Στο πλαίσιο της θητείας του στην πολεμική αεροπορία των ΗΠΑ ο Ιαν Φριτς υπηρέτησε και στο Αφγανιστάν. Δουλειά του ήταν να κρυφακούει τους Ταλιμπάν, να υποκλέπτει τις συνομιλίες τους και να μαθαίνει τα όποια σχέδιά τους, ούτως ώστε να ενημερώνει τους ανωτέρους του (και εκείνοι με τη σειρά τους τις συμμαχικές δυνάμεις) για πιθανές απειλές.
«Πριν αρχίσω με είχαν προειδοποιήσει ότι θα άκουγα απαίσια πράγματα, και σίγουρα άκουσα. Αλλά όταν ακούς ανθρώπους επί εκατοντάδες ώρες – ακόμη και ανθρώπους που προσπαθούν να σκοτώσουν φίλους σου – ακούς επίσης συνηθισμένα πράγματα», εξηγεί ο ίδιος σε εκτενές κείμενό του στο The Atlantic, σημειώνοντας, μάλιστα, πως κάποιες, ελάχιστες, φορές, τα λεγόμενα των Ταλιμπάν του προκαλούσαν το γέλιο.
Ενδεικτικά παραθέτει έναν διάλογο που έγινε ανάμεσα σε δύο μαχητές των Ταλιμπάν κατά τη διάρκεια ενός χειμώνα στο βόρειο Αφγανιστάν, όπου το μέσο υψόμετρο κυμαίνεται άνω των 2.000 μέτρων και η μέση θερμοκρασία υπό το μηδέν:
– Πήγαινε τον αυτοσχέδιο εκρηκτικό μηχανισμό εκεί κάτω, στη στροφή, δεν θα τον δουν.
– Μπορεί να περιμένει έως το πρωί.
– Οχι, δεν γίνεται. Μπορεί να έρθουν (οι Αμερικανοί) νωρίς, και το τον χρειαζόμαστε εκεί κάτω για να σκοτώσουμε το δυνατόν περισσότερους.
– Νομίζω πως θα περιμένω.
– Οχι, δεν θα περιμένεις. Πήγαινε και τοποθέτησέ τον.
– Πρέπει να το κάνω;
– Ναι! Πήγαινε.
– Δεν θέλω.
– Αδελφέ, γιατί όχι; πρέπει να πολεμήσουμε.
– Αδελφέ… έχει πολύ κρύο για τζιχάντ.
Ο Ιαν Φριτς παραδέχεται πως παρότι στόχος των δύο Ταλιμπάν ήταν η δολοφονία ανθρώπων που εκείνος προστάτευε, η συνομιλία τους ήταν τουλάχιστον παράδοξη ενώ όσον αφορά το κρύο, ήταν πραγματικά ανυπόφορο, ακόμα και μέσα στα αεροσκάφη της πανίσχυρης και υπερσύγχρονης πολεμικής αεροπορίας των ΗΠΑ. «Είχε πραγματικά πολύ κρύο για πόλεμο», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Το 2011, περί τους είκοσι μόλις ανθρώπους σε όλον τον κόσμο ήταν σε θέση να κάνουν τη δουλειά που έκανε ο Ιαν Φριτς. Τεχνικά, ωστόσο, μόνον εκείνος και ένας ακόμη συνάδελφός του είχαν εκπαιδευτεί ειδικά για αυτήν την εξαιρετικά κρίσιμη και δύσκολη αποστολή. Αφότου διδάχτηκαν την Παστού και την Νταρί, τις δύο γλώσσες που ομιλούνται στο Αφγανιστάν, εκπαιδεύτηκαν κατάλληλα, ούτως ώστε να αναλάβουν καθήκοντα διερμηνέα εντός των αεροσκαφών της Διοίκησης Ειδικών Επιχειρήσεων της Πολεμικής Αεροπορίας των ΗΠΑ.
Με εμπορικά αεροσκάφη!
Οι αποστολές στις οποίες συμμετείχε ο Φριτς πραγματοποιήθηκαν όλες με πρώην εμπορικά αεροσκάφη εφοδιασμένα με διάφορα οπλικά συστήματα διαφορετικής ισχύος ανά αεροσκάφος, ικανά να καταστρέψουν από ένα αυτοκίνητο έως ένα κτίριο. «Στο Αφγανιστάν, χρησιμοποιούσαμε αυτά τα όπλα κατά ανθρώπων και η δουλειά μου ήταν να συνδράμω στην επιλογή αυτών των ανθρώπων», εξηγεί δίχως να υπεκφεύγει ο αμερικανός ειδικός.
Ελαβε μέρος σε 99 αποστολές, πετώντας πάνω από τα κεφάλια των Ταλιμπάν επί 600 συνολικά ώρες. Σε περίπου είκοσι από αυτές τις αποστολές και για διάστημα πενήντα ωρών οι δύο πλευρές αντάλλασσαν πυρά, οπότε ο Φριτς δεν ήταν σε θέση να υποκλέπτει τις συνομιλίες των Ταλιμπάν. Επί εκατό, κατά προσέγγιση, ώρες οι Ταλιμπάν αντάλλασσαν απόψεις σχετικά με όποια αποτρόπαια σχέδιά τους, με τα λεγόμενά τους να αποτελούν για τους Αμερικανούς «αξιοποιήσιμες πληροφορίες». Κατά τις υπόλοιπες, όμως, εκατοντάδες ώρες οι Ταλιμπάν «απλά μιλούσαν» και ο Ιαν Φριτς «απλά τους κρυφάκουγε».
«Πέρα από τα αστεία για τον τζιχάντ, μιλούσαν για πολλά από τα ίδια πράγματα που εσείς και οι γείτονές σας μιλάτε: για το μεσημεριανό, για τα κουτσομπολιά της γειτονιάς, για την άθλια κατάσταση των δρόμων, για το πώς ο καιρός δεν συμμορφώνεται με τις επιθυμίες μας. Υπήρχαν εσωτερικές διαμάχες, βρισιές, διάχυτη γκρίνια. Ονειρεύονταν το μέλλον, κατάστρωναν σχέδια για την περίοδο μετά την αποχώρηση των Αμερικανών και καταχαίρονταν με την ιδέα να ανακαταλάβουν τη χώρα τους. Κυρίως, όμως, έλεγαν πολλές ανοησίες», αποκαλύπτει ο Φριτς.
Εμψυχωτικός ενθουσιασμός
Κρυφακούγοντας τους Ταλιμπάν επί εκατοντάδες ώρες, ο αμερικανός διερμηνέας διαπίστωσε πως πέρα από τάση για αστεϊσμούς και ανοησίες, αρέσκονταν επίσης να επαναλαμβάνουν τα όποια λεγόμενά τους, είτε επρόκειτο για ένα όνομα είτε για μία δήλωση. Ομως ιδιαίτερη εντύπωση του προκάλεσε κυρίως ο άκρατος εμψυχωτικός ενθουσιασμός με τον οποίο συνομιλούσαν πριν, κατά τη διάρκεια αλλά και μετά από κάθε μάχη.
«Μπορεί να το έκαναν επειδή ήταν καλά εκπαιδευμένοι, καθώς πολεμούν κατά το μεγαλύτερο μέρος της ζωής τους. Μπορεί να το έκαναν επειδή πραγματικά πίστευαν στην ιερότητα του σκοπού τους. Αλλά όσο περισσότερο τους άκουγα, τόσο καταλάβαινα πως το να κομπάζουν διαρκώς ήταν κάτι που έπρεπε να κάνουν, ούτως ώστε να συνεχίσουν να πολεμούν. Πώς αλλιώς θα μπορούσαν να μάχονται κατά ενός εχθρού που δεν πολυσκέφτεται να χρησιμοποιήσει κατά ανθρώπων βόμβες που σχεδιάστηκαν για κτίρια;», διερωτάται με νόημα ο Ιαν Φριτς.
Επιδιώκοντας να γίνει απόλυτα κατανοητός αναφέρει πως λίγες ημέρες πριν από τα 22α γενέθλιά του είδε αμερικανικά μαχητικά αεροσκάφη να ρίχνουν βόμβες εκατοντάδων κιλών, εξολοθρεύοντας περί τους είκοσι μαχητές των Ταλιμπάν. Ο Φριτς θεώρησε εύλογα πως δεν επρόκειτο να υπάρξει η παραμικρή αντίδραση αλλά έκανε λάθος. Γιατί όταν έφτασαν στο πεδίο της μάχης δύο αμερικανικά μαχητικά ελικόπτερα, άκουσε τους εναπομείναντες μαχητές να φωνάζουν ο ένας στον άλλον: «Συνεχίστε να πυροβολείτε, θα υποχωρήσουν!» ενώ ενόσω συνεχιζόταν η επίθεση εναντίον τους, επαναλάμβαναν διαρκώς: «Αδέλφια, κερδίζουμε. Αυτή είναι μία ένδοξη ημέρα».
Βλέποντας έξι συμπατριώτες του να χάνουν τη ζωή τους στη μάχη, ο Φριτς άκουσε περί τους είκοσι Ταλιμπάν να φωνάζουν «Αλλαααααααααάχου ακμπάρ, πεθαίνουν!». Παρότι πρακτικά ήταν απροστάτευτοι και έβαλαν κατά του υπερσύγχρονου αμερικανικού στρατού με παμπάλαια όπλα, παρόλο που εκείνη την ημέρα έχασαν τη ζωή τους τουλάχιστον εκατό συμμαχητές τους, το ηθικό των Ταλιμπάν ήταν ακμαιότατο: «συνέχιζαν να ενθαρρύνουν ο ένας τον άλλον, επέμεναν ότι όχι μόνον κέρδιζαν, αλλά και πως θα μας αντιμετώπιζαν – ακόμη καλύτερα – και την επόμενη φορά».
Πέθαιναν και έδιναν κουράγιο!
Καθ’ όλη τη διάρκεια της παραμονής του Ιαν Φριτς στο Αφγανιστάν, οι Αμερικανοί κέρδιζαν διαρκώς έδαφος ενώ την ίδια ώρα οι Ταλιμπάν μετρούσαν νεκρούς και ήττες στα πεδία των μαχών. Ωστόσο δεν σταματούσαν ποτέ να πολεμούν τους εισβολείς και να συνομιλούν μεταξύ τους, λέγοντας σχεδόν πάντα τα ίδια πράγματα, είτε επρόκειτο για ανοησίες και αστεϊσμούς είτε για εμψυχωτικές κορόνες είτε για τα όποια σχέδιά τους όσον αφορά τον πόλεμο αλλά και την καθημερινότητά τους.
Ο Φριτς συνέχιζε να υποκλέπτει τις συνομιλίες των Ταλιμπάν, δίχως, ωστόσο, να κατανοεί το πραγματικό νόημά τους. Εως την ημέρα που αντιλήφθηκε πως οι ανοησίες και οι αστεϊσμοί αποσκοπούσαν στο να αποσπάται η σκέψη των μαχητών από την ανία του πολέμου, των επαναλαμβανόμενων μαχών στα ίδια μέρη κατά ενός ακόμη εισβολέα της πατρίδας τους. Οσον αφορά τα εμψυχωτικά λόγια που αντάλλασσαν μεταξύ τους, ο Φριτς διαπίστωσε τελικά πως επρόκειτο για «αυτοεκπληρούμενες προφητείες».
Γιατί ακόμα και «όταν είχε πολύ κρύο για τζιχάντ» οι Ταλιμπάν συνέχιζαν να εγκαθιστούν αυτοσχέδιους εκρηκτικούς μηχανισμούς, γιατί δεν σταμάτησαν να βάλλουν κατά μαχητικών αεροσκαφών αξίας πολλών εκατομμυρίων δολαρίων με Καλάσνικοφ που κατασκευάστηκαν πριν από μία τριακονταετία, γιατί όποτε οι Αμερικανοί και οι σύμμαχοί τους αποχωρούσαν από ένα χωριό, εκείνοι έσπευδαν να το ανακαταλάβουν. «Ανεξάρτητα από το τι κάναμε εμείς, από το πού πηγαίναμε ή από το πόσοι από αυτούς σκοτώνονταν, εκείνοι επέστρεφαν», αναγνωρίζει ο Ιαν Φριτς, και ολοκληρώνοντας το κείμενό του, αναφέρεται στη νέα πραγματικότητα, όπως αυτή διαμορφώνεται στο πολύπαθο Αφγανιστάν μετά την αποχώρηση των αμερικανικών δυνάμεων.
Ολοκληρωτική επικράτηση
Επειτα από έναν εικοσαετή πόλεμο κατά του πιο εύρωστου και προηγμένου στρατού στον κόσμο, οι Ταλιμπάν κρατούν και πάλι τα ηνία της χώρας. Τα όσα ελάχιστα επιτεύχθηκαν όσον αφορά τα δικαιώματα των γυναικών, την εκπαίδευση και την αντιμετώπιση της φτώχειας θα εξαλειφθούν, μαζί με κάθε ίχνος δημοκρατίας ενώ όσον αφορά την ειρήνη, θα επέλθει μόνον όταν κατατροπωθούν ή αφανιστούν οι όποιες εναπομείνασες αντιπολιτευόμενες δυνάμεις στη χώρα. «Οι Ταλιμπάν μας τα είπαν αυτά. Ή τουλάχιστον τα είπαν σε μένα», καταλήγει ο Φριτς.
Του είπαν για τα σχέδια, τις ελπίδες και τα όνειρά τους. Του είπαν επίσης πώς επρόκειτο να επιτύχουν τους στόχους τους και ότι τίποτα και κανένας δεν θα μπορούσε να τους σταματήσει. Του επισήμαιναν διαρκώς ότι ήταν σίγουροι πως ακόμη και εάν έχαναν τη ζωή τους, οι σύντροφοί τους θα συνέχιζαν την αποστολή τους έως ότου να την εκπληρώσουν. Του αποκάλυπταν επίσης τις λεπτομέρειες των επιθέσεων που σχεδίαζαν κατά των Αμερικανών – τι όπλα θα χρησιμοποιούσαν και πού θα χτυπούσαν, ευελπιστώντας να σκοτώσουν όσο το δυνατόν περισσότερους εχθρούς. Το κυριότερο, όμως, που οι Ταλιμπάν είπαν στον Ιαν Φριτς, ήταν κάτι που επί πολλά χρόνια πάρα πολλοί στη Δύση αρνούνταν να ακούσουν, να κατανοήσουν και να αποδεχτούν. «Το Αφγανιστάν είναι δικό μας», δεν σταμάτησαν να διατυμπανίζουν επί μία εικοσαετία οι Ταλιμπάν και τώρα δικαιώνονται με τον πλέον επώδυνο και τραγικό τρόπο.