Ο πρωθυπουργός του Καναδά Τζάστιν Τριντό προκήρυξε σήμερα πρόωρες ομοσπονδιακές εκλογές στις 20 Σεπτεμβρίου πριν καν συμπληρωθούν δύο χρόνια από τις πιο πρόσφατες ομοσπονδιακές βουλευτικές εκλογές στον Καναδά, προς μεγάλη δυσαρέσκεια των άλλων κομμάτων.
«Η γενική κυβερνήτης δήχθηκε το αίτημά μου για τη διάλυση του κοινοβουλίου. Οι Καναδοί θα πάνε συνεπώς στις κάλπες στις 20 Σεπτεμβρίου», εξήγησε από την ομοσπονδιακή πρωτεύουσα Οτάβα, διευκρινίζοντας ότι οι «Καναδοί έπρεπε να αποφασίσουν πώς θα τερματιστεί η πανδημία».
Επικεφαλής κυβέρνησης μειοψηφίας από τον Οκτώβριο του 2019, κάτι που συνεπάγεται πως εξαρτάται από κόμματα της αντιπολίτευσης για την προώθηση των μεταρρυθμίσεων που θέλει, ο Τριντό προφανώς θέλει να εκμεταλλευτεί τις ευνοϊκές δημοσκοπήσεις, χάρη στη συγκριτικά επιτυχή διαχείριση της πανδημίας και την καλή πορεία της εκστρατείας εμβολιασμού.
Ομως τα άλλα κόμματα, που όλα τους εναντιώνονται στη διεξαγωγή ψηφοφορίας το φθινόπωρο, καταγγέλλουν προσπάθεια εκμετάλλευσης της πανδημίας που κάθε άλλο παρά έχει τελειώσει.
Οπως και άλλες χώρες, ο Καναδάς πρόσφατα έχει βρεθεί αντιμέτωπος με το τέταρτο κύμα της πανδημίας, εξαιτίας ιδίως της παραλλαγής Δέλτα, που είναι πιο μολυσματική.
Ωστόσο, η χώρα καταγράφει μια από τις μεγαλύτερες εμβολιαστικές καλύψεις στον κόσμο: το 71% των 38 εκατομμυρίων Καναδών έχει λάβει μια πρώτη δόση εμβολίου, ενώ το 62% έχει εμβολιαστεί πλήρως.
«Αυτή είναι το μοναδικό παράθυρο ευκαιρίας που έχει, διότι με το άνοιγμα των σχολείων και των πανεπιστημίων σε δύο εβδομάδες τα κρούσματα του νέου κορονοϊού θα αυξηθούν αναπόφευκτα», εξήγησε στο Γαλλικό Πρακτορείο ο Φελίξ Ματιέ, καθηγητής πολιτικών επιστημών στο Πανεπιστήμιο του Γουίνιπεγκ. Ο Τριντό, πρόσθεσε, έχει κυβερνήσει «ήδη 18 μήνες, που είναι η μέση διάρκεια ζωής των μειοψηφικών κυβερνήσεων».
Ο καναδός πρωθυπουργός έχει διαμαρτυρηθεί επανειλημμένα το τελευταίο διάστημα για τα εμπόδια που εγείρουν στο κοινοβούλιο τα αντιπολιτευόμενα κόμματα στο κυβερνητικό έργο. Για να γίνει επικεφαλής πλειοψηφικής κυβέρνησης, το κόμμα του, που μετρά σήμερα 155 βουλευτές, θα χρειαστεί να καταλάβει τις 170 από τις 338 έδρες της Βουλής των Κοινοτήτων.
Πρόκειται όμως για «ριψοκίνδυνο στοίχημα», προειδοποιεί ο Ντανιέλ Μπελάντ, καθηγητής πολιτικής επιστήμης στο Πανεπιστήμιο ΜακΓκιλ, τονίζοντας ότι οι τρέχουσες δημοσκοπήσεις δεν του εγγυώνται ότι θα εξασφαλίσει την πλειοψηφία των εδρών στην κάτω Βουλή.
«Οι εκλογές μπορεί να παιχθούν σε μερικές έδρες», προσθέτει και «καθώς αυτές οι εκλογές θα αποτελούν καθαρά απόφαση του Τριντό, αυτό μπορεί να του κοστίσει ακριβά», να χάσει ακόμη και την ηγεσία του κόμματός του «αν αποτύχει».
Στην απέναντι πλευρά, ο Εριν Ο’ Τουλ, επικεφαλής των συντηρητικών, της μοναδικής άλλης παράταξης ικανής να εξασφαλίσει αριθμό εδρών που θα της επέτρεπε να σχηματίσει αυτοδύναμη κυβέρνηση –119 βουλευτές στη Βουλή σήμερα– δεν είναι τόσο δημοφιλής, αλλά μπορεί να λογαριάζει στις αγροτικές περιοχές της επαρχίας, δεξαμενές ψήφων για την παράταξή του.
Ο Τζάγκμιτ Σιχ, επικεφαλής του Νέου Δημοκρατικού Κόμματος (ΝΔΚ), είναι ο άλλος αντίπαλος του Τριντό, που θα μπορούσε να αποσπάσει ψήφους από τους Φιλελεύθερους στις τάξεις των νέων και των κατοίκων των αστικών κέντρων.
Η προεκλογική εκστρατεία, που θα διαρκέσει 36 ημέρες, αναμένεται κατά μεγάλο μέρος της να περιστραφεί γύρω από το ζήτημα της διαχείρισης της πανδημίας και των προγραμμάτων επείγουσας στήριξης που ανακοίνωσε η κυβέρνηση, καθώς και το πρόγραμμα τόνωσης της οικονομίας, που θα κοστίσει 101,4 δισεκ. καναδικά δολάρια (69 δισεκ. ευρώ) σε μια τριετία.
Ωστόσο, τα περιβαλλοντικά ζητήματα και το θέμα της συμφιλίωσης με τους αυτόχθονες λαούς ενδέχεται να παίξουν κρίσιμο ρόλο σε αυτή την αναμέτρηση υπό συνθήκες άνευ ιστορικού προηγουμένου.
Τα υγειονομικά μέτρα που επιβάλλονται από τις τοπικές αρχές σε μεγάλο μέρος του Καναδά θα περιορίσουν εξάλλου τις προεκλογικές συγκεντρώσεις, ενώ επικρατεί μεγάλη αβεβαιότητα για τη συμμετοχή: αν είναι μικρή, «θα μειώσει τη νομιμοποίηση της επόμενης κυβέρνησης», τονίζει ο Φελίξ Ματιέ.
Αν οι επιστολικές ψήφοι είναι περισσότερες, όπως προεξοφλείται εξαιτίας της πανδημίας, το αποτέλεσμα της αναμέτρησης ενδέχεται να μην ανακοινωθεί την ίδια την ημέρα των εκλογών.