Θα υποκριθεί για λίγο καιρό ότι θα είναι υποψήφιος για να μπορεί να κοροϊδέψει όσους ψηφοφόρους του είναι ηλίθιοι –και με συγχωρείτε που χρησιμοποιώ αυτή τη λέξη– για να του δώσουν τα λεφτά τους».
Ο Τραμπ έχει συγκεντρώσει, από τον περασμένο Νοέμβριο, 150 εκατ. δολάρια σε δωρεές ψηφοφόρων του, για να αποδείξει ότι οι Δημοκρατικοί «έκλεψαν» τις εκλογές από τον ίδιο, αλλά και για τη μελλοντική εκστρατεία του.
Τα χρήματα αυτά, βέβαια, μπορεί να τα χρησιμοποιήσει για να καλύψει μέρος των προσωπικών χρεών του, που ξεπερνούν τα 400 εκατ. δολάρια, αλλά και τα δικαστικά έξοδα για το πλήθος μηνύσεων που αντιμετωπίζει για οικονομικές ατασθαλίες και σεξουαλική κακοποίηση.
Μία από τις μηνύσεις είναι από την ίδια την Μαίρη Τραμπ, που ισχυρίζεται ότι ο θείος της και η υπόλοιπη οικογένεια την απέκλεισαν από τη διαθήκη του πατέρα της, το 1999, στερώντας της εκατομμύρια δολάρια. Από τότε που πέθανε ο πατέρας της, που είχε κακές σχέσεις με τον αδελφό του, η δική της σχέση με τον θείο της κατέρρευσε.
Η Μαίρη είπε στην Telegraph ότι δεν πιστεύει πως ο θείος της θα επιστρέψει στη Νέα Υόρκη, όπου έμενε πριν από τον Λευκό Οίκο, γιατί εκεί «τον μισούν και δεν τον θέλει κανείς». Το 90% των ψηφοφόρων στον ταχυδρομικό του κώδικα ψήφισαν εναντίον του, είπε χαρακτηριστικά. «Αλλωστε, δεν τον νοιάζει καθόλου πού μένει. Το μόνο μέρος που αισθάνεται σπίτι του είναι το γήπεδο του γκολφ. Δεν ήξερε τίποτα από τη Νέα Υόρκη. Ηταν μέσα σε ένα κτίριο ή μέσα σε μία λιμουζίνα. Δεν πήγαινε στα εστιατόρια, δεν μιλούσε με τον κόσμο, δεν πήγαινε σε παραστάσεις στο Μπρόντγουεϊ».
Οσο για τους συμμάχους του στην οικογένειά του σήμερα, θεωρεί ότι ο μόνος που έχει απομείνει στο πλευρό του είναι ο «Ντόνι» (ο γιος του, Ντόναλντ Τραμπ Τζούνιορ). Για τη Μελάνια, λέει ότι θα μείνει λίγο ακόμα μαζί του, γιατί αυτή «ήξερε καλά πού έμπαινε».
Αναφερόμενη στο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα, είπε ότι έχει μετατραπεί σε ένα κόμμα αντιδημοκρατικό, που θυμίζει περισσότερο αίρεση φανατικά προσκείμενη σε έναν άνθρωπο. «Οι Ρεπουμπλικάνοι απέτυχαν σε κάθε ευκαιρία που είχαν να αποδώσουν ευθύνες στον Τραμπ και επειδή αρνήθηκαν να πάρουν αποστάσεις από αυτόν, εξακολουθεί να έχει τον έλεγχο του κόμματος. Αλλά οι Ρεπουμπλικάνοι έχουν πέσει σε παγίδα. Δεν μπορούν να κερδίσουν χωρίς αυτόν ούτε μπορούν να κερδίσουν με αυτόν», τόνισε.
Πρόσθεσε, πάντως, ότι ήταν ελπιδοφόρο το 55% μόνο που έλαβε στην πρόθεση ψήφου όσων συμμετείχαν στο πρόσφατο συνέδριο των υπερσυντηρητικών Ρεπουμπλικάνων. «Αυτή ήταν η βάση των ψηφοφόρων του. Θα περίμενα ένα 95% υπέρ του. Νομίζω ότι πολλοί κουράστηκαν από το καθημερινό “δράμα” που χαρακτήριζε την προεδρία του, ενώ άλλοι πολλοί τον κατηγορούν για τη διαχείριση της πανδημίας. Ο Τζο Μπάιντεν θύμισε στον κόσμο τι σημαίνει καλή διακυβέρνηση και το έργο του για την Covid τούς απέδειξε ότι η περσινή χρονιά δεν ήταν αναπόφευκτη».
Επιστρέφοντας στις εκλογές του 2016, όταν ο Τραμπ ως αουτσάιντερ κέρδισε απρόσμενα, η ανιψιά του κατηγορεί τα μεγάλα ΜΜΕ, όπως οι New York Times και η Washington Post, ότι απέτυχαν παταγωδώς να προβλέψουν την άνοδό του στην εξουσία γιατί ήταν παγιδευμένα στον τρόπο που έβλεπαν τα πράγματα «οι μύωπες φιλελεύθεροι λευκοί άντρες εκπρόσωποι της μεσαίας τάξης» δημοσιογράφοι τους.
«Κάποια ΜΜΕ ήθελαν απεγνωσμένα να “νομιμοποιήσουν” έναν υποψήφιο εντελώς ακατάλληλο που τα 5ο προηγούμενα χρόνια της ζωής του ήταν ένας αναξιοπρεπής άνθρωπος και νόμιζαν ότι με κάποιο μαγικό τρόπο θα άλλαζε συμπεριφορά. Κάποια άλλα δημιούργησαν έναν μύθο ότι τον ψήφισαν στις μεσοδυτικές πολιτείες λόγω της κακής οικονομικής τους κατάστασης», ενώ στην πραγματικότητα οι ψηφοφόροι ήταν θιασώτες της ιδέας της λευκής κυριαρχίας, είπε.
Οσο για την εισβολή των τραμπούκων πιστών του στο Καπιτώλιο, στις 6 Ιανουαρίου, τονίζει ότι δεν την εξέπληξε. «Ηταν προβλέψιμο το γεγονός. Οι αναλυτές δεν είχαν καταλάβει ότι δεν θα σταματούσε σε τίποτα για να παραμείνει στην εξουσία. Τα περισσότερα ΜΜΕ χρειάστηκαν χρόνια και χρόνια για να συνειδητοποιήσουν αυτό που ήξερα εδώ και καιρό».
Τέλος, παραδέχεται ότι δεν μπορεί να καταλάβει πώς 74 εκατομμύρια συμπατριώτες της ψήφισαν τον θείο της μετά τα όσα συνέβησαν. «Προσπαθώ να βρω ένα χαρακτηριστικό του που να είναι υπέρ του, αλλά δεν βρίσκω τίποτα».