Απομεσήμερο χθες, ώρα τρεις, οι δημοσιογράφοι έπαιρναν θέσεις στην τραπεζαρία της γερμανικής πρεσβευτικής κατοικίας, ανταποκρινόμενοι στην πρόσκληση για συζήτηση μισής ώρας με τον Πέερ Στάινμπρουκ.
Ο υποψήφιος καγκελάριος των Σοσιαλδημοκρατών του SPD, παίρνει τον λόγο, χαιρετά στα αγγλικά και συνεχίζει στα γερμανικά. Περιμένοντας τη μετάφραση, τον παρατηρώ: ευγενής, σοβαρός, αγέλαστος. Ακόμη και τα ελάχιστα γερμανικά που πιάνω, ωστόσο, διαφέρουν από εκείνα της Μέρκελ. Μετρώ 3-4 φορές στο πρώτο πεντάλεπτο τη λέξη “solidaritet” (αν το γράφω σωστά στα γερμανικά…) – δηλαδή: αλληλεγγύη. Και η μεταφράστρια μεταφέρει το μήνυμά του, καθώς ζητά «κατανόηση για τις θυσίες του ελληνκού λαού».
Συγκρατώ τα βασικά σημεία από την εισαγωγή και τις απαντήσεις που πρόλαβε να δώσει:
- Η Ελλάδα δεν πρέπει να αξιολογείται μόνο με οικονομικά κριτήρια από τη Γερμανία. Πρέπει να διασφαλιστεί σε κάθε περίπτωση, η ομαλότητα και η σταθερότητα για την κοινωνία. Είναι επείγον να κάνουμε κάτι για την ανεργία των νέων, που ξεπέρασε το 50%
- Σημασία έχει να προχωρήσει ο κυβερνητικός συνασπισμός στην Ελλάδα, ώστε να δούμε αποτελέσματα
- Είναι επιβεβλημένο να στηριχθεί η ανάπτυξη, με ενισχύσεις από την Ευρωπαϊκή Ενωση και την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων
- Πρέπει να υλοποιηθεί η μεταρρύθμιση στη δημόσια διοίκηση. Χωρίς αυτήν δεν θα έρθουν επενδύσεις…
- Απορρίπτει ένα νέο «κούρεμα» στο ελληνικό χρέος (που θεωρεί, σας θυμίζω, απαραίτητο το ΔΝΤ). Γιατί αν γίνει κάτι τέτοιο, λέει, θα τεθεί θέμα και για τα ελληνικά ομόλογα που κατέχει ο δημόσιος τομέας στην Ευρώπη «και ξέρετε τί λένε στην ΕΚΤ…»
- Είναι πολύ αυστηρός με την Κύπρο. «Πρώτα να μας πει τί θα κάνει με το σπίτι της και μετά θα της δείξουμε την αλληλεγγύη μας».
Σε οκτώ μήνες, ο Στάινμπρουκ θα κριθεί από τους Γερμανούς ψηφοφόρους ως αντίπαλος της Μέρκελ στις εκλογές.
Σε αυτό το σημείο, ας αφήσουμε για λίγο το Βερολίνο, για να πεταχτούμε στο Παρίσι. Ας θυμηθούμε τί περιμέναμε από τον Ολάντ. Τον περιμέναμε, περίπου, ως Μεσσία. Και έκανε, αλήθεια, μεγάλη προσπάθεια για να βοηθήσει την Ελλάδα – αλλά δεν μπορούσε να κάνει και θαύματα…
Πίσω στις γερμανικές εκλογές και στις «ελπίδες» πολλών εδώ στην Αθήνα, να «ηττηθεί» η Μέρκελ – δηλαδή να υποχρεωθεί να σχηματίσει κυβέρνηση «μεγάλης συμμαχίας» με τους Σοσιαλδημοκράτες. Αυτό το σενάριο παρουσιάζεται ως το «ιδανικό» για την Ελλάδα – αντί της επανάληψης του σεναρίου μίας κυβέρνησης Χριστιανοδημοκρατών – Φιλελευθέρων. Προσωπικά, διατηρώ μεγάλες επιφυλάξεις. Γιατί θυμάμαι ακόμη, όσα άκουσα με τα αυτιά μου από δύο Σοσιαλδημοκράτες βουλευτές, πριν από δύο μήνες στο Βερολίνο, σε μία κουβέντα για λίγους δημοσιογράφους με μέλη της επιτροπής Ευρωπαϊκών Υποθέσεων της Bundestag.
Η Marianne Schieder εξηγούσε συνοπτικά τη «γραμμή» του κόμματος: «Το χρέος επιδεινώθηκε, λόγω της λιτότητας. Οι προβλέψεις της Τρόικας είναι υπερβολικά αισιόδοξες. Οι περικοπές οδήγησαν στην κατάρρευση. Η Ελλάδα πρέπει να επιστρέψει στην οδό της ανάπτυξης. Να αυξηθούν οι μισθοί – όχι να γίνουν όπως ήταν πριν – αλλά να μπορούν οι Ελληνες να καταναλώνουν για να βοηθήσουν την ανάπτυξη».
Και ο Achim Barchman, ειδικός εισηγητής του SPD για την Ελλάδα συμπλήρωνε: «Ο δημόσιος τομέας είναι υπερβολικά διογκωμένος. Πρέπει να πάρετε μέτρα για σαφέστερες δομές. Τα συνδικάτα στη Γερμανία συνέβαλαν όταν χρειάστηκε να γίνουν μεταρρυθμίσεις και θυσίες. Αυτό λείπει από την Ελλάδα…».
Το πνεύμα του SPD είναι σίγουρα διαφορετικό από εκείνο των Χριστιανοδημοκρατών του CDU. Η γλώσσα είναι διαφορετική και ο σεβασμός απέναντι στους Ελληνες υπάρχει κάπου εκεί…
Αλλά είναι μία άλλη ιστορία, αν θα απαιτήσουν οι Σοσιαλδημοκράτες από τη Μέρκελ να «αλλάξει πολιτική» – στην περίπτωση που θα γίνουν κυβερνητικοί εταίροι της. Και, για να είμαι ειλικρινής, εμένα μου φαίνεται ότι ο Στάινμπρουκ μας έδωσε την ίδια ακριβώς «συμβουλή», που μας δίνουν όλοι οι λογικοί άνθρωποι στην Ευρώπη, αυτή την ώρα που μιλάμε. Η συμβουλή είναι απλή: ξεβολευτείτε και αλλάξτε την Ελλάδα, όσο είναι καιρός.