Όποιος δεν γνωρίζει τη Σουηδία -χωρίς αυτό να σημαίνει ότι ο γράφων είναι ειδικός, με μόλις δύο χρόνια παραμονής εκεί- κινδυνεύει να βγάλει λανθασμένα συμπεράσματα από τα χθεσινά αποτελέσματα των εκλογών της σκανδιναβικής χώρας. Φέρνω λοιπόν για ανάγνωση μερικές σημειώσεις που κράτησα πριν, στη διάρκεια και την επόμενη μέρα τους, χωρίς να διεκδικώ, εννοείται, τον τίτλο της «αυθεντίας».
Το προεκλογικό κλίμα υπήρξε άριστο. Παρά το γεγονός ότι η κεντροδεξιά κυβερνούσε 8 χρόνια, από την πλευρά των σοσιαλδημοκρατών δεν υπήρχε εμφανές άγχος. Παρόλο που μια ενδεχόμενη ήττα θα ήταν σχεδόν καταστροφική για αυτούς. Τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών είναι αλήθεια ότι τους είχαν δώσει ξεκάθαρα σημάδια επικράτησης. Ο πολιτικός διάλογος διεξήχθη σε εξαιρετικά πολιτισμένη ατμόσφαιρα. Είτε σε κεντρικό είτε σε τοπικό επίπεδο, αν λάβουμε υπόψη το γεγονός ότι οι εκλογές ήταν τριπλές. Σχεδόν όλα τα κόμματα επικεντρώθηκαν σε θέματα όπως εργασία, παιδεία και στέγαση. Η παρουσία του εθνικιστικού ακροδεξιού κόμματος, με το όνομα… «Σουηδοί Δημοκράτες», προκάλεσε γενικά αντιδράσεις αλλά σε ελάχιστες περιπτώσεις συνοδεύτηκε με επεισόδια. Οι πιο εμπνευσμένες ήταν αυτές που πολίτες έστρεφαν την πλάτη προς τον αρχηγό την ώρα της ομιλίας. Ο διάλογος, σε όλα τα επίπεδα και τους χώρους που είχα τη δυνατότητα να παρακολουθήσω, διεξήχθη με τον ίδιο ακριβώς τρόπο όπως το τελικό debate των πολιτικών αρχηγών, την Παρασκευή πριν τις εκλογές: Με αξιοζήλευτη κουλτούρα για τα δικά μας στάνταρ, με απόλυτο σεβασμό στον αντίπαλο, με θαυμάσιες δημοκρατικές διαδικασίες. Οι Σουηδοί, ξέρουν να συζητούν έντονα αλλά χωρίς φωνές. Τα κόμματα τοποθέτησαν αφίσες με προεκλογικά μηνύματα στα ΜΜΜ, σε κοινόχρηστους χώρους, σε διαφημιστικές πινακίδες. Όχι, όμως, αυτή η χαρτούρα που γνωρίζουμε. Με τρόπο που αμέσως μετά τις εκλογές αφαιρούνται και πάνε για να ανακύκλωση.
Η κάλπη πραγματικά απεδείχθη «σε ενδιαφέρουσα», παρά το προχωρημένο της τεχνολογίας και των προβλέψεων. Στο μόνο που έπεσαν μέσα τα προγνωστικά, σχεδόν με ακρίβεια, ήταν τα ποσοστά του Σοσιαλδημοκρατικού Εργατικού Κόμματος. Με 31,3% και 133 έδρες, βγήκε με διαφορά το πρώτο κόμμα, αν και ελάχιστα αύξησε τα ποσοστά του (+0,6%). Οι Νέοι Μετριοπαθείς του απερχόμενου πρωθυπουργού, Φρέντρικ Ράινφελντ, έπαθαν καθίζηση με απώλεια 6,9% ποσοστιαίων μονάδων, χάνοντας 23 έδρες, και κατρακυλώντας στο 23,2%. Συνέπεια αυτού, η εξαγγελία του αρχηγού για παραίτηση στο επόμενο συνέδριο. Αν και τα ευρήματα έδειξαν ότι οι ψηφοφόροι του μετακινήθηκαν σε διάφορα κόμματα, αξίζει να σημειωθεί πως, σχεδόν το ίδιο ποσοστό παραπάνω (7,3%) έλαβε το εθνικιστικό-ακροδεξιό κόμμα που αιφνιδιάζοντας σχεδόν τους πάντες, ακόμα και τους πιο αισιόδοξους του χώρου τους, με το 12,9%, αναρριχήθηκε σε τρίτο κόμμα του κοινοβουλίου. Απώλειες είχαν και όλα τα μικρότερα κόμματα του κεντροδεξιού συνασπισμού που κυβερνούσε ως χθες. Πέραν των Σοσιαλδημοκρατών και των εθνικιστών-ακροδεξιών, ελάχιστη άνοδο σημείωσε μόνο το Αριστερό Κόμμα (έφτασε στο 5,7% από το 5,6% και πήρε δύο έδρες περισσότερες). Μικρή άνοδο είχε η Φεμινιστική Πρωτοβουλία, από το 2,7% έφτασε στο 3,1%, που δεν κατάφερε όμως να ξεπεράσει το 4% για να μπει στη βουλή, αν και όλες οι προβλέψεις έδειχναν το αντίθετο. Κρίμα, πάντως, γιατί πρόκειται για ένα αρκετά προοδευτικό κόμμα, αναγκαίο σε αυτή τη Βουλή.
Η επόμενη μέρα βρίσκει πάντως τους Σουηδούς, σε μια κάποια αμήχανη κατάσταση. Από τη μία, η νίκη των Κοκκινοπράσινων, όπως αποκαλούνται η ευρύτερη Αριστερά και οι Οικολόγοι, γεμίζει με ελπίδες αρκετό κόσμο. Το κεντροδεξιό μπλοκ, πέραν της φθοράς που είχε υποστεί το ίδιο, αν συνέχιζε να κυβερνά, με μαθηματική ακρίβεια θα κατέστρεφε το περίφημο σουηδικό μοντέλο. Ο Στέφαν Λοβέν, αναμένεται να σχηματίσει κυβέρνηση, με τους Πράσινους και, αναγκαστικά, με κάποια από τα κόμματα του κέντρου. Ο ίδιος ανέφερε χθες το Κεντρώο και το Λαϊκό Κόμμα. Αν και οι πάντες περίμεναν να είναι το Αριστερό Κόμμα στην κυβέρνηση, μετά από χθεσινή συνάντηση των δύο ηγετών, προέκυψε διαφωνία. Ακούστηκε και κάποια φωνή για «μεγάλο συνασπισμό», στα πρότυπα της Γερμανίας, αλλά μάλλον δεν υπάρχει τέτοιο ενδεχόμενο. Τουλάχιστον ως τώρα. Εντύπωση, θετική, προκάλεσαν τα θερμά λόγια που επεφύλαξε για τον ηττημένο πρωθυπουργό ο νικητής των εκλογών. Αναμένεται πάντως, να αναζωογονήσει λίγο το σουηδικό μοντέλο και να στρέψει το τιμόνι της χώρας προς αριστερά. «Παιδί του λαού» ο ίδιος, προέρχεται από τα συνδικάτα, κουβαλάει το βάρος να κυβερνήσει ως επικεφαλής του κόμματος του Πάλμε. Ίδωμεν.
Αλλά… υπάρχει και ένα μεγάλο αλλά. Το 12,9% των εθνικιστών-ακροδεξιών δεν μπορεί να «κρυφτεί» πίσω από καμία νίκη της Αριστεράς ή ήττα της δεξιάς. Από το 5,6% του 2010 και τις 23 έδρες, σήμερα είναι τρίτο κόμμα με 7,3% παραπάνω, και 49 έδρες. Ουδείς το περίμενε. Όχι τουλάχιστον τόσο. Κοντά στο 10%, θα το θεωρούσαν μάλλον φυσιολογικό. Το παραδέχθηκε και ο ίδιος ο αρχηγός τους. Θα ήταν, ωστόσο, σοβαρή παράλειψη αν δεν γράφαμε ότι τα τελευταία τουλάχιστον δύο χρόνια, το κόμμα αυτό έχει επιδοθεί σε ένα σκληρό ξεκαθάρισμα στελεχών και μελών του με ανοιχτές ρατσιστικές και ναζιστικές απόψεις. Ο αρχηγός του δεν αφήνει, τουλάχιστον δημοσίως, χώρο για να τον κατηγορήσει κανείς εύκολα για τέτοιες απόψεις. Μπορεί και αυτό να έπαιξε ρόλο, πέραν του γεγονότος ότι η ψήφος προς αυτούς θεωρείται ψήφος διαμαρτυρίας. Και, εννοείται, ουδεμία σχέση με τάγματα εφόδου, μπράβους του αρχηγού, κυνήγι μεταναστών, «εγέρθητω» και άλλα τέτοια γνωστά ναζιστικά της Χρυσής Αυγής. Για αυτά, υπάρχει η αμιγώς ρατσιστική και ναζιστική οργάνωση «Svenskarnas parti», μια απομίμηση των Ελλήνων ναζί, που -ευτυχώς- δεν βρήκαν ούτε την ψήφο τους. Αυτό, δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητο. Επίσης, απαρατήρητο δεν μπορεί να περάσει ούτε το γεγονός πως ο κεντροδεξιός συνασπισμός ούτε που σκέφτηκε να συμμαχήσει με τους εθνικιστές- ακροδεξιούς, «Σουηδούς Δημοκράτες», προκειμένου να παραμείνει κι άλλο στην εξουσία. Άλλο ένα σαφές δείγμα της δημοκρατικής κουλτούρας που υπάρχει σε αυτή τη χώρα. Εντέλει, εκείνο που πρέπει να σημειωθεί είναι το γεγονός πως η επιδημία της άκρας δεξιάς, όπως κάθε επιδημία, έφτασε και στη Σουηδία. Μένει να δούμε τα αντισώματα αλλά και τα μέτρα προφύλαξης.