| REUTERS/Kai Pfaffenbach
Επικαιρότητα

Λαγκάρντ: Μικρή η έκθεση της Ευρωζώνης στην Evergrande

Η επικεφαλής της ΕΚΤ εμφανίστηκε καθησυχαστική απέναντι στο ενδεχόμενο μιας χρεοκοπίας του κινεζικού γίγαντα των ακινήτων, ο οποίος μοιάζει να καταρρέει υπό το βάρος ενός χρέους 260 δισ. ευρώ
Protagon Team

Αισιόδοξη ότι η κρίση του υπερχρεωμένου κινεζικού κολοσσού των ακινήτων Evergrande δεν θα επηρεάσει την Ευρωζώνη εμφανίστηκε την Παρασκευή η επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Κριστίν Λαγκάρντ. Η «Σιδηρά Κυρία» της ευρωπαϊκής οικονομίας σχετικοποίησε τον αντίκτυπο που θα είχε στη ζώνη του ευρώ μια ενδεχόμενη πτώχευση της Evergrande.

«Έχω πολύ ζωηρές μνήμες από τις τελευταίες χρηματιστηριακές εξελιξεις στην Κίνα οι οποίες είχαν επιπτώσεις σε όλο τον κόσμο», όμως «στην Ευρώπη και ιδιαίτερα στην ευρωζώνη η άμεση έκθεση θα ήταν περιορισμένη», δήλωσε η Κριστίν Λαγκάρντ σε συνέντευξή της στο δίκτυο CNBC.

«Προς το παρόν, αυτό που βλέπουμε είναι ένας αντίκτυπος και μια έκθεση που είναι επικεντρωμένοι στην Κίνα», προσθεσε ενώ η ΕΚΤ παρατηρεί από κοντά την κατάσταση, με δεδομένη τη διασύνδεση των χρηματοοικονομικών αγορών στον πλανήτη.

Ο ιδιωτικός όμιλος καταρρέει κάτω από ένα χρέος 260 δισ. ευρώ. Μια αθέτηση πληρωμής εκ μέρους του θα μπορούσε να μεταφραστεί σε σοβαρή επιβράδυνση του κλάδου ακινήτων στην Κίνα και να προκαλέσει αναταράξεις στις παγκόσμιες αγορές.

Ο πρόεδρος του ομίλου Σου Τζιαγίν, ο οποίος ήταν άλλοτε μεταξύ των πλουσιότερων ανθρώπων της Κίνας, υπογράμμισε προχθές, Τετάρτη, το βράδυ πως ο όμιλος οφείλει «να κάνει τα πάντα για να τιμήσει» τις δεσμεύσεις του.

Ερωτηθείσα εξάλλου για τον κίνδυνο ενός επίμονου πληθωρισμού στην ευρωζώνη, ο οποίος τον Αύγουστο ξεπέρασε το στόχο του 2% που έχει θέσει μεσοπρόθεσμα η ΕΚΤ, η Λαγκάρντ δήλωσε πως αναμένει «μια επιστροφή σε πολύ περισσότερη σταθερότητα τον ερχόμενο χρόνο» επειδή «πολλές από τις αιτίες για την αύξηση των τιμών είναι προσωρινές».

«Έχει μεγάλη σχέση με τις τιμές της ενέργειας», διευκρίνισε, ενώ η άλλη κύρια προσωρινή αιτία είναι η αύξηση του ΦΠΑ στη Γερμανία, μετά τη μείωσή του κατά 3 μονάδες που ίσχυσε το δεύτερο εξάμηνο του 2020 για να υποστηριχθεί η κατανάλωση με φόντο την πανδημία της Covid-19.