«Ο Μπάιντεν θα είναι ηλίθιος αν επιλέξει μία πρώην αστυνομικό για αντιπρόεδρό του». Το παραπάνω «βλήμα» με στόχο τον προεδρικό υποψήφιο των Δημοκρατικών εξαπέλυσε ένας από τους «επικεφαλής» του κινήματος Black Lives Matter (BLM), το οποίο φούντωσε μετά τον φόνο του Τζορτζ Φλόιντ από λευκό αστυφύλακα και κανοναρχείται, ως φαίνεται, από φανατικούς, αν όχι από αναρχικούς.
Με δεδομένο ότι τα τελευταία συγκλονιστικά γεγονότα στις ΗΠΑ ανεβάζουν την αξία των Αφροαμερικανίδων στο αμερικανικό πολιτικό χρηματιστήριο, ο Χοκ Νιούσoμ, από τα ηγετικά στελέχη του BLM στη Νέα Υόρκη, ένιωσε την ανάγκη να δηλώσει ότι η «ηλιθιότητα» του Μπάιντεν θα αποδειχθεί αν τελικά επιλέξει την 63χρονη Βαλ Ντέμινγκς, αφού αυτή η γυναίκα, αν και μαύρη όπως και ο Χοκ, διετέλεσε εκπρόσωπος του Νόμου στο Ορλάντο μία ολόκληρη ζωή, κάνοντας καριέρα 27 ετών.
Για τον Νιούσομ, το να είσαι μαύρος αστυνομικός είναι έγκλημα καθοσιώσεως, ισοδύναμο με εσχάτη προδοσία. Οι αστυνομικοί παύουν να είναι άνθρωποι και, όταν συμβαίνει να είναι και μαύροι τότε χάνουν ακόμη και το χρώμα τους! «Οταν οι μαύροι γίνονται αστυνομικοί, δεν είναι πλέον μαύροι, είναι μπλε» είπε ο Νιούσομ, εννοώντας ότι το είναι τους, η προσωπικότητά τους και η ίδια η ράτσα τους ακόμη, τα πάντα «βάφονται» από το χρώμα της στολής που φορούν. «Δεν έχει σημασία το χρώμα τους, έτσι και υπηρετούν στην αστυνομία. Τότε οι μαύροι παύουν να είναι μαύροι όπως είμαστε εμείς».
Αλλά οι ενστάσεις δεν σταματούν εδώ. Το «βέτο» του αντιρατσιστικού κινήματος επεκτείνεται σε μια άλλη γυναίκα, γράφει η Repubblica, η οποία εμφανίζεται και αυτή ως υποψηφία για τη θέση του/της αντιπροέδρου του Μπάιντεν. Ούτε τη γερουσιαστή Κάμαλα Χάρις θέλουν οι «ηγέτες» του BLM, διότι και εκείνη, αν και μη λευκή επίσης (με γονική καταγωγή από την Τζαμάικα και από την Ινδία), διετέλεσε εισαγγελέας στην Καλιφόρνια. Κατηγορείται, λοιπόν, ότι η πολιτική που άσκησε για την τιμωρία του εγκλήματος στην Πολιτεία έριξε πολλούς Αφροαμερικανούς στις φυλακές των ΗΠΑ. Το όλο θέμα εξελίσσεται σε ακανθώδες για τον Μπάιντεν, παρατηρούν οι Ιταλοί.
Το κίνημα BLM έχει οπωσδήποτε χαρακτηριστικά κατά της κυβέρνησης (και της νέας προεδρικής υποψηφιότητας) Τραμπ, ωστόσο αυτό το γεγονός δεν το καθιστά αυτομάτως και φιλικό προς τους Δημοκρατικούς. Κατά τις διαδηλώσεις των τελευταίων ημερών πολλοί Δημοκρατικοί δήμαρχοι έχουν χαρακτηριστεί από τους διαμαρτυρομένους ως «ανεπιθύμητοι» στις κινητοποιήσεις.
Στις τρεις εβδομάδες που πέρασαν από τον φόνο του Φλόιντ, η κατάσταση δεν έχει ξεκαθαρίσει ως προς τις πολιτικές συνέπειες της γενικώς αντιρατσιστικής και ειδικώς αντικατασταλτικής διαμαρτυρίας των Αμερικανών που κατακλύζουν τους δρόμους. Τα σημάδια μιας «πολιτισμικής επανάστασης» πολλαπλασιάζονται και διακρίνονται αριστερά και δεξιά, κάτι που δείχνει ότι οι τραγωδίες αλλάζουν τις ΗΠΑ, σημειώνουν οι Ιταλοί.
Αποφαίνονται, ωστόσο, ότι όλα τα παραπάνω δεν είναι αρκετά στοιχεία ώστε να εξαχθούν ασφαλή συμπεράσματα και για το πώς θα επηρεαστούν οι κάλπες του Νοεμβρίου: «Κάθε πρόβλεψη θα ήταν πρόωρη». Πάντως το τελευταίο κρούσμα θανατηφόρου αστυνομικής βίας, το περιστατικό στην Ατλάντα δηλαδή, ενισχύει τις πιο ριζοσπαστικές φωνές του BLM, εκείνες που προβάλλουν την αναγκαιότητα κατάργησης της αστυνομίας. Ως προς αυτό, ήδη υπάρχει το πείραμα με την «απελευθερωμένη γειτονιά» στο Σιάτλ, αλλά και φωνές σχολιαστών που υποστηρίζουν δραστικές λύσεις, όπως την κατάργηση της αστυνομίας ώστε να μη δρα καταχρηστικώς και «να μη σκοτώνει».
Υπάρχουν όμως και συνετές φωνές, οι οποίες υποστηρίζουν ότι σε περίπτωση ανυπαρξίας υπηρεσιών και μονάδων καταστολής, το έγκλημα θα οργιάσει και, σε τέτοια περίπτωση, οι πρώτοι που θα πληρώσουν τα σπασμένα θα είναι οι Αφροαμερικανοί: οι κοινότητές τους θα είναι απροστάτευτες απέναντι στους εγκληματίες. Οι αναλυτές αυτού του σκεπτικού προβάλλουν το επιχείρημα ότι η αποδυνάμωση της αστυνόμευσης ή η παντελής έλλειψή της θα είναι ολέθρια λάθη, τα οποία θα επιδεινώσουν την κατάσταση στις γειτονιές εκείνες οι οποίες χρειάζονται περισσότερο από άλλες την παρουσία της αστυνομίας. Η αστυνομία πρέπει να βελτιωθεί, όχι να εξαφανιστεί, λένε.
Η διάσταση μεταξύ του «πεζοδρομίου» και της «σάλας» είναι ξεκάθαρη στις ΗΠΑ. Οπως ξεκάθαρο είναι ότι και όσοι κινητοποιήθηκαν στις συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας δεν θα ψηφίσουν όλοι τον Μπάιντεν και τους Δημοκρατικούς. Υπάρχει δυσπιστία απέναντι στην πολιτική και στους επαγγελματίες της. Η μη συμμετοχή όμως στην εκλογική διαδικασία, όπως έδειξε και το πρόσφταο παρελθόν, πριμοδότησε πολιτικούς σαν τον Μπους και σαν τον Τραμπ: έφθανε για να καταλήξει ο Λευκός Οίκος στα χέρια τους.
Τώρα ο κίνδυνος της αποχής ή και της υποστήριξης ριζοσπαστικών και περιθωριακών κομμάτων ανάγκασε τον πρώην πρόεδρο Μπαράκ Ομπάμα να απευθύνει δύο φορές έκκληση στους νεαρούς Αμερικανούς να συμμετάσχουν στις εκλογές του Νοεμβρίου και, δι’ αυτού του τρόπου, να αναλάβουν τις ευθύνες τους.