Ενα νέο πεδίο αντιπαράθεσης που περιλαμβάνει τον τρόπο λειτουργίας της Δικαιοσύνης προέκυψε μετά τις καταγγελίες για παρεμβάσεις του αναπληρωτή υπουργού Δημήτρη Παπαγγελόπουλου στην εισαγγελική έρευνα από την εισαγγελέα Εφετών κυρία Γεωργία Τσατάνη για την υπόθεση της Λαϊκής Τράπεζας και του επιχειρηματία Ανδρέα Βγενόπουλου.
Ολα άρχισαν από τα δημοσιεύματα των εφημερίδων Το Βήμα της Κυριακής και Καθημερινής, σύμφωνα με τα οποία η εισαγγελέας Γεωργία Τσατσάνη καταγγέλλει ότι δέχθηκε πιέσεις και απειλές από τον κ. Παπαγγελόπουλο να μην ασχοληθεί με την υπόθεση. Να σημειωθεί ότι τελικά η κυρία Τσατσάνη έθεσε τη δικογραφία στο αρχείο. Οπως ήταν αναμενόμενο το θέμα ξέφυγε αμέσως από τους δικαστικούς κύκλους και έλαβε πολιτική χροιά, καθώς η αναφορά-καταγγελία της εισαγγελέα έχει πάει στη Βουλή, λόγω της ιδιότητος του κ. Παπαγγελόπουλου, ο οποίος δεν αρνείται την ενασχόλησή του με την υπόθεση και τις επικοινωνίες με την τέως συνάδελφό του, αλλά τις αποδίδει σε διαφορετική νομική άποψη που είχε και σύμφωνα με την οποία την επίμαχη δικογραφία έπρεπε να χειριστεί η εισαγγελέας Διαφθοράς κυρία Ελένη Ράικου.
Τα όσα, ωστόσο, αναφέρει η εισαγγελέας προκαλούν ήδη έντονες αντιδράσεις από την πλευρά των κομμάτων της αντιπολίτευσης που ζητούν εξηγήσεις από την κυβέρνηση, κάνοντας λόγο για καθεστωτικού τύπου απαράδεκτες πολιτικές παρεμβάσεις στη Δικαιοσύνη και εκδηλώνουν την πρόθεση να δώσουν συνέχεια στο Κοινοβούλιο, ενεργοποιώντας την Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας και ενδεχομένως και τις διατάξεις του Συντάγματος για τη νομοθεσία περί ευθύνης υπουργών.
«Ασε την υπόθεση»
Στην τρισέλιδη χειρόγραφη αναφορά της, η εισαγγελέας Τσατάνη περιγράφει συνάντησή της, η οποία έγινε με πρωτοβουλία της στο γραφείο του αναπληρωτή υπουργού, όπου «πιεστικά μου εζήτησε να επιστρέψω τη δικογραφία εις την Εισαγγελία Εγκλημάτων Διαφθοράς, από την οποία όμως μου εδήλωσε, ‘’παρανόμως ενεργώντας την αφήρεσα, για να ευνοήσω εμπλεκόμενα φυσικά πρόσωπα”».
Η συνάντηση της εισαγγελέως με τον υπουργό έγινε λίγες ημέρες μετά τις δηλώσεις του τελευταίου «περί δικαστικών πραξικοπημάτων στη Βουλή». Η εισαγγελέας Εφετών αναφέρει ότι ο κ. Παπαγγελόπουλος αξίωσε να σταματήσει την έρευνα για την υπόθεση Βγενόπουλου, να παραδώσει τη δικογραφία για να αναλάβει η Εισαγγελία Διαφθοράς, ενώ ομιλεί και περί απειλών που διατυπώθηκαν εις βάρος της. «Περαιτέρω» σημειώνεται στην αναφορά της κυρία Τσατάνη, «την 22α Νοεμβρίου του 2015, ημέρα Κυριακή, περί ώρα 11.30 πρωινή, καθ’ ον χρόνο εκινούμην με το υπηρεσιακό όχημα, μετά το γραφείο, εδέχθην εις το κινητό μου τηλέφωνο δύο τηλεφωνικές κλήσεις από το κινητό τηλέφωνο του αναπληρωτή υπουργού Δικαιοσύνης, κ. Δημ. Παπαγγελόπουλου, κατά τη διάρκεια των οποίων είπε ότι ήθελε να μου μιλήσει».
Απειλές και εκφοβισμός
Στη διάρκεια της τηλεφωνικής επικοινωνίας διατυπώθηκαν απειλές και ειπώθηκαν εκφράσεις προς εκφοβισμό της. «Σε συμβουλευτικό δήθεν ύφος μού συνέστησε» περιγράφει η εισαγγελέας Τσατάνη, «να επιστρέψω τη δικογραφία που χειρίζομαι παράνομα στην εισαγγελέα Εγκλημάτων Διαφθοράς, και άμεσα, γιατί σε διαφορετική περίπτωση θα ξεσπάσει εις βάρος μου άγριος πόλεμος. Χαρακτηριστικά, δε, τόνισε ότι “έχω στα χέρια μου ένα απόστημα που θα σκάσει εις βάρος μου και για να κάνω Χριστούγεννα με την οικογένειά μου”».
Η εισαγγελέας, η οποία είναι η αρχαιότερη στην Εισαγγελία Εφετών, κλείνει την αναφορά της, τονίζοντας ότι διαθέτει αποδεικτικά στοιχεία για όσα σε αυτή περιγράφει. «Κατόπιν των ανωτέρω, σημειώνει συμπερασματικά, και με την απαιτούμενη ψυχραιμία τού ανέφερα ότι είμαι αφοσιωμένη στο έργο μου. Εις το σημείο τούτο σας αναφέρω ότι για τις προαναφερθείσες επικοινωνίες του κ. αναπληρωτή υπουργού, υπάρχουν αποδεικτικά στοιχεία».
Η αναφορά της εισαγγελέως έχει σταλεί από την ίδια τόσο στην πρόεδρο όσο και την Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, η οποία με τη σειρά της και όπως ο νόμος ορίζει την απέστειλε στο υπουργείο Δικαιοσύνης για να πάρει τον δρόμο για τη Βουλή, καθώς περιλαμβάνει καταγγελία για κυβερνητικό στέλεχος.
Απευθυνόμενη στην ηγεσία της Δικαιοσύνης, η κυρία Τσατάνη επισημαίνει ότι σκοπός της είναι «να σας καταστήσω κοινωνό και να σας γνωστοποιήσω και επισήμως τα εις βάρος μου λαβόντα χώρα ως άνω γεγονότα. Δεν προέβην δε εις άμεση υποβολή της παρούσης, προκειμένου να μη θεωρηθεί ότι εξ αιτίας των προαναφερθέντων ζητούσα να απεκδυθώ της ευθύνης χειρισμού της άνω υπόθεσης και προσέτι προκειμένου να τηρήσω με την απαιτούμενη ευλάβεια την εκ του νόμου υποχρεωτική μυστικότητα της διενεργούσης και σε εξέλιξη τότε προκαταρκτικής εξέτασης.
Ευελπιστώ ότι εξετέλεσα το καθήκον μου και εις τη συγκεκριμένη υπόθεση, ακολουθώντας την αδήριτη και ανεξάρτητη από υποδείξεις, επιβουλές και διαβολές φωνή της συνειδήσεώς μου, όπως και πράττω από την ημέρα της ορκίσεώς μου».
«Οφειλε να έχει εξαιρεθεί»
Πάντως, ο κ. Παπαγγελόπουλος δηλώνει πως τα πράγματα δεν έγιναν έτσι ακριβώς. Συγκεκριμένα, αρνείται τα περί παρεμβάσεων και περί απειλών εις βάρος της εισαγγελέως, με επιστολή του προς τον πρόεδρο της Βουλής, Νίκο Βούτση. Ο κ. Παπαγγελόπουλος, ο οποίος αποδίδει το όλο ζήτημα σε πόλεμο εναντίον του από «τη διαπλοκή που ψυχορραγεί», παραδέχεται τη συνάντηση με την εισαγγελέα, υποστηρίζοντας ότι δεν έγινε με δική του πρωτοβουλία. Δηλώνει επίσης ότι «δεν μπήκε στην ουσία της υποθέσεως, αλλά της ζήτησε να επιστρέψει τη δικογραφία στην Εισαγγελία Διαφθοράς» στο πλαίσιο της συζήτησης που είχαν και για να εκφράσει γνώμη επί του θέματος που του ζητήθηκε.
Ο ίδιος επίσης υποστηρίζει ότι συνέστησε στην εισαγγελέα πως όφειλε να έχει εξαιρεθεί παλαιότερα από τον χειρισμό υποθέσεων, όπως το Βατοπέδι, επειδή συγγενικά της πρόσωπα υπήρξαν υποψήφιοι με τα ψηφοδέλτια της ΝΔ.
Σε ό,τι αφορά την κατηγορία που του απευθύνει στην αναφορά της η εισαγγελέας ότι γνώριζε, αν και αυτό απαγορεύεται, τις προθέσεις της εισαγγελέως Διαφθοράς για το σκέλος της υπόθεσης Βγενόπουλου, που συνενώθηκε με τη δική της έρευνα, ο αναπληρωτής υπουργός στην επιστολή του προς τον πρόεδρο της Βουλής αρνείται το παράνομο της γνώσεως που του αποδίδεται. Αναφέρει, σύμφωνα με πληροφορίες, «ότι υπήρχαν σχετικά δημοσιεύματα περί αυτού από τα οποία και είχε αντλήσει τις σχετικές πληροφορίες».
Οι αντιδράσεις της αντιπολίτευσης
Τα κόμματα της αντιπολίτευσης, όπως ήταν αναμενόμενο, σήκωσαν το θέμα και αντέδρασαν έντονα μετά τη δημοσιοποίησή του.
«Οι σημερινές σοβαρότατες αποκαλύψεις επιβεβαιώνουν τις χειρότερες υποψίες μας», υπογράμμισε ο εκπρόσωπος Τύπου της ΝΔ, Γιώργος Κουμουτσάκος. «Η υπό τον κ. Τσίπρα ομάδα εξουσίας σταθερά επιχειρεί να εγκαθιδρύσει κομματικό κράτος και σύστημα απροκάλυπτης χειραγώγησης της Δικαιοσύνης. Η επίκληση της μόνιμης δικαιολογίας περί “διαπλοκής” μόνον ως ομολογία πράξεων ωμής κατάργησης της διάκρισης των εξουσιών ακούγεται. Ουδείς πείθεται. Πόσω μάλλον που ο δήθεν διώκτης αποκαλύπτεται κρυφός και κατά συρροήν συνομιλητής εκείνων που ο ίδιος δημόσια καταγγέλλει» τόνισε ο εκπρόσωπος της ΝΔ. Και ζήτησε να διαβιβαστούν όλα τα στοιχεία στη Βουλή και να συγκληθεί άμεσα η Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας «για να απαντήσει η κυβέρνηση στα καταλυτικά ερωτήματα που έχουν προκύψει».
Η Νέα Δημοκρατία, καταλήγει η ανακοίνωση, «δε θα επιτρέψει τη χειραγώγηση και τρομοκράτηση της Δικαιοσύνης. Και προειδοποιεί: Κάτω τα χέρια από τη Δικαιοσύνη κ. Τσίπρα».
«Οι συνεχείς, απροκάλυπτες και πρωτοφανείς προσπάθειες χειραγώγησης της Δικαιοσύνης από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ δεν έχουν τέλος» υπογραμμίζει από τη μεριά του το Ποτάμι.
«Η ωμή παρέμβαση του αναπληρωτή υπουργού Δικαιοσύνης και δυστυχώς πρώην δικαστικού λειτουργού, που προσπάθησε, με απειλές, πιέσεις και μεθόδους που θυμίζουν άλλες εποχές, να επιβάλει στην εισαγγελέα Εφετών τη θέληση της Κυβέρνησης για δικογραφία που χειριζόταν, δεν συνιστά μόνον νομικό ατόπημα αλλά και επικίνδυνη θεσμική εκτροπή και δείχνει με κυνικό τρόπο ότι η κυβέρνηση έχει καθεστωτική αντίληψη για τη λειτουργία της Δικαιοσύνης, την θέλει απολύτως ελεγχόμενη και τους δικαστικούς λειτουργούς απολύτως υπάκουους», προσθέτει και συνεχίζει:
«Είναι πλέον πρόδηλο πού στόχευε η προειδοποίηση πριν από λίγες μέρες του ίδιου υπουργού για ‘’δικαστικά’’ δήθεν ‘’πραξικοπήματα’’ και την εκ μέρους της εκτελεστικής εξουσίας αντιμετώπισή τους.
Η Δικαιοσύνη, ο θεματοφύλακας του κράτους δικαίου, μετά και την πρόσφατη, αδιανόητη, νομοθετική επιλογή της Κυβέρνησης να έχει πειθαρχική εξουσία στο σύνολο των δικαστών και εισαγγελέων η ίδια η Πρόεδρος του Αρείου Πάγου, βρίσκεται σε πρωτόγνωρη αναστάτωση, αναβρασμό και κρίση. Τα όσα συμβαίνουν στον χώρο της δικαιοσύνης και οι απροκάλυπτες κυβερνητικές παρεμβάσεις, που παραβιάζουν το σύνταγμα, τη διάκριση των εξουσιών και την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης, παραπέμπουν σε ολοκληρωτικό καθεστώς και όχι σε ένα σύγχρονο ευρωπαϊκό κράτος δικαίου. Το Ποτάμι θα σταθεί απέναντι στα κυβερνητικά σχέδια και καλεί όλες τις δημοκρατικές δυνάμεις να κάνουν το ίδιο».
«Η καταγγελία της εισαγγελικής λειτουργού για τις παρεμβάσεις του κ Παπαγγελόπουλου στο έργο της δεν έπεσε ως κεραυνός εν αιθρία» αναφέρει σε ανακοίνωσή του το ΠΑΣΟΚ.
«Είναι φανερό, ότι αν ισχύουν όσα καταγγέλθηκαν, επιβεβαιώνουν όσα ακούγονται για παρεμβάσεις του Αν. Υπουργού και προσπάθεια χαλιναγώγησης της ελεύθερης βούλησης των δικαστικών λειτουργών και μάλιστα με τρόπο προκλητικό. Είναι πρόσφατες οι δημόσιες απειλές του περί δήθεν δικαστικού πραξικοπήματος. Ο κ Παπαγγελόπουλος είναι γνωστό ότι και κατά το παρελθόν έβαζε το «δεξί» τότε χέρι του με παρόμοιο τρόπο» προστίθεται στην ανακοίνωση.
«Σήμερα έχει ως φαίνεται αναλάβει την υλοποίηση της επικίνδυνης και καθεστωτικής αντίληψης του ΣΥΡΙΖΑ για την δικαιοσύνη. Αυτό δεν μπορεί και δεν θα γίνει αποδεκτό» καταλήγει η ανακοίνωση της Χαριλάου Τρικούπη.
Παπαγγελόπουλος: «Η διαπλοκή ψυχορραγεί»
Σε ανακοίνωση που εξέδωσε ο κ. Παπαγγελόπουλος αναφέρει τα εξής: «Η διαπλοκή ψυχορραγεί και παραληρεί. Λίγο πριν το τέλος του παιχνιδιού για αυτήν παίζει τα ρέστα της. Η κυρία Τσατάνη παραδέχεται στην ανακοίνωση της ότι με επισκέφθηκε στο γραφείο μου, με δική της πρωτοβουλία. Εντυπωσιακά αστείο είναι ότι σαν αιτία επικαλείται της επίσκεψης της δηλώσεις που δεν είχα κάνει ακόμα, αλλά έκανα 15 μέρες μετά τη συνάντηση μας. Η αλήθεια είναι ότι με επισκέφθηκε για την συμβουλεύσω και να τη βοηθήσω. Ενεργώντας πάντα θεσμικά έχω στείλει επιστολή στον Πρόεδρο της Βουλής κ. Νικόλαο Βούτση για να τον ενημερώσω και να ενημερωθούν στη συνέχεια και οι βουλευτές του Ελληνικού Κοινοβουλίου. Με την επιστολή αυτή απαντάω σε όσα ισχυρίζεται η κα Τσατάνη. Την Δευτέρα, που θα δημοσιοποιηθεί η επιστολή, θα βγάλει ο καθένας τα συμπεράσματα του».
Βγενόπουλος: «Ο κ. Παπαγγελόπουλος ομολογεί»
Θέση πήρε και ο επιχειρηματίας Ανδρέας Βγενόπουλος, που έχει πρωταγωνιστικό ρόλο στη διαμάχη, καθώς η σύγκρουση αφορά δικογραφία που σχετίζεται με τις δραστηριότητές του.
Η δήλωση του κ. Βγενόπουλου έχει ως εξής: «Μετά τις καταγγελίες της αρμοδίας Εισαγγελέως Εφετών που είδαν το φως της δημοσιότητας, τις αποκαλύψεις και τα στοιχεία που παρουσίασα σε πρόσφατη συνέντευξη τύπου, αλλά και τα στοιχεία που διαθέτω και παρά τις επανειλημμένες εκκλήσεις μου δεν μου έχει ζητηθεί ακόμη να καταθέσω αρμοδίως, ο Αναπληρωτής Υπουργός Δικαιοσύνης κ. Δ. Παπαγγελόπουλος ελέγχεται πλέον για την διάπραξη πολύ σοβαρών ποινικών αδικημάτων.
Μάλιστα, με την επιστολή που ο ίδιος απέστειλε στον κ. Πρόεδρο της Βουλής, προφανώς χωρίς να συμβουλευθεί ένα καλό ποινικολόγο, ήδη ομολογεί ένα μέρος των εναντίον του κατηγοριών που, σε συνδυασμό με πράξεις που επακολούθησαν, θα αξιολογηθούν κατά την διάρκεια της ποινικής του διευρεύνησης.
Στα πλαίσια αυτά οι πολιτικές ξυλινολογίες του τύπου «η διαπλοκή ψυχορραγεί» κλπ είναι άνευ αντικειμένου διότι η υπόθεση δεν είναι πλέον πολιτική αλλά ποινική.
Σε προσωπικό επίπεδο θα ήθελα να εκφράσω την θλίψη μου για τις απροκάλυπτες επεμβάσεις στην Δικαιοσύνη εις βάρος μου σε μία περίοδο μάλιστα όπου η MIG, από την οποία ζουν αμέσως ή εμμέσως 30.000 οικογένειες, διεκδικεί νομίμως από την Κυπριακή Δημοκρατία ποσόν άνω του 1 δισ. Ευρώ, ενώ η ΛΑΪΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ με την έγκριση της «φίλης» Κυπριακής Κυβέρνησης διεκδικεί από την Ελληνική Δημοκρατία περίπου 4 δισ. Ευρώ. Ποια συμφέροντα εξυπηρετούνται από αυτές τις παράνομες επεμβάσεις και με τι κίνητρα γίνονται, όταν μάλιστα τα ποσά που διακυβεύονται μεταξύ Ελλήνων και Κυπρίων είναι τεράστια;».