Εμφανίζεται διαρκώς εριστικός και απειλεί θεούς και δαίμονες. Είτε πρόκειται για τους Αμερικανούς και τους Ευρωπαίους είτε για τους Κούρδους ή τους Ελληνες και τους Κυπρίους. Απαξιώνει τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών, χαρακτηρίζει «άρπαγες» όλους όσοι προασπίζονται τη δημοκρατία στην Τουρκία, αποκαλεί «καταστροφή» τον υπουργό Εξωτερικών της Γερμανίας και προειδοποιεί σε αυστηρό τόνο τον γάλλο πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν πως, λόγω της πολιτικής που ακολουθεί στη Συρία, σύντομα η Γαλλία θα γεμίσει τρομοκράτες.
Μολονόντι, ωστόσο, στη διεθνή σκηνή η στάση του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν έχει ως αποτέλεσμα τη (σχετική) απομόνωση της Τουρκίας, στο εσωτερικό της χώρας φαίνεται πως εξαπολύοντας μύδρους προς πάσα κατεύθυνση καταφέρνει να ενισχύσει τη θέση του. «Οπως ο Ντόναλντ Τραμπ έχει τα tweets του, ο ηγέτης της Τουρκίας έχει τις ομιλίες του» επισημαίνει σε κείμενό της η Καρλότα Γκαλ, επικεφαλής του του γραφείου των New York Times στην Κωνσταντινούπολη.
Γιατί ο τούρκος πρόεδρος πολύ συχνά δίνει έως και τρεις ομιλίες την ημέρα, γνωρίζοντας καλά ότι αποτελούν την κύρια αιτία της μεγάλης απήχησης που εξακολουθεί να έχει μεταξύ των υποστηρικτών του. Καταφέρνει να συγκινεί τα πλήθη χάρη κυρίως στην άκρατη επιθετικότητά του. Δεν διστάζει να βάλλει δημοσίως κατά των αντιπάλων του, ενώ διακρίνεται επίσης για την ικανότητά του να μπλέκει την πολιτική με τη θρησκεία. Και παρότι έχουν περάσει 15 χρόνια από τότε που κατέλαβε την εξουσία, εξακολουθεί να αντιμετωπίζει κάθε εκδήλωση ως προεκλογική συγκέντρωση και να είναι ο πιο δημοφιλής πολιτικός στην Τουρκία, αποφασισμένος να εκλεγεί εκ νέου στην προεδρία, με περισσότερους από τέσσερις στους δέκα Τούρκους να δηλώνουν πως τον υποστηρίζουν.
Η απήχηση του Ερντογάν οφείλεται σε μεγάλο βαθμό και στη διαρκή παρουσία του στα ΜΜΕ, ενώ σημαντικό ρόλο διαδραματίζει και ο –συναρπαστικός κατά τους οπαδούς του, διχαστικός σύμφωνα με τους αντιπάλους του– τρόπος ομιλίας του. Είναι αδιαμφισβήτητο πάντως πως ο τούρκος ηγέτης κατάφερε να αγγίξει τα μέλη της συντηρητικής εργατικής τάξης της Τουρκίας. Συνήθως οι ομιλίες του μεταδίδονται ζωντανά από τους πολλούς φιλοκυβερνητικούς σταθμούς, είτε απευθύνεται στα μέλη της Εθνοσυνέλευσης είτε παρεμβαίνει σε κάποια κομματική εκδήλωση ήσσονος σημασίας. O,τι λέει ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν ακούγεται σε ολόκληρη την Τουρκία, σε καφέ, σχολεία, σπίτια και νοσοκομεία.
Τις περισσότερες φορές βάζει στο στόχαστρό του τους ανθρώπους και τους θεσμούς που οι υποστηρικτές του αντιπαθούν περισσότερο, όπως οι ευρωπαίοι ηγέτες ή η τουρκική φιλελεύθερη ελίτ. Στους οπαδούς του ο Ερντογάν μιλάει σαν ένας πατέρας, ένας αδελφός ή ένας γείτονας. «Είναι ένας από εμάς» υποστηρίζουν συχνά αυτοί, γεγονός που σύμφωνα με την αμερικανίδα δημοσιογράφο αποκαλύπτει ότι ο Ερντογάν αποτελεί ένα τέλειο παράδειγμα «της εντεινόμενης παγκόσμιας τάσης προς αυταρχικούς και αλαζόνες ηγέτες οι οποίοι βρήκαν έναν τρόπο να μιλήσουν με σθένος στους απλούς ανθρώπους που αισθάνονται ότι οι απόψεις του αγνοούνται εδώ και πολύ καιρό».
Μιλώντας στην αμερικανική εφημερίδα η Ασλί Αγντινταμπάς, πρώην δημοσιογράφος και συνεργάτης του ιδρύματος European Council on Foreign Relations, συνέκρινε τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν με τον Ντόναλντ Τραμπ, επισημαίνοντας ότι «οι υποστηρικτές του τούρκου προέδρου συχνά λένε ότι είναι γνήσιος και ειλικρινής. Σε μια περίοδο που οι πολιτικοί είναι τόσο τυπικοί και αποστασιοποιημένοι στα μηνύματά τους, είναι αναζωογονητικό όταν εκφράζεται οργή ή ακόμα και μίσος που αντικατοπτρίζει τα δικά τους συναισθήματα».
«Ο τρόπος του συνάδει απόλυτα με το προφίλ των δεξιών, λαϊκιστών και αυταρχικών πολιτικών. Υιοθετεί μια πολιτική στάση που διχάζει την κοινωνία και κλιμακώνει τις εντάσεις», σημείωσε από την πλευρά του ο Αγχάν Μπιλγκέν, εκπρόσωπος του κουρδικού Δημοκρατικού Κόμματος των Λαών. «Επιδιώκει πάντα την όξυνση, να δημιουργεί ζήτημα για τα πάντα και μέσα στην αναταραχή να παίρνει τον έλεγχο».