Η επιδημία του κορονοϊού ακύρωσε τα δόλια σχέδια του προέδρου της Τουρκίας Ταγίπ Ερντογάν. Ηλπιζε ότι θα έκανε διάσκεψη στην Κωνσταντινούπολη και παρέα με τον φίλο του Μπόρις Τζόνσον θα έπειθε την Ανγκελα Μέρκελ και τον Εμανουέλ Μακρόν για τα «δίκαια» της Αγκυρας στο θέμα του Εβρου. Τελικά το βράδυ της Τρίτης έγινε τηλεδιάσκεψη: ο «Σουλτάνος» γέμισε μια αίθουσα με αξιωματούχους του –όχι και η πιο ενθαρρυντική εικόνα για τον βαθμό αντίληψής του στο θέμα του κορονοϊού– και συνομίλησε με τον πρόεδρο της Γαλλίας, την καγκελάριο της Γερμανίας, και τον πρωθυπουργό της Βρετανίας.
Ενώ είχε στόχο να θέσει κατά προτεραιότητα το Μεταναστευτικό και τη Συρία –δύο ζητήματα που ο τούρκος πρόεδρος συνδέει– η επιδημία και τα αυστηρά μέτρα που πήραν οι συνομιλητές του (κυρίως ο γάλλος πρόεδρος) άλλαξαν δραματικά την ατζέντα.
Επιδίωξη του Ερντογάν, όπως επισημαίνουν τα «Νέα» σε ρεπορτάζ της Αλεξάνδρας Φωτάκη, ήταν να δείξει στην ΕΕ ότι μπορεί να την παρακάμψει και να επιβάλει τις θέσεις του, συνομιλώντας με τους ισχυρούς, συνεπικουρούμενος από τον εκτός ΕΕ πλέον Τζόνσον.
Η διάσκεψη (που θα γινόταν δια ζώσης, αλλά ελέω κορονοϊού διεξήχθη ηλεκτρονικά) επιδιώχθηκε από τον τούρκο πρόεδρο αμέσως μετά την αποτυχημένη συνάντησή του με τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ και την πρόεδρο της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν. Εκεί δεν κατάφερε να πάρει ό,τι ήθελε, δηλαδή ακόμη περισσότερα από την ΕΕ, την οποία κατηγορεί μάλιστα και για ασυνέπεια.
Αλλά ούτε η τηλεδιάσκεψη φαίνεται ότι απέδωσε πολλά. Στον φόβο για το Μεταναστευτικό προστίθεται πλέον και η έντονη ανησυχία για τη διαχείριση της επιδημίας του κορονοϊού από την Αγκυρα, η οποία αντιμετωπίζεται με ιδιαίτερη καχυποψία στην Ευρώπη. Η Τουρκία έχει μέχρι στιγμής αναφέρει μόνο ένα νεκρό και ούτε 100 κρούσματα, αριθμός αναλογικά πολύ μικρός σε σχέση με άλλες χώρες και με τον πληθυσμό της.
Ενδεικτικό ήταν και το ότι η διάσκεψη κράτησε 1 ώρα και 15 λεπτά. Αν υπολογίσουμε και τον χρόνο που χρειάζεται η διερμηνεία, ο ωφέλιμος χρόνος για κάθε πλευρά ήταν μάλλον λίγος, ελάχιστα λεπτά.
Ο Ερντογάν και οι τρεις ηγέτες έθεσαν επί τάπητος στη συζήτησή τους, σύμφωνα με την ανακοίνωση της τουρκικής προεδρίας, ενδεχόμενες «κοινές προσπάθειες για την καταπολέμηση της εξάπλωσης του κορονοϊού, για ανθρωπιστική βοήθεια στη συριακή επαρχία Ιντλίμπ, το μεταναστευτικό ζήτημα, την κατάσταση στη Λιβύη και τις σχέσεις Τουρκίας – ΕΕ».
Ο τούρκος πρόεδρος επανέλαβε τις απαιτήσεις του για οικονομική βοήθεια και την αναθεώρηση της συμφωνίας ΕΕ – Τουρκίας του 2016 για το Μεταναστευτικό, με όχημα την κρίση στον Εβρο, την απελευθέρωση της βίζας, την τελωνειακή ένωση με την ΕΕ, καθώς και την εξασφάλιση στήριξης στο Συριακό. Παράλληλα ενημέρωσε τους συνομιλητές του για τη συμφωνία με τη Ρωσία όσον αφορά τη Συρία και ζήτησε πληροφορίες για τις συναντήσεις Μέρκελ και Μακρόν με τον λίβυο στρατάρχη Χαφτάρ.
Η στάση Μέρκελ και Μακρόν αναμένεται να φανεί στη Σύνοδο Κορυφής στις 26 Μαρτίου, ωστόσο εκτιμάται ότι δύσκολα θα υποχωρήσουν εάν δεν υπάρξει διάθεση εκτόνωσης της κρίσης, δεδομένων τόσο των προηγούμενων δηλώσεών τους, όσο και των αντιδράσεων στο εσωτερικό Γαλλίας και Γερμανίας, όπου ο Ερντογάν θεωρείται αναξιόπιστος συνομιλητής και το ενδεχόμενο ενός νέου μεταναστευτικού κύματος τρομάζει.
Η εικόνα από την Αθήνα
Εν τω μεταξύ, όπως σημειώνουν τα «Νέα», η Ελλάδα και το υπουργείο Εξωτερικών παρακολουθούν στενά τις κινήσεις της τουρκικής πλευράς.
Κυβερνητικές πηγές σημειώνουν ότι η Αθήνα βρίσκεται σε διαρκή συντονισμό με το Παρίσι και το Βερολίνο, ενώ επισημαίνουν τη συνάντηση Μητσοτάκη – Μέρκελ και τις δηλώσεις της καγκελαρίου, αλλά και τις τοποθετήσεις του Εμανουέλ Μακρόν.
Η Αθήνα επισημαίνει ακόμη ότι ο ο Ερντογάν δεν κατάφερε να «διαβάσει» σωστά την ΕΕ, η οποία εκτιμάται ότι του έδειξε στις Βρυξέλλες την περασμένη εβδομάδα ότι δεν λειτουργεί υπό καθεστώς εκβιασμού και απαιτεί κινήσεις και από την ίδια την Αγκυρα για να ανταποκριθεί με βοήθεια για το Μεταναστευτικό.
Επιπλέον, το Μεταναστευτικό θα τεθεί κατά την τακτική Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ στις 26 Μαρτίου, δίνοντας στην Αθήνα μια ακόμη δυνατότητα παρέμβασης, ακόμα και χρήσης βέτο, σε περίπτωση που απειληθούν τα συμφέροντά της. Σε κάθε περίπτωση, η Ελλάδα θέλει τη συνέχιση του διαλόγου με την Τουρκία για το Μεταναστευτικό, αλλά, όπως έχει δηλώσει ο Κυριάκος Μητσοτάκης, καμία συζήτηση ή διαπραγμάτευση δεν μπορεί να γίνει υπό καθεστώς εκβιασμού στα σύνορα.