Σχεδόν ίδια ποσοστά συγκεντρώνουν τα τρία μεγάλα κόμματα στις βουλευτικές εκλογές που διεξήχθησαν το Σάββατο στην Ιρλανδία, σύμφωνα με exit poll που δημοσιεύτηκε αργά το βράδυ του Σαββάτου.
Το κεντροδεξιό Φίνε Γκάελ (Fine Gael) του πρωθυπουργού Λίο Βαράντκαρ λαμβάνει το 22,4% των ψήφων, το αριστερό κόμμα Σιν Φέιν (Sinn Fein) το 22,3% και το Φιάνα Φέιλ (Fianna Feil) το 22,2%.
Η δημοσκόπηση της εταιρείας Ipsos MRBI που διενεργήθηκε για το κρατικό τηλεοπτικό δίκτυο RTE δίνει στατιστικό λάθος συν/πλην 1,3%, καθιστώντας αβέβαιο το τελικό αποτέλεσμα.
Η επίσημη καταμέτρηση των ψήφων θα αρχίσει την Κυριακή πρωί και θα είναι μακρά, κυρίως λόγω του ιδιαίτερα περίπλοκου τρόπου ψηφοφορίας.
Κρίνεται το μέλλον του Λίο Βαράντκαρ
Ο πρωθυπουργός της Ιρλανδίας διακυβεύει το μέλλον του στις εκλογές που αποδείχθηκαν εξαιρετικά δύσκολες έπειτα από μια προεκλογική εκστρατεία στην οποία κυριάρχησαν τα εσωτερικά θέματα αφήνοντας πίσω το Brexit.
Μια εβδομάδα μετά την αποχώρηση της Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση, η Ιρλανδία και τα 4,9 εκατομμύρια των κατοίκων της βρέθηκαν στην πρώτη γραμμή καθώς η χώρα είναι η μόνη στην ΕΕ που μοιράζεται χερσαία σύνορα με τη γειτονική της Βρετανία και οι οικονομικοί δεσμοί μεταξύ των δύο χωρών είναι στενοί.
Οι εμπορικές συνομιλίες με την ΕΕ πλησιάζουν και θα επηρεάσουν πολύ το εμπόριο στο νησί της Ιρλανδίας.
Ο Βαράντκαρ έδωσε έμφαση στον ρόλο του για τη διαμόρφωση μιας λύσης που αποτρέπει την επιστροφή σε ένα φυσικό σύνορο μεταξύ των δύο Ιρλανδιών στη συμφωνία του Brexit.
Η Βρετανία αποχώρησε από την Ευρωπαϊκή Ένωση στις 31 Ιανουαρίου και το θέμα των ιρλανδο-βρετανικών συνόρων ήταν ένα από τα πιο ακανθώδη της συμφωνίας διαζυγίου μεταξύ του Λονδίνου και των Βρυξελλών.
Το θέμα αυτό επανέφερε στη μνήμη τις τρεις δεκαετίες «Ταραχών» στο ‘Ολστερ, βρετανική επαρχία, μεταξύ Ρεπουμπλικανών (στην πλειονότητά τους Καθολικοί) και Ενωτικών (κυρίως Προτεστάντες), που άφησαν πίσω τους 3.500 νεκρούς.
Το γεγονός ότι πόνταρε στην εικόνα αυτή κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας ήταν «ένας κακός υπολογισμός» για τον Βαράντκαρ, τόνισε ο ‘Οιν Ο΄Μάλι, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Δουβλίνου.
«Το πρόβλημα για τους περισσότερους ανθρώπους είναι ο χρόνος που περνούν στα μέσα μεταφοράς για να πάνε στη δουλειά, ότι δεν έχουν τα χρήματα να αγοράσουν το σπίτι τους και ότι μόλις που μπορούν να πληρώσουν το νοίκι».
Νέος (41 ετών), μιγάς, ομοφυλόφιλος, που ενσαρκώνει μια Ιρλανδία παλαιότερα βαθιά καθολική που εκσυγχρονίζεται, ο αρχηγός της κυβέρνησης είδε τη δημοτικότητα του ίδιου και του κόμματος του, του Fine Gael, να μειώνεται έπειτα από σχεδόν τρία χρόνια στην εξουσία.
Αντιθέτως, ολοένα και ανέβαινε στις δημοσκοπήσεις το Sinn Fein, η πρώην πολιτική βιτρίνα του Ιρλανδικού Δημοκρατικού Στρατού (IRA).
Η πρόεδρος του Σιν Φέιν, Μέρι Λου Μακντόναλντ, έχει πει ότι θέλει δημοψήφισμα για την ενοποίηση της Ιρλανδίας με τη βόρεια βρετανική επαρχία σε πέντε χρόνια.
Και οι προτάσεις της για την κατασκευή κατοικιών, ένα από τα σημαντικότερα θέματα της εκστρατείας, βρήκαν ιδιαίτερη απήχηση στους νέους και στους κατοίκους των αστικών κέντρων.
Αλλά στην πραγματικότητα, οι πιθανότητες να έρθει στην εξουσία η Μακντόναλντ μετά τις εκλογές είναι εξαιρετικά χαμηλές καθώς το εθνικιστικό αριστερό της κόμμα κατέβασε μόνο 42 υποψηφίους για τις 160 έδρες στην κάτω βουλή του ιρλανδικού κοινοβουλίου, το Dail Eireann.
Επιπλέον, το Fine Gael όπως και το Fianna Fail απέκλεισαν κάθε συμμαχία με ένα κόμμα με φαύλο παρελθόν, δεδομένων των δεσμών του με τον IRA, την παραστρατιωτική οργάνωση που αντιτίθεται στη βρετανική παρουσία στη Βόρεια Ιρλανδία.
Μόλις γίνουν γνωστά τα επίσημα αποτελέσματα, το απόγευμα της Κυριακής, θα αρχίσουν οι διαπραγματεύσεις για τον σχηματισμό κυβέρνησης συνασπισμού, εκτός κι αν ένα κόμμα καταφέρει να κερδίσει 80 έδρες, ένα απίθανο σενάριο.
Μετά τις τελευταίες εκλογές το 2016, χρειάστηκαν 70 ημέρες για να συμφωνήσουν τα δύο μεγάλα κόμματα στον σχηματισμό κυβέρνησης.