Μια φίλη που ζεί στην πλατεία Βικτωρίας υποστήριζε θερμά τη συγκατοίκησή της της με το πολύχρωμο πλήθος των γειτόνων της και τις πολιτισμικές τους ιδιαιτερότητες. Στην αρχή. Με το πέρασμα του χρόνου όμως, οι άγριες ενδοκοινοτικές τους συγκρούσεις, η παντελής αδυναμία συνεννόησης για τα καθημερινά προβλήματα που γεννά μια συγκατοίκηση, ο αέρας μιας διάχυτης και μη εντοπισμένης «απειλής» από εκατοντάδες έγχρωμους που σουλατσάρουν άπραγοι στην περιοχή και τα πολλαπλά κρούσματα εγκληματικότητας, την ωθούν να μετακομίσει. Μια άλλη φίλη ζεί στο Χαλάνδρι, σε μια ακριβή γειτονιά της περιοχής και οι συγκάτοικοί της στον όροφο της πολυκατοικίας είναι μεγαλοστελέχη πολυεθνικής εταιρείας που προέρχονται από μιαν ανατολικο-ευρωπαϊκή χώρα. Κάθε μέρα βγαίνοντας απ΄το ασανσέρ αντικρύζει μια ντουζίνα υποδημάτων (των συγκατοίκων), καθώς σύμφωνα με την κουλτούρα των γειτόνων της το σπίτι τους πρέπει να μένει αμόλυντο από τις σόλες των υποδημάτων, ενώ τα παιδιά της πέφτουν θύματα της ροχάλας των γειτόνων παίζοντας στον κήπο της πολυκατοικίας. Η μητέρα μιας φίλης στην Κυψέλη περικυκλώθηκε από μια ομάδα τσιγγάνων (συγκατοίκων της στην πολυκατοικία) που ήθελαν να της πούν τη μοίρα της κι έχασε τη σύνταξή της, μόλις την είχε εισπράξει από την Τράπεζα. Όλοι μας έχουμε δεκάδες τέτοιες ιστορίες να διηγηθούμε – πού καταλήγουν όμως, όλα αυτά;
Στις σύγχρονες κοινωνίες η μετανάστευση (νόμιμη ή παράνομη) είναι μια πραγματικότητα. Και κανείς δεν μπορεί να μεμφθεί τους φτωχοδιάβολους που φεύγουν από την άκρη του κόσμου, θύματα δουλεμπόρων σχεδόν όλοι, ελπίζοντας σε μια καλύτερη ζωή. Επίσης δεν μπορούμε να τους μεμφθούμε που είναι λιγνοί, άπλυτοι και ανήμποροι. Εξίσου δεν μπορούμε να μεμφθούμε τους συμπολίτες μας, που βλέπουν να μεταλλάσσεται επί τα χείρω η καθημερινότητά τους και που καλούνται να αντιμετωπίσουν μόνοι ένα σοβαρό πρόβλημα που ακούμπησε στο κατώφλι τους η σύγχρονη πραγματικότητα. Και οι δύο πλευρές έχουν δίκιο – υπάρχει λύση;
Ο Πρόεδρος Σαρκοζύ έδιωξε με συνοπτικές διαδικασίες το τελευταίο εξάμηνο κάπου 10.000 τσιγγάνους από τη χώρα του, επικαλούμενος την ευρωπαϊκή νομοθεσία που ορίζει ότι στη μετακίνησή του ένας ευρωπαίος πολίτης σε χώρα-μέλος της ΕΕ, μπορεί να μετεγκατασταθεί για ένα διάστημα τριμήνου και πέραν τούτου, μόνον εφόσον έχει αποκτήσει άδεια εργασίας. Ο Πρόεδρος Σαρκοζύ εγκαλείται για την κίνησή του αυτή, αφενός διότι απεδείχθη (μέσω της δημοσιοποίησης μιας εγκυκλίου του υπουργείου Εσωτερικών) πως είχε «στοχευμένη δράση» σε βάρος των Ρομ «κατά προτεραιότητα», προτάσσοντας με άλλα λόγια κριτήρια διάκρισης και αφετέρου, διότι οι μαζικές απελάσεις έγιναν αδιάκριτα (χωρίς να ελεγχθεί δηλαδή η κάθε περίπτωση ξεχωριστά), σε κλίμακα δυσανάλογη προς την «απειλή στη δημόσια ασφάλεια» που επικαλέστηκαν οι γαλλικές αρχές και σε συνθήκες παραβίασης των θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Οι δημόσιοι διαπληκτισμοί που ακολούθησαν ανάμεσα στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τον Πρόεδρο Σαρκοζύ, ανέδειξαν και μερικά άλλα σοβαρά προβλήματα: 1) αμυνόμενος ο Γάλλος Πρόεδρος είπε ανακρίβειες εμπλέκοντας και την Άγκελα Μέρκελ στην ιστορία, υποστηρίζοντας δηλαδή ότι η Γερμανίδα καγκελάριος του εκμυστηρεύθηκε πως θα απελάσει και η ίδια τους Ρομ από τη χώρα της – ισχυρισμός που αμέσως διαψεύστηκε από το Βερολίνο. 2) Η γαλλική κυβέρνηση αμφισβήτησε τον ρόλο της Επιτροπής ως θεσμού που εγγυάται την εφαρμογή των ευρωπαϊκών συνθηκών, προκαλώντας μια σοβαρή αναταραχή στη θεσμική λειτουργία της ΕΕ και νέο κύκλο αντιπαράθεσης ανάμεσα στα κράτη-μέλη, την Επιτροπή και την Ευρωβουλή 3) Ο Γάλλος Πρόεδρος αντιδρώντας στις επισημάνσεις της αρμόδιας επιτρόπου Βίβιαν Ρέντινγκ υπερέβη τα εσκαμμένα προκαλώντας την να εγκαταστήσει στο Λουξεμβούργο (χώρα καταγωγής της) τους απελαθέντες. Το σχόλιο του Ν.Σαρκοζύ ήταν πολλαπλά άστοχο, αφενός διότι η επίτροπος εκφράζει την ΕΕ και όχι την χώρα καταγωγής της και αφετέρου, διότι απεκάλυψε την προκατάληψή του για το Λουξεμβούργο, που κρατά από την εποχή της διαμάχης για το τραπεζικό απόρρητο. 4) Η γαλλική κυβέρνηση υπέδειξε στην κ.Ρέντινγκ «να μη μιλά έτσι σε μια μεγάλη χώρα, όπως είναι η Γαλλία», με άλλα λόγια υπαινίχθηκε ότι η Επιτροπή μπορεί να αναλαμβάνει υπηρεσία μόνον έναντι των μικρών χωρών… Και 5) Η γαλλική κυβέρνηση αντέδρασε έντονα σε μιαν ιστορική ακρίβεια – στη φράση της κ.Ρέντινγκ πως «νόμιζα ότι οι μαζικές απελάσεις έληξαν τον Β΄Παγκόσμιο Πόλεμο». Η φράση ήταν ασφαλώς δηκτική αλλά ταυτόχρονα ιστορικά ακριβής, καθώς το Ολοκαύτωμα είναι γνωστό στην ιστορία των Ρομ ως ο «μεγάλος όλεθρος», αφού παρά τα ελλειπή ιστορικά στοιχεία που υπάρχουν (λόγω της νομαδικής φύσης της ζωής τους) υπολογίζεται ότι τότε σκοτώθηκαν πολλές εκατοντάδες χιλιάδων τσιγγάνων – οι ερευνητές μιλούν για 250.000 ως 1.5 εκ.
Η ιστορία αυτή που έλαβε ανεξέλεγκτες διαστάσεις, ανέδειξε τα προβλήματα συγκατοίκησης που υπάρχουν στις σύγχρονες κοινωνίες με τις μειονότητες – όπου προκαταλήψεις αλλά και προβλήματα που προκύπτουν απ΄την αδυναμία ενσωμάτωσής τους στα κοινωνικά μας πρότυπα, εμπεδώνουν στη συλλογική συνείδηση την εξίσωση: μειονότητα=εγκληματικότητα.
Υπάρχει λύση; Αναμφίβολα υπάρχει προσπάθεια λύσης – που σπανίως καταβάλλεται. Ο Ούγγρος επίτροπος Λάζλο Άντορ (αρμόδιος για θέματα κοινωνικής ενσωμάτωσης) είπε τις προάλλες για τη «επιτυχή πολιτική» ενσωμάτωσης των Ρομ στην κοινωνία, που άσκησε η Ισπανική κυβέρνηση. Η αντιπρόεδρος Βίβιαν Ρέντινγκ είπε επίσης για το ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης που προβλέπει το 2.5% του προϋπολογισμού του να διατίθεται σε πολιτικές ενσωμάτωσης περιθωριοποιημένων μειονοτήτων και το οποίο μένει αναξιοποίητο από τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις. Τα τηλεοπτικά πλάνα από την εκδίωξη των Ρομ απ΄τη Γαλλία έδειξαν τέλος ανθρώπους που εμφανισιακά δεν ξεχώριζαν απ΄τους γάλλους συμπολίτες τους, ενώ καμία σχέση δεν είχαν με την εικόνα των ελλήνων τσιγγάνων. Με άλλα λόγια, υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις ότι η ενσωμάτωσή τους σε μια κοινωνική οργάνωση είναι εφικτή. Χρειάζεται όμως κοινωνική ευαισθησία, σχέδιο, οργάνωση και σύστημα. Και πάντως, δεν υπάρχει άνθρωπος που με επιλογή του να θέλει νάναι φτωχός, άστεγος, βρώμικος και πεινασμένος…