Κρίση αυτογνωσίας; Μία ακόμη προσωπική ρετροσπεκτίβα; Ή μία ακόμη ευκαιρία για να «διαφημίσει» (προκαλώντας θόρυβο) την καλλιτεχνική του παρουσία αυτό το καλοκαίρι;
Ο,τι και αν ισχύει, το σίγουρο είναι ότι ο Λάκης Λαζόπουλος επιδιώκει για μία ακόμη φορά να σηκώσει ντόρο γύρω από το όνομά του με όσα λέει στην Εφημερίδα των Συντακτών του Σαββατοκύριακου για τη… γερμανική Ευρώπη, την Ελλάδα ως «χώρα χωρίς ταυτότητα», τη διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, τη σύμπραξη ΝΔ – ΠΑΣΟΚ, το ΚΚΕ, και τον Ελληνα που όπως λέει το μόνο που κάνει είναι να μουντζώνει και να μουντζώνεται…
Ο άνθρωπος που είχε χρησιμοποιήσει τη σάτιρα για να μουντζώσει -στην κυριολεξία και μεταφορικά- τους πολιτικούς αντιπάλους τού Αλέξη Τσίπρα και είδε, όπως πολλοί άλλοι ψηφοφόροι του, την «ελπίδα που ερχόταν» να απομακρύνεται με γοργά βήματα μετά τη μνημονιακή μετάλλαξη του ΣΥΡΙΖΑ, διαπιστώνει μεταξύ άλλων στη συνέντευξή του στη φιλοκυβερνητική εφημερίδα, ότι «το μόνο που κάνει ο Ελληνας με τα δυο του χέρια είναι να μουντζώνεται και να μουντζώνει άλλους…».
Η διαπίστωση αυτή έχει διττό νόημα: αφενός προέρχεται από τον Λαζόπουλο-κριτή του μέσου Ελληνα (τον οποίο προσπαθούσε με πάθος πριν από τρία χρόνια να «καθοδηγήσει» στην κάλπη) και αφετέρου από τον ίδιο τον εξαπατημένο υποστηρικτή-ψηφοφόρο του ΣΥΡΙΖΑ που βλέποντας το πρόσωπό του στον καθρέφτη σηκώνει τις δύο παλάμες του για να εκφράσει την απογοήτευσή του για τον ίδιο του τον εαυτό που πίστεψε (σ)τις «αυταπάτες» του Τσίπρα.
Ο άνθρωπος που είχε χρησιμοποιήσει την αναπηρία του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε στο όνομα της σάτιρας, τα βάζει εκ νέου με τη γερμανική κυριαρχία στην Ευρώπη, τη «Γερμανώπη», όπως την αποκαλεί, και παρομοιάζει την ΕΕ με ασφαλιστική εταιρεία στην οποία καλείται να πληρώσει η Ελλάδα υψηλά ασφάλιστρα υπό τον φόβο ενός πιθανού ατυχήματος!
«Η Γερμανία υπέγραψε νέο συμβόλαιο με την Ελλάδα. Αφού μας ξεφτίλισε, μας βάζει να υπογράψουμε για να υπάρχουμε στη… Γερμανώπη» αναφέρει χαρακτηριστικά, και χαριτολογώντας σημειώνει: «Απλώς παίρνουν πάρα πολλά λεφτά οι πούστηδες…».
Το απόσπασμα της συνέντευξης που παρουσιάζει για την προαναγγελία της η «Εφ. Συν»
«Αυτό που έχουμε είναι μια Γερμανική Ενωση που προσπαθεί να γίνει Ευρωπαϊκή. Αποτυχημένα. Εχω μύριες διαφωνίες, αλλά εμείς έπρεπε να μείνουμε σε αυτήν. Η Γερμανία που παράγει πράγματα θεωρεί τις άλλες χώρες σαν… ταμπλ ντοτ. Δηλαδή, η Ελλάδα θα δίνει τον χρόνο για παράδειγμα 50 δισ. ευρώ αγοράζοντας φρεγάτες, υποβρύχια. (…) Κάθε φορά που μπλοκάρει αυτό το σύστημα, βάζουν μια νέα χώρα στην ΕΕ, της δίνουν έργα, όλες οι χώρες συμβάλλουν οικονομικά, αλλά τα έργα τα παίρνουν αυτοί που έχουν τεχνογνωσία, δηλαδή οι Γερμανοί. Η Γερμανία έχει φτιάξει το μοντέλο με βάση αυτά που παράγει η ίδια και καταστρέφει το μοντέλο που έχω φτιάξει εγώ ως γεωργική χώρα. Με διαλύει ως παραγωγική χώρα, αυτό έκανε στα χρόνια του Σημίτη. Είμαστε χώρα χωρίς ταυτότητα, δεν πιστεύει στο χώμα της, στη γη της. Το μόνο που κάνει ο Ελληνας με τα δυο του χέρια είναι να μουντζώνεται και να μουντζώνει άλλους. (…) Ομως αν η Ελλάδα κινδυνεύσει, η Ευρώπη μπορεί να συσπειρωθεί και να μη μείνω μόνος μου στο Αιγαίο. Και σε εποχές παγκοσμιοποίησης που οι θυμοί είναι ανεβασμένοι χρειάζονται συμμαχίες. Αρα η ΕΕ είναι ένας είδος… ασφαλιστικής εταιρείας που πληρώνουμε πάρα πολλά λεφτά μην τυχόν συμβεί το ατύχημα. Απλώς παίρνουν πάρα πολλά λεφτά οι πούστηδες. (Γελά.) Η Γερμανία υπέγραψε νέο συμβόλαιο με την Ελλάδα. Αφού μας ξεφτίλισε, μας βάζει να υπογράψουμε για να υπάρχουμε στη… Γερμανώπη».
Κληθείς τέλος να απαντήσει σε όσους τον κατηγορούν για εμμονική στάση στη σάτιρα , ο Λάκης Λαζόπουλος εκτιμά πως «η φράση εμμονική στάση είναι φράση που μπορεί να αποδοθεί σε έναν καλλιτέχνη», υποστηρίζοντας ότι η εμμονική αυτή σχέση «δημιουργεί τέχνη».
«Ακόμα κι ο Φασιανός μπορεί να θεωρηθεί εμμονικός, αφού ζωγραφίζει ανθρώπους με καπέλα, ή ο Γαΐτης, με τα ανθρωπάκια του. (…) Θα πάω στον Αριστοφάνη. Βρίζει τον Ευριπίδη από το πρωί μέχρι το βράδυ. Στους ‘Βατράχους’ που παίζω φέτος» λέει, κάνοντας και την απαραίτητη διαφήμιση στη θερινή καλλιτεχνική του παρουσία, «επειδή έχει πεθάνει ο Ευριπίδης και νιώθει ενοχές, επειδή έχει πέσει το πνευματικό επίπεδο, βάζει τον Διόνυσο να κάνει διαγωνισμό στον Κάτω Κόσμο και στο τέλος ανεβάζει τον Αισχύλο ενισχύοντας την άποψη της επιστροφής στην ολιγαρχία. Γιατί δεν ανεβάζει κάποιον πιο δημοκρατικό, τον Ευριπίδη; Οποιος διαβάσει Αριστοφάνη θα δει ότι τα πρόσωπα που αναφέρει επανέρχονται σαν να είναι αυτά που του χτυπούν το νευρικό σύστημα. Θεωρεί δηλαδή ότι αυτοί είναι σημαδούρες μιας εποχής» αναφέρει στη συνέντευξή του που φιλοξενείται στο φύλλο της «Εφ.Συν.» του Σαββατοκύριακου.