Στην Ελβετία είναι τα πυρηνικά καταφύγια αυτά που φιλοξενούν τον χειμώνα τους άστεγους. Στη Γαλλία είναι το δάσος της Βενσέν αυτό που φιλοξενεί τους πρώην άστεγους, οι οποίοι εδώ και χρόνια έστησαν τα τσαρδιά τους ανάμεσα στα δέντρα. Στην Ελβετία είναι μια «λύση» πεντάμηνης διάρκειας, στο Παρίσι είναι μια «λύση» σχεδόν μόνιμη. Κι εδώ κι εκεί καταβάλλεται μια προσπάθεια αντιμετώπισης ενός προβλήματος ή επίδειξης ανοχής απέναντι στα συμπτώματα ενός προβλήματος.
Στην Ελβετία -στη συνέχεια του Ψυχρού Πολέμου, από το '63 και μετά- σε κάθε κατασκευή κτιρίου υποχρεωτικά κατασκευάζεται στο υπόγειο κι ένα πυρηνικό καταφύγιο για την προστασία των ενοίκων από μια ενδεχόμενη ατομική έκρηξη. Κάτω από τα αθλητικά κέντρα, τα σχολεία, τα πάρκινγκ και τις πλατείες έχουν κατασκευαστεί μεγάλα bunkers, δύο από τα οποία χρησιμοποιούνται από τον δήμο της Γενεύης για τη φιλοξενία των αστέγων, όπως αναφέρεται σε δημοσίευμα της Monde. Από τα μέσα Νοεμβρίου ως τα μέσα Απριλίου, κάπου 200 θέσεις ύπνου κι ένα ζεστό γεύμα προσφέρονται στα δύο καταφύγια – το ένα είναι μόνο για άντρες, το δεύτερο για γυναίκες και οικογένειες.
Τα καταφύγια διαθέτουν κουζίνα, μπάνια και μεγάλους κοιτώνες με κουκέτες, ανοίγουν δε τις πόρτες τους στις 19:15, όταν ένα ετερόκλητο πλήθος ελέγχεται στα βιβλία εγγραφών και διαχέεται στους χώρους του bunker ως τις 22:30, οπότε κλείνουν τα φώτα κι οι φωτιές στην κουζίνα – μέχρι τις 08:15 το επόμενο πρωί, όταν ο χώρος αδειάζει για να καθαριστεί και να αεριστεί.
Οι φιλοξενούμενοι για να γίνουν δεκτοί απαντούν σε μια μακρά λίστα ερωτήσεων. Οι περισσότεροι βρίσκονται ήδη στη δεύτερη ή και τρίτη μετανάστευσή τους, καθώς έφτασαν στην Ελβετία από την Ισπανία, την Πορτογαλία ή την Ελλάδα, όπου έμειναν κάποια χρόνια και τώρα εξαναγκάστηκαν να γυρέψουν την τύχη τους βορειότερα. Στα ατομικά καταφύγια επιτρέπεται να διανυκτερεύσουν μόνον τρεις βδομάδες, ενώ δεν γίνονται δεκτοί όσοι προκαλούν προβλήματα, επειδή πίνουν ή κάνουν χρήση ναρκωτικών, επειδή είναι ανισόρροποι κι επιθετικοί. Την τέταρτη βδομάδα, οι περισσότεροι επιστρέφουν και πάλι στην άσφαλτο…
Στο δάσος της Βενσέν, λίγο έξω απ' το Παρίσι, οι επισκέπτες μπορεί να μην δουν τους 200 ή 300 πρώην καταληψίες ή άστεγους, που έστησαν πρόχειρες καλύβες ή σκηνές κάτω από τα δέντρα του δάσους. Οι περισσότεροι είναι άντρες, οι γυναίκες διαμένουν εκεί συνοδεύοντας τους άντρες ή τους φίλους τους, οι περισσότεροι είναι άνεργοι και είτε παίρνουν κάποιο κοινωνικό επίδομα, είτε έχουν άλλο εισόδημα, είτε είναι συνταξιούχοι. Τελευταία, εγκαταστάθηκαν εκεί Βούλγαροι και Ρουμάνοι, δημιουργώντας έναν μικρό καταυλισμό από σκηνές, από τους οποίους όμως οι Γάλλοι «κράτησαν αποστάσεις» (Monde).
Οι περισσότεροι ζουν εκεί πολλά χρόνια, κάποιοι έχουν κλείσει την 20ετία. Οι αρχές, κατά καιρούς, γκρεμίζουν τις παράγκες προσπαθώντας να μεταφέρουν τους «ενοίκους» σε άσυλα αστέγων, όμως γενικά αντιμετωπίζουν το φαινόμενο με ανοχή και η προσπάθεια που καταβάλλεται εστιάζεται στο να μην επεκταθεί. Οι μόνιμοι κατασκηνωτές, εξάλλου, έχουν επιδείξει ορισμένες δεξιότητες οργάνωσης «τόσο σε ατομικό επίπεδο, όσο και σε συλλογικό», σημειώνει ένας ερευνητής που ασχολήθηκε με τους κατασκηνωτές του δάσους της Βενσέν. «Οι κάτοικοι δείχνουν έναν αμοιβαίο σεβασμό, αναγνωρίζουν τα δικαιώματά τους και υπενθυμίζουν τις υποχρεώσεις τους», επισημαίνει και ενδεικτικά αναφέρει ότι οι κλοπές είναι σπάνιες.
Πρόκειται για ανθρώπους που δεν έχουν σπίτι και που εγκαταστάθηκαν στο δάσος, γιατί το βασικό κίνητρο της συγκεκριμένης επιλογής είναι η αυτονομία και η αίσθηση ότι ορίζουν έναν «προσωπικό χώρο». Γι' αυτό, σημειώνει ο ερευνητής, αν τους βγάλεις απ' το δάσος για να τους εντάξεις σε μια κοινότητα, με κανόνες υγιεινής και θέρμανση, συνήθως τους αποσταθεροποιείς – «δεν τους βοηθάς, καθώς χάνουν αυτή την αυτονομία που βρήκαν ζώντας ανάμεσα στα δέντρα». Στον φυσικό τους χώρο, το δάσος, δέχονται εξάλλου επισκέψεις κοινωνικών λειτουργών ή υπαλλήλων τους δάσους της Βενσέν, επιλέγουν όμως πεισματικά τον ρόλο του Μόγλη, ζώντας στα περίχωρα του Παρισιού.