«Δες αν υπάρχει καθόλου μπέικον. Αν υπάρχει, ζήτα από τη μαγείρισσα να το ψήσει. Ρώτα την επίσης αν έχει μερικά αβγά. Αν έχει, παρακάλεσέ την να τα κάνει ποσέ. Απόφυγε να τοστάρεις το ψωμί, διότι καίγεται εύκολα και δεν θα μπορείς να καθίσεις στο σπίτι για μια εβδομάδα. Σερβίρισε κατά προτίμηση σε πορσελάνινα πιάτα – πάντως κάνουν και τα χρυσά ή τα ξύλινα αν είναι εύχερα».
Το πιο πάνω σημείωμα μπορεί να αναφέρεται στη μαγειρική αλλά δείχνει πολύ καθαρά ποια ήταν η Ζέλντα Σάρεϊ. Ενα κορίτσι με ευφάνταστο όνομα – εμπνευσμένο από τα αγαπημένα παραμύθια της μαμάς της. Ενα κορίτσι πανέμορφο, έξυπνο, μοντέρνο, με θράσος απέναντι στα αισθήματα και στη ζωή, με κέφι, με μπρίο, με θέληση να κατακτήσει τον κόσμο ολόκληρο ή απλώς όλα τα επόμενα πάρτι, με χιούμορ και εξαρτήσεις. Εξαρτήσεις από το ποτό, από τη μαγείρισσα (ακόμα και για τα πιο βασικά), από τα λεφτά, από την κοινωνική φήμη του άντρα της – του Φράνσις Σκοτ Φιτζέραλντ, του πιο ταλαντούχου συγγραφέα του Μεσοπολέμου στην Αμερική.
Ο Φράνσις λάτρευε τη Ζέλντα σαν τρελός. Τη γνώρισε στον αμερικάνικο Νότο, καλοκαίρι του 1918, στην Αλαμπάμα, όπου είχε πάει ως εθελοντής στρατιώτης στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η Ζέλντα τότε ήταν 18 ετών κι εκείνος 22. Εκείνη μόλις είχε τελειώσει το σχολείο και απολάμβανε τη ζωή χορεύοντας, πίνοντας με τα αγόρια στα πάρτι και κολυμπώντας σε πισίνες με δροσερά νερά. Εκείνος είχε αφήσει πίσω του το «στείρο Πρίνστον», είχε τελειώσει το πρώτο του βιβλίο με τίτλο “The romantic egoist” και ήταν έτοιμος να κατακτήσει τον κόσμο – και μαζί το κορίτσι.
Ωστόσο το κορίτσι, όπως τα περισσότερα κορίτσια, είχε μέσα του και λίγο πραγματισμό. Απολάμβανε τον έρωτα, τα κοσμικά πάρτι και το «αχαλήνωτο σεξ» με τον όμορφο και πνευματώδη, φέρελπι συγγραφέα, αλλά αν εκείνος δεν μπορούσε να τη συντηρήσει οικονομικά και κοινωνικά, εκείνη δεν μπορούσε να τον παντρευτεί. Ηταν εξάλλου κόρη δικαστικού. «Γιατί να δουλεύεις όταν ξέρεις ότι πάντα μπορείς να δανειστείς;» και «Ας ζήσουμε το σήμερα χωρίς να μας ενδιαφέρει το αύριο» ‒ αυτές ήταν οι δύο αγαπημένες της φράσεις κάτω από τη φωτογραφία της στο λεύκωμα αποφοίτησης.
Ο Φράνσις ήταν έξυπνος και πήρε το μήνυμα αμέσως. Επέστρεψε τη Νέα Υόρκη μετά το τέλος του πολέμου και στρώθηκε αμέσως να γράψει το πρώτο του, μυθιστόρημα, με τίτλο «Αυτή η πλευρά του Παραδείσου». Στη θετική επστολή του εκδότη, ο Φράνσις απάντησε γεμάτος ενθουσιασμό: «Εξαρτώνται πολλά πράγματα από την επιτυχία αυτού του βιβλίου – εννοείται και ένα κορίτσι».
Το βιβλίο εκδόθηκε 26 Μαρτίου 1920, το κορίτσι πήγε στη Νέα Υόρκη στις 30 Μαρτίου, ο γάμος ετελέσθη στις 3 Απριλίου και ακολούθησε ένα πάρτι ξέφρενο «με όλες τις λάμψεις και τους ιριδισμούς της απαρχής του κόσμου!» ‒ αυτή ήταν η ακριβής διατύπωση του συγγραφέα, όταν υποσχόταν στο κορίτσι δύο χρόνια πριν, ότι μια μέρα θα γινόταν πλούσιος και θα την έπαιρνε μαζί του στη Νέα Υόρκη.
Η ζωή του ζευγαριού πράγματι ήταν λαμπρή για περίπου 10 χρόνια. Ο Φράνσις έγραψε τα αριστουργήματα «Ομορφοι και καταραμένοι» (1922) και «Ο μεγάλος Γκάτσμπι» (1927), το χρήμα από τα δικαιώματα και τις αναθέσεις των περιοδικών ήταν αρκετό, τα πάρτι ήταν πολλά, οι πόρτες στην υψηλή κοινωνία ήταν ορθάνοιχτες και το ποτό έρρεε άφθονο. Στο βεβαρυμένο πρόγραμμα της επιτυχίας υπήρχε και ένα κοριτσάκι, που γεννήθηκε το 1922 και ονομάστηκε Φράνσις Σκότι Φιτζέρλαντ. Οταν γεννήθηκε και για πρώτη φορά το πήρε στα χέρια της η Ζέλντα, είπε «Πω, πω είμαι ακόμα μεθυσμένη! Μικρή μου, σου εύχομαι όταν μεγαλώσεις να γίνεις όμορφη και χαζή…». Μήπως σας θυμίζει κάτι αυτή η τελευταία φράση; Ναι, την έχουμε διαβάσει, στον «Μεγάλο Γκάτσμπι», να τη λέει η Ντέιζι Μπιουκάναν. Η Ζέλντα σίγουρα ενέπνεε τον Φράνσις.
Ομως η Ζέλντα είχε κι εκείνη ταλέντα, τα οποία θεωρούσε ότι πήγαιναν χαμένα, καθώς δεν μπορούσαν να ανθίσουν στη σκιά του μεγάλου συγγραφέα. Είχαν κλείσει επτά χρόνια γάμου και ούτε που το είχε καταλάβει. Ηταν 27 ετών, και τώρα θυμόταν πόσο πολύ οι δάσκαλοι εξήραν τον χορό της όταν πήγαινε σχολείο. «Θα γίνω χορεύτρια!» είπε ξαφνικά και άρχισε εντατικά μαθήματα κλασικού χορού. Τόσο εντατικά που της έγιναν εμμονή. «Είναι χάσιμο χρόνου αυτό που κάνεις», της έλεγε ο Φράνσις. Αυτό την τρέλαινε ακόμη περισσότερο – έτσι για πρώτη φορά τότε πραγματικά η Ζέλντα εξοντώθηκε ψυχικά και σωματικά. Οι κόποι ευοδώθηκαν τελικά και το 1929 έγινε δεκτή στην Opera Ballet Company Σαν Κάρλο στη Νάπολη. Αρνήθηκε να πάει. Λίγο αργότερα, την άνοιξη του 1930, μπήκε για πρώτη φορά στο σανατόριο, εξαντλημένη ψυχικά και σωματικά, και μετά από εξετάσεις που κράτησαν μήνες, της διαγνώστηκε η σχιζοφρένεια.
Εκτοτε η Ζέλντα απλώς θα μπαινοβγαίνει στις κλινικές. Ο δε Φράνσις θα πίνει πάρα πολύ και θα νιώθει ότι χάνει το ταλέντο του και ότι ξεπερνιέται από την εποχή – όπως ακριβώς κατά τη γνώμη του η λογοτεχνία την ίδια δεκαετία ξεπερνιόταν από τον ορμητικό κινηματογράφο. Επίσης παράλληλα τον αγχώνει πολύ το κόστος περίθαλψης της Ζέλντα και το ιδιωτικό σχολείο της κόρης του. Πίνει, πίνει, πίνει. Οι πωλήσεις των βιβλίων του μειώνονται. Οι αναθέσεις επίσης. Αρχίζει να γράφει σενάρια για το Χόλιγουντ με απολαβές 1.000 δολάρια την εβδομάδα. Δεν τα βγάζει πέρα. Πίνει. Χάνει τη λάμψη του.
Και ξαφνικά το 1932 μαθαίνει ότι η Ζέλντα έστειλε στον εκδότη του ένα μυθιστόρημα, που έγραψε μέσα στην κλινική μέσα σε έξι εβδομάδες, με τίτλο «Χαρίστε μου το βαλς». Το έμαθε από τον εκδότη. Ο εκδότης του το έδωσε να το διαβάσει. Και τότε συνειδητοποίησε ότι το βιβλίο περιγράφει τη ζωή του ζευγαριού, τη λάμψη και τη σκιά.
Ο Φράνσις έγραψε στη Ζέλντα που βρισκόταν στην κλινική ότι μέσα στο βιβλίο διάβασε σκηνές που ο ίδιος ήθελε να χρησιμοποιήσει στο δικό του μυθιστόρημα το «Τρυφερή είναι η νύχτα» και την παρακαλούσε να τις αποσύρει. Δεν τις απέσυρε.
Το βιβλίο εκδόθηκε ενώ εμαίνετο το κραχ. Η ζωή των Φιτζέραλντ μπορούσε να πουλήσει, κατά τον εκδότη. Ομως πούλησε μόλις 1.392 αντίτυπα από τις 3.000 που τυπώθηκαν και η Ζέλντα έλαβε ως δικαιώματα 120 δολάρια. Ο Φράνσις την κατηγόρησε ως «λογοκλόπο» και «τριτοκλασάτη συγγραφέα». Αυτό ήταν πρώτο και το τελευταίο βιβλίο που εξέδωσε η Ζέλντα.
Και μετά, περί τα μέσα της δεκαετίας του 1930, ήρθε η ζωγραφική. Πορτρέτα και αυτοπροσωπογραφίες, τοπία και νεκρές φύσεις. Η Ζέλντα ήξερε να ζωγραφίζει και μάλιστα έκανε και έκθεση: «Εργα ζωγραφικής της σχεδόν μυθικής Ζέλντα Φιτζέραλντ. Με ό,τι συναισθηματικούς υπαινιγμούς και συσχετισμούς μπορεί να έχουν απομείνει από την αποκαλούμενη Εποχή της Τζαζ», έγραψε το περιοδικό New Yorker για την έκθεση. Τίποτα άλλο. Καμία απολύτως περιγραφή για τη ζωγραφική και το ταλέντο της Ζέλντα. Τότε η Ζέλντα άρχισε να γίνεται βίαιη. Ο Φράνσις το 1936 την έβαλε πάλι στην κλινική. Εγραψε στους φίλους τους: «Τώρα η Ζέλντα νομίζει ότι βρίσκεται σε απευθείας σύνθεση με τον Χριστό, τον Γουλιέλμο τον Κατακτητή, τη Μαρία Στιούαρτ, τον Απόλλωνα και όλους αυτούς που αναφέρονται στα αστεία για τους τρελούς…».
Ομως κι εκείνος κοντεύει να τρελαθεί. Πίνει και θρηνεί. Το μυθιστόρημα «Τρυφερή είναι η νύχτα» τυπώθηκε το 1934 αλλά δεν πήγε καλά. Χρειαζόταν χρήματα. Εργαζόταν για την MGM στο Χόλιγουντ όσο η Ζέλντα δεν ήταν στο σπίτι στη Νέα Υόρκη, δηλαδή όποτε ήταν στην κλινική. Οι φίλοι του, ανάμεσά τους ο Ερνστ Χέμινγουεϊ κατηγορούσαν ευθέως τη Ζέλντα για την αποτυχία του Φράνσις. Εκείνος απαντούσε με ποτό. Ελεγαν ότι ο Φράνσις προδόθηκε από το όνειρό του για τη Ζέλντα. Εκείνος απαντούσε με ποτό.
Το 1938 μια παρέα από την κλινική της Ζέλντα θα πήγαινε στην Κούβα. Η Ζέλντα ήθελε να κολουθήσει, αλλά δεν τα κατάφερε. Ο Φράνσις της είπε να πάνε οι δυο τους. Καταστροφή. Στο ταξίδι ο οργανισμός του, που ήταν σοβαρά εξασθενισμένος εξαιτίας του ποτού, εξαντλήθηκε. Επίσης τραυματίστηκε σε μια κοκορομαχία και έπαθε μόλυνση. Το ζευγάρι επέστρεψε εσπευσμένα στις ΗΠΑ και ο Φράνσις μπήκε στο νοσοκομείο. Η Ζέλντα πήγε στην κλινική. Δεν συναντήθηκαν ποτέ ξανά.
Ο Φράνσις πέθανε πικραμένος και μόνος τον Δεκέμβριο του 1940.
Η Ζέλντα δεν πήγε στην κηδεία. Οταν βγήκε όμως από την κλινική ανακάλυψε ένα ημιτελές μυθιστόρημα του Φράνσις τον «Μεγάλο Μεγιστάνα» και το έδωσε προς έκδοση.
Προσπάθησε και η ίδια να γράψει ένα ακόμα βιβλίο με τίτλο “Caesar’s Things”. Δεν τα κατάφερε. Οπως δεν τα κατάφερε να πάει ούτε στον γάμο της κόρης της.
Το βράδυ της 10ης Μαρτίου 1948, ξέσπασε φωτιά στην κουζίνα της κλινικής. Η Ζέλντα ήταν κλειδωμένη στο δωμάτιο που γίνονταν τα ηλεκτροσόκ – περίμενε να αρχίσει η θεραπεία. Η φωτιά ανέβηκε από το κλιμακοστάσιο και κατέλαβε όλο το κτίριο. Η Ζέλντα κάηκε ζωντανή και τρελή.
Η ιστορία είναι τραγική. Και για τους δύο. Επίσης είναι τραγικό το γεγονός ότι ενώ το πιο πάνω άρθρο γράφτηκε με σκοπό να μιλήσουμε για τη Ζέλντα, παντού, σε όλες τις σκηνές ήταν παρών και ο Φράνσις. Αλλά θα ξέραμε σήμερα τη Ζέλντα αν δεν υπήρχε εκείνος; Μάλλον όχι. Από την άλλη θα ξέραμε σίγουρα τον Φράνσις, αν δεν είχε γράψει την πρώτη μεγάλη επιτυχία του, «Αυτή η πλευρά του παραδείσου», με σκοπό να γίνει διάσημος συγγραφέας και να μπορέσει να παντρευτεί τη Ζέλντα;
Η ταινία: ο τίτλος είναι «Ομορφοι και καταραμένοι» και προφανώς παραπέμπει στο θρυλικό ζευγάρι. Τον ρόλο της Ζέλντα έχει η Σκάρλετ Γιόχανσον. Το σενάριο υπογράφει η Χάνα Γουεγκ. H παραγωγή είναι της Millenium Films. Για τον ίδιο ρόλο έχουν προηγηθεί συζητήσεις και με την Κίρα Νάιτλι. Τελικά τον ρόλο πήρε η Γιόχανσον. Το όνομα του σκηνοθέτη δεν είναι ακόμη γνωστό.