Μισό αιώνα μετά την ατιμωτική αποβολή τους από την αμερικανική Ολυμπιακή Επιτροπή, επειδή ύψωσαν τις αντιρατσιστικές τους μαύρες γροθιές στο βάθρο των αγώνων στο Μεξικό, ο Τόμι Σμιθ και ο Τζον Κάρλος, εισάγονται στο Hall of Fame παρέα με τους σπουδαιότερους ολυμπιονίκες των ΗΠΑ.
Από εκείνη την ημέρα του 1968 βέβαια, τα πράγματα έχουν αλλάξει πολύ: ο 75χρονος Σμιθ και ο 74χρονος Κάρλος έχουν γίνει δεκτοί στον Λευκό Οίκο, μπήκαν στο Hall of Fame της αμερικανικής Ομοσπονδίας Στίβου και έχουν δει τα ονόματά τους να γράφονται με χρυσά γράμματα στο πάνθεον των ηρώων των Ολυμπιακών Αγώνων.
Για αυτό και προκαλεί απορία η καθυστέρηση της αναγνώρισής τους από την επιτροπή.
«Επιτέλους μετά από 51 χρόνια, η αμερικανική Ολυμπιακή Επιτροπή εναρμονίστηκε με τον υπόλοιπο κόσμο», δήλωσε ο Ντέιβιντ Ζίριν, βιογράφος του Κάρλος. «Η ιστορία απέδειξε πόσο δίκιο είχαν οι δυο τους».
Η τελετή εισαγωγής τους θα γίνει την 1η Νοεμβρίου στο Κολοράντο.
Σε εκείνο τον τελικό των 200 μέτρων, ο Σμιθ κέρδισε το χρυσό μετάλλιο με χρόνο 19.83, η πρώτη φορά που κάποιος είχε τερματίσει σε λιγότερα από 20 δευτερόλεπτα. Ο συναθλητής του και μεγαλύτερος ανταγωνιστής του, Κάρλος, έχασε στο νήμα από τον Αυστραλό Πίτερ Νόρμαν, που κάλυψε την απόσταση σε 20.06, χρόνος που παραμένει ρεκόρ Ωκεανίας.
Πριν από την απονομή των μεταλλίων, οι δύο αφροαμερικανοί αθλητές αποκάλυψαν στον Νόρμαν το σχέδιο για τη διαμαρτυρία τους και αυτός συμφώνησε να τους υποστηρίξει.
Πήρε μάλιστα και αυτός την κονκάρδα της Ολυμπιακής Καμπάνιας για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα που ήδη φορούσαν στο στήθος ο Σμιθ και ο Κάρλος, και την φόρεσε μαζί τους.
Οι δύο αθλητές φόρεσαν μαύρες κάλτσες χωρίς παπούτσια συμβολίζοντας την φτώχεια των Αφροαμερικανών και ένα μαύρο γάντι ο καθένας. Υψώνοντας το χέρι τους και σκύβοντας το κεφάλι κατά την ανάκρουση του αμερικανικού εθνικού ύμνου διαμαρτυρήθηκαν για την καταπάτηση των ανθρωπίνων και πολιτικών δικαιωμάτων των Αφροαμερικανών στις ΗΠΑ.
Αμέσως, ο Αβερι Μπράντεϊτζ, πρόεδρος της αμερικανικής Ολυμπιακής Επιτροπής και υποστηρικτής των Ολυμπιακών Αγώνων των Ναζί το 1936, τους πέταξε έξω από την αποστολή και τους αγώνες.
Οι δύο αθλητές πέρασαν δύσκολα χρόνια πριν φυσικά δικαιωθούν από τον ρου της ιστορίας. Τους αφαιρέθηκαν τα μετάλλια, τους απαγορεύθηκε να ξανατρέξουν στους αγώνες, έχασαν δουλειές και έμειναν στην αφάνεια. Αλλά για ένα ολόκληρο κίνημα έγιναν ήρωες.
Δύσκολα όμως, πέρασε και ο Νόρμαν. Επισήμως δέχτηκε μόνο μία σκληρή επίπληξη από την Ολυμπιακή Επιτροπή της χώρας του. Ανεπισήμως γνώρισε τη χλεύη και -το χειρότερο- τη λήθη από τους συμπατριώτες του, σαν να είχε διαπράξει τη μεγαλύτερη ύβρι. Το κοινοβούλιο της Αυστραλίας του ζήτησε επίσημα συγγνώμη μόλις το 2012 και ενώ η κυβέρνηση δεν τον είχε καλέσει σε καμία τιμητική εκδήλωση για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Σίδνεϊ, το 2000.
Το 2006, στην κηδεία του Νόρμαν, το φέρετρο σήκωσαν στους ώμους τους ο Τόμι Σμιθ και ο Τζον Κάρλος ως ελάχιστη ένδειξη ευγνωμοσύνης στο πρόσωπό του.