Το «Last Dance», το ντοκιμαντέρ για τον Μάικλ Τζόρνταν που παρακολουθούμε μετά μανίας και στην Ελλάδα (από την πλατφόρμα του Netflix), έχει προκαλέσει φρενίτιδα στους απανταχού φίλους του μπάσκετ -και, γενικότερα, των σπορ- από το πρώτο του, κιόλας, επεισόδιο. Το ESPN δρέπει τους καρπούς ενός από τα μεγαλύτερα τηλεοπτικά hit των τελευταίων ετών.
Ο MJ «πουλάει», στα 57 του, όπως τότε που οδηγούσε τους Σικάγο Μπουλς στους αλλεπάλληλους τίτλους τους. Οι τελικοί του ΝΒΑ, στους οποίους πρωταγωνίστησε, καθήλωναν μπροστά στους τηλεοπτικούς τους δέκτες πάνω από 30 εκατομμύρια ανθρώπους. Με αποκορύφωμα τον έκτο τελικό του 1998, που κατέγραψε ρεκόρ με 35,89 εκατ. τηλεθεατές. Από τη μέρα που ο θρυλικός μπασκετμπολίστας εγκατέλειψε τη δράση, η τηλεθέαση των αγώνων που αναδεικνύουν τον πρωταθλητή έπεσε σχεδόν στο μισό. Με μόνη εξαίρεση τη σειρά Κλίβελαντ Καβαλίερς – Γκόλντεν Στέιτ Ουόριορς.
Εδώ και 30 χρόνια, ό,τι αγγίζει αυτός ο απίθανος τύπος γίνεται χρυσάφι. Το 2015 ο σύγχρονος Μίδας έγινε ο πρώτος δισεκατομμυριούχος του αθλητισμού, κι ο δεύτερος πλουσιότερος Αφροαμερικανός στον Κόσμο. Σήμερα, η περιουσία του εκτιμάται στα 2,1 δισ. δολάρια. Αυξάνεται με ιλιγγιώδεις ρυθμούς, αν και ο «Air» έχει αποσυρθεί από τα γήπεδα από το καλοκαίρι του 2003. Το Forbes επιχείρησε να εξηγήσει αυτό το παράδοξο, με αφορμή την τεράστια απήχηση του ντοκιμαντέρ. Εφτιαξε και σχετικό βιντεάκι: «How Michael Jordan Made His $2,1 Billion Fortune».
Στα 15 χρόνια που έπαιξε μπάσκετ (13 σεζόν με τους Μπουλς και δύο με τους Ουάσινγκτον Ουΐζαρντς) κέρδισε «καθαρά» 94 εκατομμύρια δολάρια (συν τέσσερα εκατομμύρια το 1993-1994 που έμεινε εκτός παρκέ, παίζοντας μπέιζμπολ). Πολλά λεφτά για την εποχή, αλλά «ψίχουλα» μπροστά στα 1,7 δισ. δολάρια που του απέφεραν οι εμπορικές του συμφωνίες με εταιρείες – κολοσσούς όπως η Nike, η Coca-Cola, η McDonald’s, η Wheaties, η Chevrolet, η Hanes, η Gatorade, η Upper Deck, κ.ά. Ο Τζόρνταν υπήρξε ο πρώτος influencer από τον χώρο των σπορ. Ισως, επειδή έκανε τον κόσμο να πιστεύει ότι ο άνθρωπος μπορεί… να πετάξει.
Ασκούσε -και εξακολουθεί να το κάνει- τεράστια επιρροή στους φιλάθλους. Ηταν πολλοί αυτοί που ήθελαν να φορέσουν ό,τι φορούσε, να πιούν ό,τι έπινε, να μιμηθούν τις συνήθειές του. Πάνω απ’ όλα, να αγοράσουν τα αθλητικά του παπούτσια, που στα δικά του πόδια έμοιαζαν να έχουν μαγικές ιδιότητες. Το deal του με τη Nike, που χρονολογείται από το 1984, είναι, ίσως, η πιο επωφελής -και για τις δύο πλευρές- συμφωνία αθλητή με χορηγό εταιρεία στα χρονικά των σπορ. Ο Τζόρνταν βοήθησε την πολυεθνική αθλητικών ειδών να εξελιχθεί σε ένα από τα ισχυρότερα brand, κι εκείνη τον Τζόρνταν να απέχει μόλις μια θέση από τη λίστα (του Forbes) με τους χίλιους πλουσιότερους ανθρώπους. Η συνεργασία τους του έχει αποφέρει περίπου 1,3 δισ. δολάρια. Και συνεχίζεται.
Στις αρχές της δεκαετίας των ’80s η Nike ήταν μια μικρή εταιρεία κατασκευής παπουτσιών, με έδρα το Πόρτλαντ του Ορεγκον, η Adidas κυριαρχούσε στην αγορά, και η Reebok με την Converse την ανταγωνίζονταν σκληρά. Για το τελευταίο 12μηνο η Nike ανακοίνωσε έσοδα ύψους 40 δισ. δολαρίων (60% περισσότερα από εκείνα της Adidas) και 43 φορές υψηλότερα σε σχέση με την προ Τζόρνταν εποχή της. Οσο για τη Reebok, εξαγοράστηκε το 2005 από την Adidas.
Η σειρά «Air Jordan» εκτόξευσε τη Nike και έκανε τον MJ πάμπλουτο. Το… ωραίο είναι πως ο Τζόρνταν δεν ήθελε ούτε να συναντηθεί με τη Nike, και περίμενε -ματαίως- πρόταση συνεργασίας από την Adidas, που ήταν η αγαπημένη του εταιρεία, όπως θα αποκαλύψει ο ίδιος στα νέα επεισόδια του «Last Dance». Η μητέρα του ήταν εκείνη που τον έπεισε να ταξιδέψει στο Πόρτλαντ και να ακούσει την προσφορά της Nike.
Ο Τζόρνταν αυγάτισε τα χρήματα που κέρδισε στο μπάσκετ, από ομάδες και χορηγούς, χάρη στο επιχειρηματικό του δαιμόνιο, που θα ζήλευε και ο πιο επιτυχημένος μπίζνεσμαν. Οι Χόρνετς αποτελούν -μακράν- τη μεγαλύτερη και πιο κερδοφόρα του επένδυση. Αλλά, ο θρύλος του NBΑ συμμετέχει και σε ένα σωρό άλλες επιχειρήσεις: στην Sportradar (πάροχος αθλητικών data με έδρα την Ελβετία), την Gigster (ψηφιακή αγορά εργασίας για επαγγελματίες της τεχνολογίας), την aXiomatic (ηλεκτρονικά παιχνίδια και e-sports), παρέα με τον Μάτζικ Τζόνσον, στη Muzik (μουσικός εξοπλισμός), στο Cornerstone Restaurant Group (αλυσίδα πέντε εστιατορίων με την επωνυμία Jordan), στην Cincoro (φίρμα μιας premium τεκίλα) και στους Μαϊάμι Μάρλινς (ομάδα μπέιζμπολ).
Τον είχαν ρωτήσει, κάποτε, τι θα συμβούλευε τους νέους επιχειρηματίες. «Να μην απογοητεύονται με την πρώτη αποτυχία», είχε απαντήσει. Το λέει εκ πείρας. Κάποτε, τον άφησαν έξω από την ομάδα μπάσκετ του γυμνασίου του. Στην αρχή της καριέρας του είχε… βαρεθεί να χάνει από τους Πίστονς. Υστερα, όμως…