Υπάρχουν διαφορετικοί τρόποι να διαβάζει κανείς τα πράγματα. Υπάρχουν και διαφορετικοί τρόποι να πορεύονται τα πολιτικά συστήματα. Όταν ξέσπασε η κρίση, ο Ομπάμα επέλεξε τον δικό του τρόπο να την αντιμετωπίσει – προφανώς όχι μόνος, αλλά συνδιαμορφώνοντας την πολιτική του με τις πολιτικές δυνάμεις που τον στηρίζουν, με το πολιτικό-οικονομικό σύστημα και κατεστημένο της Ουάσινγκτον, αλλά και με τον τραπεζικό πυλώνα των Ηνωμένων Πολιτειών, με τα καλά του και με τα στραβά του.
Στις εκλογές που μόλις έγιναν, όλα αυτά κρίθηκαν. Προηγήθηκε μία μακρά προεκλογική περίοδος, με σκαμπανεβάσματα, με προσωπικές συγκρούσεις και ενίοτε με γραφικότητες. Όλα αυτά, πέρασαν όμως. Το αμερικανικό πολιτικό σύστημα και η κοινωνία, που κακώς ορισμένοι θεωρούν «διχασμένη», θα ανασκουμπωθούν από αύριο το πρωί και θα κάνουν τη δουλειά τους. Η Δημοκρατία λειτούργησε, όπως ακριβώς συμβαίνει στην Αμερική από το 1824 – με τους Δημοκρατικούς να αντιμετωπίζουν τους Ρεπουμπλικάνους σε αμφίρροπες (σχεδόν όλες!) προεδρικές εκλογές, όπου ποτέ δεν ξεπέρασε κάποιο από τα δύο κόμματα το 60%, χωρίς αυτό να εμποδίσει (σχεδόν ποτέ!) την ομαλή εξέλιξη του πολιτικού βίου.
Με αυθορμητισμό και με μία τάση υπερ-απλούστευσης της κατάστασης που διαμορφώνεται την επαύριο της εκλογής του νέου Αμερικανού Προέδρου, στην Αθήνα ο πολιτικός κόσμος στη μεγάλη πλειοψηφία του σχεδόν πανηγύρισε την επανεκλογή του, μεταδίδοντας αισιοδοξία – λες και η φράση-σύνθημα που έριξε χαμογελαστός ο Ομπάμα από την εξέδρα του “πάρτι της νίκης” στο Σικάγο ( “για την Αμερική, τα καλύτερα είναι μπροστά…”) είχε ειπωθεί για την Ελλάδα. Λένε οι περισσότεροι: ο Ομπάμα μπορεί να πιέσει τη Μέρκελ και μπορεί να απαιτήσει από τους Ευρωπαίους να το «πάρουν αλλιώς» με την οικονομική κρίση. Εγώ πάλι, λέω: ο Ομπάμα δεν υπάρχει καμία απολύτως περίπτωση να συγκρουστεί με τους Ευρωπαίους για όσα ορισμένοι εξ ημών (ενδεχομένως και οι περισσότεροι – δεν το ξέρω) θεωρούν “σωστά και δίκαια για την Ελλάδα”. Μπορεί να πιέσει το Βερολίνο, αλλά καλό είναι να έχουμε στο νου μας πως αυτή η πίεση θα ασκηθεί μόνο υπό τον όρο πως η Ελλάδα θα τηρεί τις δεσμεύσεις της και θα υλοποιεί μεταρρυθμίσεις, που θα κάνουν την οικονομία της να μοιάζει περισσότερο με τις οικονομίες της Δύσης.
Αυτό είναι το δικό μου συμπέρασμα, έχοντας ρίξει μία προσεκτική ματιά σε ορισμένες από τις σημαντικότερες προεκλογικές ομιλίες και συνεντεύξεις που έδωσε ο Ομπάμα τις προηγούμενες εβδομάδες. Σε αυτές, εκτός από το μήνυμα που επαναλάμβανε σταθερά, ότι πρέπει να κινηθούν οι Ευρωπαίοι γιατί αν αφήσουν ανεξέλεγκτη την κρίση της ευρωζώνης θα υπονομεύσει την ανάκαμψη των ΗΠΑ, ο Αμερικανός Πρόεδρος έλεγε και άλλα. Όπως η φράση του στο “60 minutes” (που παρακολουθεί η μισή Αμερική) ότι επί των ημερών του “το κράτος μεγάλωσε με χαμηλότερους ρυθμούς, σε σύγκριση με όλες τις προηγούμενες κυβερνήσεις από την εποχή του Αιζενχάουερ”, αλλά και η ατάκα του στο δεύτερο debate με τον Ρόμνει, ότι “η μείωση του δημοσίου χρέους αποτελεί ηθική υποχρέωση προς την επόμενη γενιά”. Αλήθεια, αυτό το τελευταίο δεν σας θυμίζει κάτι από Σόιμπλε;
Μπορεί κανείς να υποστηρίξει ότι πρόκειται για δευτερεύουσες τοποθετήσεις του Ομπάμα. Εγώ δεν το νομίζω. Αντίθετα, νομίζω ότι είναι πράγματι θετικό το γεγονός ότι επανεξελέγη στην αμερικανική προεδρία, γιατί δείχνει εμπράκτως ενδιαφέρον για όσα δραματικά συμβαίνουν στην Ευρώπη – και πάντως αντιλαμβάνεται πως αμερικανική και ευρωπαϊκή οικονομία λειτουργούν ως συγκοινωνούντα δοχεία. Ωστόσο, είναι καλό να έχουμε κατά νου, ότι ο Ομπάμα έχει τη δική του δουλειά και εμείς τη δική μας. Και – παρά τα περί του αντιθέτου θρυλούμενα – η πρώτη έγνοια του δεν θα είμαστε εμείς.