Protagon A περίοδος

Αγόρια με όπλα

Oι άνθρωποι δεν βρίσκονται ξαφνικά με ένα όπλο, που εκπυρσοκροτεί, στο χέρι. Μπαίνουν αντίθετα σε μία ολόκληρη διαδικασία, πρώτα ψυχολογική κι ύστερα πρακτική πριν αναζητήσουν, αγοράσουν, μάθουν να χρησιμοποιούν ένα όπλο.

Εύα Στάμου

Στα καταστήματα παιχνιδιών ο διαχωρισμός ανάμεσα σε κοριτσίστικα και αγορίστικα δώρα είναι σαφής. Κούκλες, κουζινικά, πύργοι, άμαξες και βασιλοπούλες για τα κορίτσια, υπερήρωες, αυτοκινητάκια, σπαθιά και όπλα για τ΄αγόρια. Η βία αποτελεί μέρος της διαπαιδαγώγησης των αγοριών, δεν είναι απλά αποδεκτή αλλά κι επιβεβλημένη αν θέλεις το παιδί σου να μην διαφέρει από τους φίλους του, να θεωρείται ‘φυσιολογικό’.

Εγκλωβισμένα σε αυτή την νοοτροπία, τα αγόρια γίνονται έφηβοι, νεαροί ενήλικες, άντρες. Κάποιοι από αυτούς συνεχίζουν να αγαπούν τα όπλα και να τα θεωρούν απαραίτητο αξεσουάρ της προσωπικότητάς τους και απόλυτη ένδειξη ανδρισμού, ακόμα και αν το επάγγελμά τους δεν έχει καμία σχέση με την χρήση τους. Τα κοριτσάκια από την άλλη προσπαθούν να γίνουν οι πριγκίπισσες των παραμυθιών που διάβαζαν τα βράδια πριν κοιμηθούν: όμορφες, χαριτωμένες, ευγενικές, με καλούς τρόπους.

Όταν ένας υπερήρωας και μια όμορφη πριγκίπισσα συναντιούνται, αποτελούν για την κοινωνία το τέλειο ζευγάρι. Ας πάρουμε για παράδειγμα τον Ολυμπιονίκη Όσκαρ Πιστόριους και την σύντροφό του Ρίβα Στίνκαμπ. Εκείνος, ξεπερνώντας το εμπόδιο της εκ γενετής αναπηρίας του, έφτασε να αγωνίζεται στον στίβο, να κατακτά τη μία νίκη μετά την άλλη, να κερδίζει μετάλλια, να γίνεται διάσημος παγκοσμίως, ένα λαμπερό αστέρι που προκαλεί δέος και θαυμασμό. Εκείνη εντυπωσιακή και κομψή, πρότυπο θηλυκότητας, με τις φωτογραφίες της να φιγουράρουν σε εφημερίδες και περιοδικά. Ένα ακόμα έπαθλο για τον υπεραθλητή.

Στις 14 Φεβρουαρίου ανήμερα του Αγίου Βαλεντίνου, το παραμύθι είχε τραγικό τέλος. Στη μέση της νύχτας, ο Όσκαρ άδειασε τον γεμιστήρα του όπλου του πάνω στο όμορφο κορμί της συντρόφου του, ισχυριζόμενος ότι την πέρασε για εισβολέα.  

Σκοπός του άρθρου δεν είναι να απαντήσει το ερώτημα της ενοχής ή της αθωότητας του Πιστόριους, -άλλωστε αυτό το έχουν προς το παρόν αναλάβει οι εφημερίδες και τα ιστολόγια-, αλλά να αμφισβητήσει κάποιες κοινώς διαδεδομένες απόψεις που αναπαράγονται σε αντίστοιχες περιπτώσεις από τον τύπο.

Η πρώτη είναι ότι τραγικά ατυχήματα με όπλα συμβαίνουν ξαφνικά, εκεί που κανείς δεν το περιμένει και δεν το φαντάζεται. Η αλήθεια είναι ότι οι άνθρωποι δεν βρίσκονται ξαφνικά με ένα όπλο, που εκπυρσοκροτεί, στο χέρι. Μπαίνουν αντίθετα σε μία ολόκληρη διαδικασία, πρώτα ψυχολογική κι ύστερα πρακτική πριν αναζητήσουν, αγοράσουν, μάθουν να χρησιμοποιούν ένα όπλο. Βήμα, βήμα εκπαιδεύονται να βάζουν σφαίρες στον γεμιστήρα, να σημαδεύουν, να οπλίζουν, να πατούν την σκανδάλη. Βήμα, βήμα φαντάζονται τις αντιδράσεις τους όταν έρθουν αντιμέτωποι με τον κλέφτη που θα σπάσει το τζάμι του αυτοκινήτου τους, τον εισβολέα που θα μπει στο σπίτι τους στη μέση της νύχτας, τον επίδοξο βιαστή που θα επιτεθεί στη γυναίκα τους. Γι αυτό και η απόφαση να πάρει κανείς ένα όπλο δεν είναι καθόλου απλή και πολλοί την απορρίπτουν ακριβώς εξαιτίας της πιθανότητας να αφαιρέσουν μία ανθρώπινη ζωή από ατύχημα, ή λόγω του ευέξαπτου χαρακτήρα τους.

Δεύτερον, ίσως υπάρχουν ακόμη κάποιοι που με ευκολία χαρακτηρίζουν τέτοια φρικτά επεισόδια οικογενειακής βίας, «εγκλήματα πάθους», υπονοώντας ότι αφορούν τα έντονα συναισθήματα του δράστη και όχι την ωμή βία που έχει μάθει να ασκεί. Ο ξυλοδαρμός των γυναικών, όπως και ο βιασμός, καμία σχέση δεν έχουν με το ερωτικό πάθος. Η μόνη επιθυμία που νιώθει ο δράστης είναι να επιβληθεί με οποιοδήποτε τίμημα στο θύμα του, να το εκφοβίσει, να το ελέγξει, να το τιμωρήσει. Οι λόγοι είναι πολλοί – ένας από αυτούς η αντίληψη ότι είναι φυσικό οι άντρες να ασκούν βία στις γυναίκες. Το γεγονός ότι αρκετές κακοποιημένες γυναίκες δεν αποφασίζουν να φύγουν από την σχέση και να μιλήσουν ανοιχτά γι αυτό που συμβαίνει, διαιωνίζει την αντίληψη αυτή και δημιουργεί περισσότερα θύματα.

Μην ξεχνάμε όμως ότι όπως η Ρίβα, πολλές γυναίκες έχουν μεγαλώσει σε μία κοινωνία που τις έχει διδάξει ότι η υπομονή και η συγκάλυψη της επώδυνης αλήθειας αποτελεί μέρος των καλών τρόπων, της ευγένειας και της γυναικείας χάρης. Σε μία κοινωνία που της έχει μάθει να μένουν δίπλα στον άντρα τους ως το τραγικό τέλος, μια κοινωνία θυτών και θυμάτων, πολύ απασχολημένη με την εικόνα της για να ξέρει πως να υπερασπιστεί τον εαυτό της από τα τέρατα που η ίδια δημιουργεί.