Την Τετάρτη 1η Αυγούστου 2012, είχα μία από τις σπάνιες ευκαιρίες στη ζωή μου να βρεθώ απέναντι σε έναν από τους πρωταγωνιστές της σύγχρονης Ιστορίας της Μέσης Ανατολής. Ξύπνησα πρωί – πρωί στο ξενοδοχείο American Colony στα Ιεροσόλυμα και πήγα δύο ώρες νωρίτερα (ήταν και τα μέτρα ασφαλείας…) στο προκαθορισμένο ραντεβού μου για μία συνέντευξη με τον Πρόεδρο του Ισραήλ, Σιμόν Πέρες. Ήταν μία συνέντευξη – ποταμός, που είχε απ’ όλα: ένα στοιχείο προσωπικής εξομολόγησης για τον πατέρα του και την Ελλάδα, μερικές «φιλικές συμβουλές» για την αντιμετώπισης της οικονομικής κρίσης, ένα μήνυμα για τις ελληνοισραηλινές σχέσεις και – προς το τέλος – αυτά που ίσως φαίνονται πιο «ειδικά» για τη Μέση Ανατολή. Μου είπε τί νομίζει ότι πρέπει να γίνει με τη Συρία και στο τέλος του έκανα δύο ερωτήσεις για το Ιράν. Το στοιχείο που με είχε εντυπωσιάσει τότε, ήταν η ευθεία απάντηση που μου έδωσε στο ερώτημα, εάν «έβλεπε» μία προληπτική επίθεση κατά της Τεχεράνης. Ο νομπελίστας Σιμόν Πέρες δεν μοιάζει καθόλου με Ελληνα πολιτικό. Αντί να μασήσει τα λόγια του και να το γυρίσει στη διπλωματία, μου απάντησε ευθέως «ναι».
Εκατό ημέρες αργότερα, το Ισραήλ δεν ασχολείται με το Ιράν, αλλά ετοιμάζεται για ένα γύρο χερσαίων επιχειρήσεων στη Λωρίδα της Γάζας, ως απάντηση στην κίνηση της Χαμάς να δεχθεί ως «δώρο» από την Τεχεράνη και να εκτοξεύσει πολλές δεκάδες ιρανικές ρουκέτες μεγάλου βεληνεκούς Fajr-5 με στόχο το Τελ Αβίβ, τα Ιεροσόλυμα και το λιμάνι της Ασντόντ. Είναι μία κίνηση χωρίς προηγούμενο και οι Ισραηλινοί κινούνται ήδη για να απαντήσουν με τη λογική της «πρόληψης»: δεν είναι διατεθειμένοι να επιτρέψουν στην Χαμάς να διατηρήσει μία τέτοια τακτική, επιχειρησιακή δυνατότητα. Το Τελ Αβίβ έχει άλλωστε πολλούς πονοκεφάλους τελευταία για να συμβιβαστεί με την ιδέα ενός επιπλέον…
Πρώτον, είναι η απώλεια της ισορροπίας στις σχέσεις του Ισραήλ με τους γείτονές του. Στην Αίγυπτο επικράτησε η Μουσουλμανική Αδελφότητα με την ανάδειξη του Μόρσι στην Προεδρία. Ο νέος Αιγύπτιος ηγέτης αποδεικνύεται στην πράξη ότι δεν ήρθε για να γίνει μία μαριονέτα στα χέρια των στρατηγών. Αν και είναι νωρίς, είναι εύκολο να προβλέψει κανείς, ότι είναι μάλλον αδύνατο να γίνει ένας άλλος Μουμπάρακ. Δεν προέρχεται από τον στρατό, δεν εμπιστεύεται τους στρατηγούς και δεν τον εμπιστεύονται, ενώ έδωσε ήδη δείγματα γραφής που μαρτυρούν αποφασιστικότητα, όταν αγνόησε τις ενστάσεις του Συνταγματικού Δικαστηρίου και έδωσε εντολή να συγκροτηθεί σε σώμα το Κοινοβούλιο της χώρας του. Στην πορεία, φρόντισε και να καταστήσει σαφές ότι επί των ημερών του η Αίγυπτος θα επιχειρήσει να ανακτήσει και να διατηρήσει τον ηγετικό της ρόλο στον αραβικό κόσμο, διαμηνύοντας ότι δεν είναι διατειθεμένος να γίνει κομπάρσος του Ταγίπ Ερντογάν και της Τουρκίας. Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει ότι η Αίγυπτος ξέχασε τα πικρά μαθήματα από τις συγκρούσεις του παρελθόντος με το Ισραήλ, ή ότι ο Μόρσι είναι ένας άφρων που θα εμπλέξει την χώρα του σε πολέμους και περιπέτειες. Στην ημερήσια ανάλυσή της για τη Μέση Ανατολή, στις 17 Νοεμβρίου, η STRATFOR εξηγούσε ότι «αν η Αίγυπτος μεταβάλει στάση και δεν κρατήσει τα σύνορά της κλειστά στη διάρκεια μίας χερσαίας (ισραηλινής) εισβολής στη Γάζα… τότε το Ισραήλ θα πρέπει να στείλει στρατεύματα κατά μήκος στων συνόρων με την Αίγυπτο για να αποκόψει τα παλαιστινιακά εδάφη. Αυτό θα έφερνε τα Ισραηλινά και Αιγυπτιακά στρατεύματα εγγύτερα από όσο έχουν βρεθεί εδώ και δεκαετίες, αυξάνοντας τους κινδύνους και για τις δύο πλευρές». Μέχρι στιγμής, όμως, δεν υπάρχει καμία τέτοια ένδειξη…
Δεύτερο νέο δεδομένο, που δεν μπορεί να αγνοήσει το Ισραήλ, είναι η αποσταθεροποίηση στην Συρία. Γιατί το Ισραήλ γνωρίζει πως η Τεχεράνη βρίσκεται σε ανοιχτή γραμμή με την Χεζμπολάχ και το Ιράν θα ήθελε πολύ να κάνει μία επίδειξη δύναμης, βάζοντας την Χεζμπολάχ να ανοίξει δεύτερο μέτωπο, στα σύνορα του Ισραήλ με το Λίβανο. Ωστόσο, η Χεζμπολάχ έχει τους δικούς της μπελάδες και είναι πολύ επιφυλακτική. Καθώς ο εμφύλιος μαίνεται στη Συρία, η Χεζμπολάχ γνωρίζει πως ο Λίβανος είναι εύκολο να ακολουθήσει, ανά πάσα στιγμή. Σε μία τέτοια περίπτωση, θα είναι υποχρεωμένη να αγωνιστεί στο εσωτερικό για να διατηρήσει την ισχύ της και δεν είναι σε θέση να ρισκάρει, συγκρουόμενη ταυτόχρονα με το Ισραήλ.
Πέρα από τις αμυντικές ισορροπίες στην περιοχή, υπάρχουν και δύο στοιχεία που πρέπει να έχουμε από δω κι εμπρός κατά νου, στο διπλωματικό πεδίο.
Το πρώτο, είναι η εκκωφαντική σιωπή των Αμερικανών και των Ευρωπαίων. Αυτοί που συνήθως έσπευδαν να παρέμβουν και να αναλάβουν ειρηνευτικές ή άλλες διαμεσολαβητικές πρωτοβουλίες σε κάθε ανάφλεξη, εδώ και πολλές ημέρες παρακολουθούν από μακριά τη δραματική κλιμάκωση. Ο Ομπάμα υλοποιεί την εξωτερική πολιτική που όλοι οι αναλυτές προέβλεπαν, πριν απο τις αμερικανικές εκλογές: εξωτερική πολιτική της ελάχιστης παρεμβατικότητας.
Όσο για τους Ευρωπαίους, θα χρειαστεί χρόνος μέχρι να κινηθούν. Ακόμη δεν είναι και σίγουροι τί πρέπει να κάνουν με την Συρία…
Το δεύτερο ενδιαφέρον στοιχείο, είναι η σκληρή γραμμή του Ερντογάν. Παρά το γεγονός ότι η παρατεταμένη ψυχρότητα στις σχέσεις Αγκυρας – Τελ Αβίβ στοιχίζει μέχρι στιγμής στην Τουρκία (έχασε τη στήριξη του εβραϊκού λόμπι στις ΗΠΑ, βλέπει να ενισχύονται σταθερά οι σχέσεις Ελλάδας – Κύπρου – Ισραήλ), ο Ερντογάν παραμένει προσηλωμένος στο στόχο της οικοδόμησης ηγετικού ρόλου στο μουσουλμανικό κόσμο και επιμένει ότι οι τρεις όροι που έχει θέσει προς το Τελ Αβίβ για εξομάλυνση των σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών, είναι αδιαπραγμάτευτοι. Ο Ερντογάν ζητεί επίσημη απολογία για τους νεκρούς του Navi Marmara, αποζημίωση των οικογενειών τους και (το απραγματοποίητο…) να αρθεί ο αποκλεισμός της Γάζας. Πρόσφατα, ένας Ισραηλινός διπλωμάτης δήλωσε υπό τον όρο της ανωνυμίας στην Deutsche Welle, ότι «η κυβέρνηση Ερντογάν εγκατέλειψε τις καλές σχέσεις με το Ισραήλ, με αντάλλαγμα την αύξηση της τουρκικής επιρροής στον αραβικό κόσμο…»
Συνοψίζοντας την κατάσταση, καταλήγω προσωπικά στο συμπέρασμα ότι η έναρξη χερσαίων επιχειρήσεων του ισραηλινού στρατού στη Γάζα είναι απλώς θέμα χρόνου και ουδείς πρόκειται να κινηθεί για να τις εμποδίσει – διπλωματικά ή στρατιωτικά. Η Αίγυπτος δεν θέλει, η Συρία σπαράσσεται, η Χεζμπολάχ έχει άλλες αγωνίες λόγω Συρίας και το Ιράν πολύ θα το ήθελε, αλλά δεν είναι σε θέση να κάνει κάτι παραπάνω από το να στέλνει ρουκέτες Fajr-5 στην Χαμάς.
Και επειδή η Χαμάς γνωρίζει ότι Αμερικανοί και Ευρωπαίοι δεν είναι διατεθειμένοι να ασχοληθούν με μία κατάσταση που είναι πολιτικά αδιέξοδη επί του παρόντος, δεν ελπίζει ούτε σε διαμεσολαβητικές κινήσεις. Απομένει η Τουρκία, που θέλει να στηρίξει πολιτικά την Χαμάς – αλλά για λόγους που σχετίζονται περισσότερο με φιλοδοξίες και προσωπικά σχέδια του Ερντογάν.
Στο μεταξύ, ο Ιανουάριος είναι πολύ κοντά και ο Νετανιάχου έχει μόνο να κερδίσει από μία (λελογισμένη) επίδειξη ισχύος στη Γάζα. Ο αντικειμενικός σκοπός (που νομιμοποιείται επαρκώς στα μάτια της Δύσης) είναι να διασφαλίσει το Ισραήλ ότι θα σταματήσουν να εκτοξεύονται νυχθημερόν ρουκέτες προς το Τελ Αβίβ και τις άλλες μεγάλες πόλεις. Ο Νετανιάχου θα βγει θριαμβευτής, εφόσον ο ισραηλινός στρατός καθαρίσει αυτό το ζήτημα, ενώ το πιθανότερο είναι ότι σε εκείνο το σημείο το Ισραήλ θα κάνει απευθείας διαπραγμάτευση με την Χαμάς για κατάπαυση του πυρός. Γιατί ούτε οι Ισραηλινοί θέλουν να μείνουν μόνιμα στη Γάζα, ούτε η Χαμάς θα τραβήξει το σχοινί ρισκάροντας – από ένα σημείο και πέρα – εμπλεκόμενη σε μία τελειωτική σύγκρουση, που ίσως την εκτοπίσει από την εξουσία στη Γάζα.
Αν τα πράγματα εξελιχθούν πράγματι έτσι, ή κάπως έτσι, τότε η Χαμάς θα μπορεί να ισχυρίζεται ότι βρήκε τον τρόπο να απειλήσει στο μέλλον το Ισραήλ και θα έχει καταξιωθεί ακόμη περισσότερο στις συνειδήσεις των Παλαιστινίων, φιλοδοξώντας να επεκτείνει την επιρροή της στη Δυτική Όχθη.
Αντίστοιχα, το Ισραήλ θα έχει «τσεκάρει» σε πραγματικές συνθήκες τις αντιδράσεις της Δύσης και του αραβικού κόσμου, απέναντι στις μονομερείς κινήσεις του στη Μέση Ανατολή. Μπορεί να ακούγεται τραβηγμένο, αλλά εμένα μου φαίνεται ότι από αυτό το σημείο δεν απέχει και πάρα πολύ μία αντίστοιχη μονομερής επέμβαση στο Ιράν. Θυμηθείτε: ο Πέρες δεν την απέκλεισε και υπάρχει το προηγούμενο του ισραηλινού χτυπήματος στα πυρηνικά εργοστάσια του Ιράκ, τη δεκαετία του ‘80. Την επόμενη ημέρα, η ερώτηση των Αμερικανών στους Ισραηλινούς δεν ήταν «γιατί το κάνατε χωρίς να μας ειδοποιήσετε;», αλλά «πώς τα καταφέρατε;»