Ηταν η τελευταία αγωνιστική της Primera Division 2010-2011. Στις 21 Μαΐου 2011 η Λεβάντε υποδεχόταν τη Σαραγόσα. Οι γηπεδούχοι είχαν εξασφαλίσει τη θέση τους στην Α’ Κατηγορία του ισπανικού πρωταθλήματος από την προηγούμενη εβδομάδα. Γι’ αυτούς, το ματς ήταν εντελώς αδιάφορο. Αρχιζε και πολύ αργά (22:00 τοπική ώρα). Κι όμως, το «Εστάντι Σιουτάτ ντε Βαλένθια» ήταν κατάμεστο. Ενας ασυνήθιστα μεγάλος όγκος οπαδών της Σαραγόσα την είχε ακολουθήσει σε αυτό το ταξίδι. Οι φιλοξενούμενοι είχαν καταλάβει το μεγαλύτερο μέρος της εξέδρας.
Δύο πόλεις, η Βαλένθια (έδρα της Λεβάντε) και η Σαραγόσα, είχαν βουΐξει εκείνες τις μέρες ότι το παιχνίδι θα ήταν… φιλικό. Οτι η Σαραγόσα θα έπαιρνε τη νίκη, που (σε έναν συνδυασμό αποτελεσμάτων) θα τη γλίτωνε από τον υποβιβασμό. Στα πρώτα, κιόλας, λεπτά του αγώνα οι φήμες επιβεβαιώθηκαν. Οι παίκτες της Λεβάντε έμοιαζαν υπνωτισμένοι. Τέτοια λάθη δεν θα τα έκαναν ούτε οι έφηβοι του συλλόγου. Μόλις η Σαραγόσα προηγήθηκε στο σκορ, λίγο πριν ολοκληρωθεί το 45λεπτο, τα επιφωνήματα χαράς των μισών θεατών ανακατεύτηκαν με τα… χάχανα των άλλων μισών.
Στο 73′ έγινε το 0-2. Το ματς ήταν ένα «άγριο» μονότερμα, με τους γηπεδούχους να καταγράφουν μόνο δύο τελικές προσπάθειες προς την αντίπαλη εστία και ένα κερδισμένο κόρνερ σε 90 λεπτά. Αλλά, δεν χρειαζόταν η στατιστική απεικόνιση του αγώνα για να αντιληφθεί κανείς πως κάτι περίεργο συνέβαινε. Ηταν προφανές. Εξώφθαλμο. Ο κόσμος μπερδεύτηκε λιγάκι μόνο για μια στιγμή: όταν ο Στουάνι μείωσε το σκορ σε 1-2, περίπου δέκα λεπτά πριν από τη λήξη. Φαίνεται πως ο Ουρουγουανός δεν ήταν «στο κόλπο». Η έρευνα των ισπανικών Αρχών κατέδειξε ότι είχαν χρηματιστεί εννέα παίκτες των γηπεδούχων. Μάλλον, θα ήταν ένας από τους άτυχους…
Η Σαραγόσα νίκησε και σώθηκε. Στη θέση της υποβιβάστηκε η Λα Κορούνια. Επί σχεδόν δύο χρόνια ακούγονταν πολλά και διάφορα για το αμαρτωλό ματς, όμως κανένας δεν τολμούσε να προβεί σε επίσημη καταγγελία. Τελικώς, την έκανε (τον Μάρτιο του 2013) ο πρόεδρος της ισπανικής λίγκας, Χαβιέρ Τέμπας, στον εισαγγελέα διαφθοράς της Μαδρίτης, κατόπιν πιέσεων από τη Λα Κορούνια. Ηταν ο τελευταίος άνθρωπος από τον οποίο θα περίμενε κανείς αυτήν την κίνηση. Διότι ο Τέμπας, δηλωμένος υποστηρικτής της Ρεάλ Μαδρίτης, κατάγεται από τη Σαραγόσα και υπήρξε νομικός σύμβουλος του συλλόγου που κατήγγειλε.
Η προανάκριση κράτησε τρία χρόνια. Ο πρώτος που κατέθεσε χειροπιαστά στοιχεία για την υπόθεση ήταν ο «ήρωας» του ύποπτου αγώνα. Ο Γκάμπι Φερνάντεθ, αρχηγός της Ατλέτικο Μαδρίτης εκείνη την εποχή (Οκτώβριος 2014), που είχε σκοράρει και τα δύο γκολ της Σαραγόσα. Ομολόγησε ότι ο ίδιος και οι συμπαίκτες του εισέπραξαν χρήματα από τον πρόεδρο της ομάδας τους, Αγαπίτο Ιγκλέσιας, για να τα δώσουν σε συναδέλφους τους που αγωνίζονταν στη Λεβάντε. Πιο ξεκάθαρη μαρτυρία, δεν μπορούσε να υπάρξει. Αλλά, όπως ήταν φυσικό, οι ποδοσφαιριστές της Λεβάντε το αρνήθηκαν.
Οι δικαστικές Αρχές της Μαδρίτης προχώρησαν, τότε, στο επόμενο βήμα: άνοιξαν τους τραπεζικούς λογαριασμούς των παικτών που κατηγορήθηκαν ως παραλήπτες των χρημάτων. Εντόπισαν κάποιες περιπτώσεις μεγάλων ποσών, που οι ποδοσφαιριστές δεν μπορούσαν να δικαιολογήσουν. Ο Χουανφράν, πρώην της ΑΕΚ, βρέθηκε με 600.000 ευρώ άγνωστης προέλευσης. Δικαιολογήθηκε ότι ήταν κάποιες οικονομίες του, τις οποίες καθυστέρησε να βάλει στην τράπεζα. Αποδείξεις ότι τα λεφτά προέρχονταν από τη Σαραγόσα, δεν βρέθηκαν.
Σε άλλες περιπτώσεις, παίκτες της Λεβάντε δεν είχαν κάνει αναλήψεις από τους λογαριασμούς τους για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα. Πώς ζούσαν, όλον αυτόν τον καιρό; «Με τα χρήματα που είχαν πάρει μαύρα, στο χέρι, από τους αντιπάλους τους», συμπέραινε το πόρισμα της έρευνας. Λογικό, αλλά… άντε να το αποδείξεις.
Οταν, επιτέλους, ήρθε η ώρα της δίκης, η δικογραφία ήταν γεμάτη από στοιχεία που θα έπειθαν κάθε λογικό άνθρωπο για το τι είχε συμβεί σε εκείνο το ματς. Για παράδειγμα, ο πρόεδρος της Σαραγόσα είχε εκταμιεύσει, μερικές μέρες πριν, ένα ιλιγγιώδες ποσό που άγγιζε το ένα εκατομμύριο ευρώ. Τα γραφεία στοιχημάτων είχαν πάψει να δέχονται πονταρίσματα για το παιχνίδι. Ο σκόρερ της Λεβάντε πανηγύρισε το γκολ του μονάχος του, χωρίς να δεχτεί τα συγχαρητήρια των συμπαικτών του, όπως συνηθίζεται. Ειδικοί της La Liga, που μελέτησαν το video του αγώνα, γνωμοδότησαν ότι η συμπεριφορά των παικτών της Λεβάντε στην αναμέτρηση ήταν «τουλάχιστον περίεργη». Στους δικαστές, όμως, δεν αρκούσαν οι ισχυρές ενδείξεις. Χρειάζονταν αδιάσειστες αποδείξεις. Τέτοιες, δεν υπήρχαν.
Οι 36 κατηγορούμενοι αθωώθηκαν, λόγω αμφιβολιών. Αλλοι έξι ύποπτοι είχαν απαλλαγεί, προτού η υπόθεση φτάσει στο δικαστήριο. Η ακροαματική διαδικασία και η τελική ετυμηγορία κατέδειξε, για άλλη μια φορά, πόσο δύσκολο είναι να τιμωρηθούν ποινικά αυτοί που λερώνουν το ποδόσφαιρο. Εξι χρόνια σκληρής δουλειάς των διωκτικών Αρχών κατέληξαν σε «φιάσκο». Πλέον, κανείς δεν αμφιβάλλει ότι και το σκάνδαλο «Oikos» (με φερόμενο ως «εγκέφαλο» τον Ραούλ Μπράβο), που διερευνάται αυτή την εποχή, θα μείνει ατιμώρητο.