Τη Δευτέρα το βράδυ ολοκληρώθηκε στο Ζάππειο Μέγαρο το Οινόραμα 2016 η μεγαλύτερη έκθεση ελληνικών κρασιών στον κόσμο. Πρόκειται για μια πραγματική γιορτή του κρασιού με την οποία από το 1994 που ξεκίνησε «ανοίγει» κάθε χρόνο η οινική χρονιά συγκεντρώνοντας γύρω από τα stands των οινοποιείων επαγγελματίες και οινόφιλους. Για άλλη μια φορά λοιπόν φέτος γευσιγνώστες, εστιάτορες, οινοχόοι, καβίστες, αγοραστές οίνου και γενικά επαγγελματίες συναφών κλάδων και λάτρεις του κρασιού συναντήθηκαν στο Ζάππειο όπου εκτέθηκε ολόκληρος ο ελληνικός αμπελώνας. Με το συλλεκτικό ποτήρι τους στο χέρι οι επισκέπτες του Οινοράματος δοκίμασαν μερικά από τα ακριβότερα και πιο σπάνια ελληνικά κρασιά, αλλά και κρασιά της νέας σοδειάς (2015), που θεωρείται από πάρα πολύ καλή έως και εξαιρετική.
Φέτος και παρά τις αντίξοες οικονομικές συνθήκες συμμετείχαν 200 οινοποιεία, παρουσιάστηκαν περίπου 1.500 κρασιά από όλες τις οινοπαραγωγικές περιοχές της Ελλάδας αλλά και εισαγόμενοι οίνοι, όπως και μερικά εξαιρετικά ελληνικά αποστάγματα. Στην έκθεση συμμετείχαν ελληνικές και ξένες εταιρείες με εφόδια για το αμπέλι, το οινοποιείο και τους χώρους εστίασης καθώς και άλλες χρήσιμες υπηρεσίες, όπως οι σχολές κρασιού.
Οι καινοτομίες της σπουδαίας αυτής έκθεσης, που διοργανώνεται από τη Vinetum και φέτος είχε τεθεί υπό την αιγίδα του Συνδέσμου Ελληνικού Οίνου, ήταν για άλλη μια φορά πολλές. Όπως και πέρυσι, το Οινόραμα ήταν η κορύφωση της εβδομάδας κρασιού «Athens Wine Week» (28/02 – 6/03), κατά τη διάρκεια της οποίας οργανώθηκαν διάφορες εκδηλώσεις για το κρασί (γευσιγνωσίες, σεμινάρια, παρουσιάσεις, διαλέξεις, οινικά δείπνα κ.ά.) σε πολλά σημεία της πόλης ανάμεσα στις οποίες ξεχώρισε ο «Μαραθώνιος Οινικής Γνώσης», με 30 διαλέξεις-εξπρές (10 λεπτά η κάθε μία) από ειδικούς του κρασιού, που πραγματοποιήθηκαν στο ξενοδοχείο King George.
Τα highlights της διοργάνωσης
Στην αίθουσα «Πλατεία της Οινογνωσίας» ή «Discover Greek Wines» που ήταν ειδικά διαμορφωμένη μόνο για τους επαγγελματίες, έλληνες και ξένους, φιλοξενήθηκαν τα πιο αντιπροσωπευτικά κρασιά του ελληνικού αμπελώνα ώστε οι επισκέπτες να μπορούν να κάνουν μια γρήγορη γευστική επισκόπηση της ελληνικής παραγωγής. Αντίστοιχα στην αίθουσα «Οινικές Αποκαλύψεις» παρουσιάστηκαν οινοποιεία με πολύ μικρή παραγωγή καθώς και κρασιά από «αφανείς» ή «άγνωστες» ποικιλίες αμπέλου, «φυσικά» και βιοδυναμικά κρασιά, κρασιά από σταφύλια αυτόρριζων αμπελιών (προ-φυλλοξερικών) και κρασιά ζυμωμένα με γηγενείς ζυμομύκητες, για οινόφιλους και επαγγελματίες που ψάχνουν το «Top Obscure», κρασί δηλαδή που δεν είναι καθόλου γνωστό.
Ακόμη παρουσιάστηκε το «ΕλλΟινικό Εστιατόριο» μια δράση που εστιάζει στη δικτύωση και την επιβράβευση των εστιατορίων (σε όλο τον κόσμο) τα οποία προβάλλουν στις λίστες τους ελληνικά κρασιά αλλά και στην παροχή συμβουλών σε εστιάτορες που επιθυμούν να προβάλλουν στους χώρους τους το Επώνυμο Ελληνικό Κρασί. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον είχε τέλος το πρωτότυπο ομαδικό σταντ «Τα Ελαιόλαδα των Οινοποιών», με έξτρα παρθένα ελαιόλαδα υψηλής ποιότητας τα οποία παράγονται από οινοποιούς που συμμετέχουν στο Οινόραμα.
Το τρένο της προόδου
Ο πρώτος άνθρωπος που συνάντησα στο Ζάππειο Μέγαρο ήταν ο Γιώργος Σκούρας δραστήριος οινοποιός από την περιοχή της Νεμέας και του Αργους και πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικού Οίνου, ο οποίος δεν έκρυβε τη χαρά του για την επιτυχία του σχεδιασμού της έκθεσης που έγινε από κοινού με τον Κωνσταντίνο Στεργίδη της Vinetum (εταιρεία εξειδικευμένη στη διοργάνωση οινικών εκδηλώσεων) με στόχο να δοθεί μια «νέα πνοή στο ελληνικό κρασί». Πώς θα επιτευχθεί ο στόχος αυτός; «Τα νέα κρασιά είναι τα μωρά μας αυτά που υπόσχονται το μέλλον και το ενδιαφέρον» μου είπε, τονίζοντας ότι: «Το ελληνικό κρασί μόλις έχει ξεκινήσει την καριέρα του και δεν επιτρέπεται να μας βαρεθούν. Πρέπει να μένει πάντα νεαρό και ζωντανό. Υπάρχουν πολλές νέες εκφράσεις από νέα οινοποιεία και από νεαρούς οινοποιούς που γράφουν τη δική τους ιστορία προσπαθώντας να είναι μια ιστορία διαφορετική είτε με καινούργιες και άγνωστες ποικιλίες αλλά οπωσδήποτε ελληνικές είτε με διαφορετικούς τρόπους οινοποίησης που μπορεί να ακούγονται τρελούτσικοι στους παλιότερους. Αυτά όμως είναι πράγματα μοναδικά που μπορούν να κρατάνε ζωντανό το ενδιαφέρον του οινόφιλου κοινού.»
Ολες οι νέες προσπάθειες συγκεντρώθηκαν φέτος σε έναν ιδιαίτερο χώρο («Οινικές Αποκαλύψεις») όπου εκτός από τα stands των νέων οινοποιών λειτουργούσε επίσης ένα πολύ ιδιαίτερο wine bar. Εκεί τρεις κοπέλες σομελιέ σέρβιραν 60 διαφορετικά κρασιά με ό,τι πιο νέο έχει να παρουσιάσει η οινοποίηση τόσο στην Ελλάδα αλλά και διεθνώς.
«Το 2008 υπήρχαν 400-500 επιχειρήσεις οίνου το 2016 μέσα από μια τεράστια δραματική κρίση έχουμε φτάσει τις 1000. Οι νέες επιχειρήσεις είναι τα παιδιά της ανάγκης που έγιναν για να επιβιώσουν άνθρωποι αλλά επίσης είναι παράδειγμα για το μέλλον. Εχω πει και δεν θέλω να δεσμεύω τον κλάδο με την προσωπική μου άποψη ότι η χώρα μας θα γίνει νόστιμη όταν θα αποκτήσουμε πάρα πολλά οινοποιεία.» τονίζει ο Γιώργος Σκούρας. Πόσα πολλά; «3000 οινοποιεία. Γιατί τότε θα γίνουμε μια χώρα που θα αναγνωρίζεται για το κρασί της» μου λέει ο Σκούρας και αναφέρεται επίσης στα πολλά και σοβαρά προβλήματα που αφορούν έως και την εξαφάνιση του αμπελιού: «Ο σύνδεσμος αγωνίζεται για την επίλυσή τους και θα τα καταφέρουμε», μου λέει με σιγουριά, «θα βρούμε τρόπους πιέζοντας όλοι μαζί τους πολιτικούς.
Το σημαντικό είναι ότι η κρίση και οι δυσκολίες μας βρίσκουν όλους μαζί ενωμένους.» Οι οινοποιοί έχουν να αντιμετωπίσουν «μεγάλους εχθρούς», κατ’άρχάς την φορολογία: «Οι αγρότες που μπαίνουν σε φορολόγηση δεν θέλουν να πουλάνε τα σταφύλια τους με τιμολόγια και προσπαθούν να βρούν άλλους τρόπους τα στέλνουν π.χ. για τσίπουρα διότι έτσι δεν θα φορολογηθούν, δεύτερο δεν έχουμε εθνικό σχεδιασμό. Εκείνο όμως που προέχει είναι να δημιουργήσουμε μέλλον. Συμβαίνει κάτι καταπληκτικό. Η χώρα μας έχει 360 ποικιλίες, μία για κάθε ημέρα. Επίσης έχει πάρα πολλούς νέους αμπελουργούς με παράδειγμα. Εχουμε το μοντέλο του αμπελουργού – οινοποιού. Είμαστε αυτο που θα έπρεπε να είναι ο αγρότης σήμερα. Καλλιεργούμε τα αμπελια μας, μεταποιούμε την πρώτη ύλη, φτιάχνουμε το κρασί μας και βάζουμε πάνω σ’αυτό προστιθέμενη αξία. Παιδιά από αγροτικές οικογένειες σπουδάζουν μάρκετινγκ και οινολογία, γυρίζουν πίσω βρίσκουν μια γη 50-100 στρέμματα φτιάχνουν 50.000-100.000 μπουκάλια κρασί το χρόνο και αγωνίζονται για να κερδίσουν τη ζωή τους. Αυτό είναι το μοντέλο και πρέπει να το πάμε πιο μπροστά να το προβάλουμε σε όλη την αγροτική χώρα» μου λέει με τρόπο χειμαρρώδη χωρίς να σηκώνει αντιρρήσεις.
Φέρνω την κουβέντα μας στις εξαγωγές αφού υπάρχει μια καλή συγκυρία διεθνώς καθώς οι ξένοι λάτρεις του κρασιού ενδιαφέρονται για άγνωστες ποικιλίες και νέους αμπελώνες. «Εχουμε καταγεγραμμένες τάσεις για τις ηλικίες των τριαντάρηδων και των σαραντάρηδων κυρίως στην Αμερική γιατί η Ευρώπη ακόμη κοιμάται. Σε αυτές τις ηλικίες λοιπόν προτιμούν να μην πιουν το γνωστό και ακριβό που πίνει ο μπαμπάς τους αλλά να υιοθετήσουν μια ετικέτα και μια περιοχή». Αυτή η τάση λοιπόν είναι πολύ σπουδαία και πρέπει να αξιοποιηθεί. Πώς; «Χρειαζόμαστε πολύ καλό σχεδιασμό δράσεων να γνωρίζουμε πώς θα προσεγγίσουμε την διεθνή αγορά μα πάνω από όλα χρειαζόμαστε πολύ ωραία κρασιά. Να γίνουμε μυστηριώδεις και ωραίοι δείχνοντας όλες αυτές τις άγνωστες ποικιλίες μας. Στην Αμερική ποικιλίες όπως το Μοσχοφίλερο το Ασσύρτικο το Ξινόμαυρο και Νεμέα βεβαίως είναι γνωστές όχι όμως και ο Σιδερίτης γι’ αυτό χρειάζεται να κάνουμε και άλλα πράγματα.» απαντάει ο Σκούρας.
Μπορεί να γίνει το κρασί η βαριά βιομηχανία της Ελλάδας; «Το κρασί έχει πολλές ταχύτητες είναι σαν τρένο» μου λέει. «Εξαρτάται από το τι γράφει η εικόνα του. Η Ιταλία έχει μπροστά τα φοβερά μεγάλα κρασιά της στο δεύτερο βαγόνι τα μικρότερα μετά έρχονται τα καμιόνια. Αλλά όταν περνάει το τρένο που γράφει Ιταλία όλος ο κόσμος μαγεύεται. Εμείς εδώ ακόμα είμαστε μπερδεμένοι και δεν ξέρουμε ποιο είναι το πρώτο και ποιο το τελευταίο βαγόνι μας. Χρειάζεται να δώσουμε αξία στο προϊόν μας για να πάμε μπροστά στη συνέχεια. Και βέβαια το brand name είναι η Ελλάδα που θα τα πάρει όλα μαζί του αλλά επιμένω. Η αγροτική δύναμη της χώρας μας βρίσκεται μακρυά από την τεμπελιά εκεί που υπάρχει η μεταποίηση του προϊόντος και η προστιθέμενη αξία».
Ποιοτικό ελληνικό κρασί
Περπατώντας ανάμεσα στους εκθέτες συναντάω τον Αργύρη Τσακίρη, καθηγητή στο Τμήμα Οινολογίας και Τεχνολογίας Ποτών στο ΤΕΙ Αθήνας ο οποίος δηλώνει επίσης εντυπωσιασμένος από τον αριθμό των νέων οινοποιών που συνεχώς αυξάνεται αν και είμαστε σε μια περίοδο κρίσης. Και η ποιότητα της παραγωγής τους; «Δύσκολα θα γίνει καλύτερη και το λέω πολύ σοβαρά αυτό. Εχουν λυθεί τεχνολογικά θέματα έχουν βελτιωθεί πρακτικές στο αμπέλι, τι άλλο μένει; Κι εγώ δεν ξέρω» μου απαντάει. Ποιες περιοχές είναι πιο ψηλά; «Αναμφίβολα οι κλασικές» μου λέει, «η Δράμα είναι Δράμα, η Νάουσα είναι Νάουσα αλλά να που εμφανίζεται τώρα και η Πιερία. Βρέθηκα σήμερα σε πέντε οινοποιεία της Πιερίας που δεν τα γνώριζα καν νόμιζα ότι αυτή η περιοχή οινικά δεν υπήρχε. Ξαφνικά δηλαδή βλέπεις να γεννιούνται νέες περιοχές με οντότητα. Είναι πολύ εντυπωσιακό.» Τι σημαίνει αυτό; «Είναι απλό. Είναι τόσο καλή και δημιουργική η παραγωγή στην Ελλάδα που μπορεί κάποιος με ένα κτηματάκι 10-15 στρεμάτων εκεί που έδινε τα σταφύλια του χύμα να κάνει τώρα ένα πάρα πολύ ωραίο κρασί με υπεραξία.» μου απαντάει. Κάπως έτσι σκέπτομαι εγώ ότι ίσως φτάσουμε τελικά στα 3000 οινοποιεία που θέλει ο Σκούρας.
Ο Τσακίρης πιστεύει επίσης ότι το μέλλον μας βρίσκεται στην αναβίωση των παλιών ποικιλιών: «Βεβαίως τα Μερλό, Συρά και Καμπερνέ Σοβινιόν είναι πολύ ωραίες ποικιλίες και κάποιοι πρέπει να κάνουν κρασιά από αυτές για να μην αφήνουν τα ξένα να μπαίνουν στην ελληνική αγορά αλλά μέχρι εκεί. Αυτό το έχουν καταλάβει πλέον οι παραγωγοί μας και σιγά σιγά φεύγουν από τις ξένες ποικιλίες. Ξέρουν πια ότι για να πουλήσουν πιο εύκολα το κρασί τους στο εξωτερικό πρέπει να βρούν ελληνικές ποικιλίες για αξιοποιήσουν τη σύγχρονη διεθνή τάση για σπάνιες ποικιλίες και μικρές παραγωγές. Η Ελλάδα είναι θησαυρός».
Παλιά που έγιναν μοντέρνα
Μπαίνοντας στην αίθουσα για τους επαγγελματίες δοκιμάζω με την ησυχία μου μερικά από τα πιο ενδιαφέροντα ελληνικά κρασιά. Εντύπωση μου κάνει το πλήθος των ροζέ που εκτίθενται πρώτα πρώτα και ειδικά το χρώμα τους που έχει αλλάξει. Από ροζέ μέχρι σκούρο τριανταφυλλί τα ξέραμε μέχρι πρότινος –το χρώμα που είχε το κλασικό κοκκινέλι- τώρα όμως τα ροζέ έχουν περάσει στην παλέτα του σομόν, του κρεμμυδί και του πορτοκαλί σε μια ποικιλία αποχρώσεων. Ο δημοσιογράφος οίνου Αργύρης Καλλιανιώτης από τη διοργάνωση της Vinetum με ξεναγεί: «Δειλά δειλά τα τελευταία 3-4 χρόνια κάποιοι οινοποιοί άρχισαν να βγάζουν ευρωπαϊκά ροζέ στο στιλ της Προβηγκίας που έχουν το χρώμα του σολομού και της φλούδας του κρεμμυδιού και ανάλογο αρωματικό και γευστικό χαρακτήρα που είναι πολύ πιο ελαφρύς από αυτό των ερυθρωπών χωρίς απαραίτητα να είναι κρασιά υποχρεωτικά πιο ξηρά.» Να σημειώσουμε ότι η γλυκύτητα είχε εδώ και αρκετά χρόνια εγκαταληφθεί γιατί τα ημίξηρα και το ημίγλυκα κρασιά είχαν κατά κάποιον τρόπο ενοχοποιηθεί ότι γινόντουσαν για να καλύψουν προβλήματα. Ομως και αυτό έχει αλλάξει. Απενοχοποιημένοι πλέον οι οινοποιοί φτιάχνουν και πάλι ελαφρώς γλυκά κρασιά με παιχνιδιάρικο χρώμα και χαμηλό αλκοόλ. Είναι κρασιά καλοκαιρινά που αρέσουν πολύ γιατί συνοδεύουν ιδανικά τα πιάτα της Απω Ανατολής που έχουμε αγαπήσει τα τελευταία χρόνια αλλά ταιριάζουν επίσης με τα ελληνικά φαγητά όπως και με την ελληνική συνήθεια της μεγάλης ποικιλίας πάνω στο τραπέζι όπως συνέβαινε κάποτε με τη ρετσίνα.
Καθώς προχωράμε μαζί στους πάγκους με τα κόκκινα παρατηρούμε άλλη μια νέα διαφοροποίηση, που εμφανίζεται τελευταία δειλά μεν αλλά που δείχνει τη διάθεση των οινοποιών να εγκαταλείψουν το πολύ ξύλο στον γευστικό χαρακτήρα των ερυθρών κρασιών τους που είχε επικρατήσει στο παρελθόν.
Μεγάλη έμφαση βλέπουμε ότι δίνεται σε ποικιλίες σημαντικές –η «πλατεία γευσιγνωσίας» είναι γεμάτη φέτος με ασσύρτικα- αλλά και σε πιο σπάνιες ποικιλίες ή πολύ λιγότερο διαδεδομένες. Οι Κυκλαδίτικες ποικιλίες και γενικά τα αιγαιοπελαγίτικα κρασιά είναι παρόντα με δύναμη ας μην ξεχνάμε ότι το Ασσύρτικο της Σαντορίνης είναι η αιχμή όλης της Ελλάδας.
Περίεργες ελληνικές ποικιλίες σπάνιες ή ανερχόμενες καταλαμβάνουν τον μεγαλύτερο χώρο. Στα ερυθρά κυριαρχούν οι Μαυροδάφνες (ξηρά κρασιά) με τη Λημνιώνα είναι η ανερχόμενη ποικιλία που γίνεται τάση της φετινής χρονιάς όπως αντίστοιχα το Βιδιανό στα λευκά κρασιά. «Κάποτε το κυνηγούσαμε αλλά να που τώρα έχουμε πολλά Βιδιανά» μου λέει ο Καλλιανιώτης ενώ εγώ μετράω τρεις Λημνιώνες και πολλά χαρμάνια που την περιέχουν. Εντύπωση μου κάνει επίσης το Λημνιό ποικιλία ΠΟΠ και ταυτόχρονα ανερχόμενη. Ακόμη, πολλοί οινοποιοί χρησιμοποιούν τις ερυθρές ποικιλίες Κοτσιφάλι και Αυγουστιάτη ενώ έχει εμφανιστεί και το εντελώς άγνωστο μέχρι πρόσφατα, Μούχταρο όπως και το Μαυρούδι και η Μαυροκουντούρα που είναι κλώνος της Μαντηλαριάς.
Στα λευκά τα νεοεμφανιζόμενα κρασιά είναι ακόμη περισσότερα. Μετράω 15 Ασσύρτικα, και πολύ περισσότερα χαρμάνια που το περιέχουν. Η ποικιλία ήρθε στην Ηπειρωτική Ελλάδα από τη Σαντορίνη τώρα όμως δίνουν στην οινοποίησή της πολύ μεγαλύτερη σημασία και έμφαση.
Ο ροδίτης είναι επίσης μια πασίγνωστη αχαϊκή ποικιλία ΠΟΠ ο τρόπος όμως που οινοποιείται τώρα πια είναι εντελώς διαφορετικός. Δίνει ένα κρασί με πεντακάθαρα τα χαρακτηριστικά της ποικιλίας, πολύ υψηλή οξύτητα και αρώματα ορυκτώδη που αποδίδουν το τερουάρ της περιοχής. Μαλαγουζιές υπάρχουν επίσης πολλές είναι μια ποικιλία που εξακολουθεί να είναι της μόδας αν και η πορείας της έχει αρχίσει να ανακόπτεται εξ αιτίας της αναβίωσης άλλων. Το Σαββατιανό για παράδειγμα μια ποικιλία ιδανική για να συνοδεύει καθημερινά φαγητά έχει αδικηθεί πολύ στο παρελθόν καθώς του κόλησε η ρετσινιά της (κακής) ρετσίνας. Φέτος όμως παρατηρούμε τη δυναμική επιστροφή του αφού υπάρχουν έξι κρασιά με Σαββατιανό και πολύ περισσότερα με την ποικιλία σε χαρμάνι. Είδαμε ακόμη κρασιά από τις ποικιλίες Βιδιανό, Βιδιανό – Πλυτό, πολλές παραλλαγές του εξαιρετικά αρωματικού Μοσχάτου όπως το Μοσχάτο μαύρο (για λευκή οινοποίηση), Μοσχάτο Σπίνας, και Μοσχάτο μικρόρωγο. Επίσης οι ποικιλίες Κυδωνίτσα από τη Μονεμβασιά, Μονεμβασιά από τη Λακωνία (ΠΟΠ κρασί από την Πάρο), Βηλάνα, Ζακυνθινό, Κουντούρα λευκή, Σιδερίτη, Φιλέρι, Μαλβάζια, Ασπρούδες, Αθήρι, Βοστυλίδι από τα Ιόνια, Τσαούσι και Μοσχατέλα είναι μερικές μόνο από τις αφανείς ποικιλίες που παίρνουν ξανά τη θέση τους στην καρδιά των οινοποιών.
Οσο για το lifestyle παρατηρήσαμε ότι όλο και περισσότεροι παραγωγοί κάνουν μια προσπάθεια να βελτιώσουν τις ετικέτες τους. Δέχονται πιο εύκολα να ακολουθήσουν τις οδηγίες των ειδικών είτε από το χώρο του μάρκετινγκ είτε της γραφιστικής και να μην βάζουν απλά ένα μνημείο της περιοχής τους ή ένα ζώο στην ετικέτα κάτι πολύ συνηθισμένο στο παρελθόν, είδαμε με ευχαρίστηση ακόμη και ετικέτες με χιούμορ.
Λάδι και κρασί, μια σχέση αιώνων
Δεν σας κρύβω πώς όταν έφτασα στον πάγκο με τα ελαιόλαδα των οινοποιών έβλεπα τη ζωή πιο ρόδινη, είχα αρχίσει να κάνω κεφάλι όπως και οι περισσότεροι επισκέπτες γύρω μου αφού εντωμεταξύ είχα δοκιμάσει πολλά διαφορετικά κρασιά. Απλά μια μικρή γουλιά από το καθένα άφηνα να κυλήσει στο στόμα μου πώς όμως γίνεται να μην καταπιείς λίγο περισσότερο όταν πρόκειται για ένα μαγικό κρασί; Μερικές σταγόνες από ένα ιδιαίτερα πικρό και πικάντικο έξτρα παρθένο ελαιόλαδο (στοιχεία στα οποία βρίσκονται οι εξαιρετικές για την υγεία πολυφαινόλες ελαιασίνη και ελαιοκανθάλη) ήταν αρκετές όμως για να με ξυπνήσουν εντελώς και να διώξουν από πάνω μου την κούραση.
Πώς συνδέεται το λάδι με το κρασί; «Εάν αποσυνθέσεις την Ελλάδα, στο τέλος θα δεις να απομένουν μια ελιά, ένα αμπέλι κι ένα καράβι. Που σημαίνει ότι με άλλα τόσα την ξαναφτιάχνεις» μου θυμίζει τον Ελύτη η Μαρία Κατσούλη η πρώτη ελληνίδα οινοχόος και τώρα επίσης η πρώτη σομελιέ ελαιολάδου και συμπληρώνει: «Όποιος έχει ένα αμπέλι έχει και μερικές ελιές από πίσω. Σχεδόν πάντα. Η καλλιέργειά της αμπέλου αναπτύχτηκε στην Ελλάδα από τα ομηρικά χρόνια το ίδιο και η ελιά. Εφυγε από τη Μεσοποταμία ήρθε στην Κρήτη ανέβηκε στην Ηπειρωτική Ελλάδα και από κει μέσω Σικελίας και Βενετίας σε όλη την Ευρώπη. Ακριβώς τον ίδιο δρόμο ακολούθησε και το κρασί.» Πράγματι το λάδι και το κρασί είναι βασικά στοιχεία της κουλτούρας μας. Ενδιαφέρον εξάλλου έχει και το γεγονός ότι οι Ελληνες ήταν ανέκαθεν πρώτοι σε κατανάλωση ελαιολάδου στον κόσμο με 17 λίτρα το χρόνο κατά κεφαλήν, όταν αντίστοιχα ο μέσος Ισπανός καταναλώνει 9 λίτρα και ο Γερμανός στη χώρα όπου όλοι θέλουμε να κάνουμε εξαγωγές μόλις 500ml.
«Οι οινοποιοί εδώ και πολλά χρόνια έκαναν λάδι με τον ίδιο τρόπο που έκαναν και κρασί» συνεχίζει η Μαρία Κατσούλη. «Πολλοί ξεκίνησαν με την παραγωγή κρασιού σαν χόμπι ή για το σπίτι τους και κατέληξαν να γίνουν οινοποιοί όταν το ανέπτυξαν και το τυποποίησαν. Το ίδιο έγινε και με το λάδι. Για τον οινοποιό μάλιστα είναι πολύ εύκολο να γίνει και παραγωγός ελαιολάδου γιατί δεν θα κάνει τα σφάλματα που έκανε με το κρασί του. Είναι πιο εξοικειωμένος στο πεδίο της γευσιγνωσίας έχει μάθει να δοκιμάζει κρασί άρα και λάδια και το σημαντικότερο: Ξέρει ότι για να κάνει καλό κρασί χρειάζονται καλές πρακτικές τόσο στο αμπέλι όσο και στο οινοποιείο άρα και για να βγάλει ποιοτικό λάδι χρειάζονται αντίστοιχα καλές πρακτικές στον ελαιώνα και στο ελαιοτριβείο. Επίσης του είναι πιο εύκολο να πάει μπροστά και στις πωλήσεις γιατί στην ουσία απευθύνεται στο ίδιο δίκτυο. Οι εξαγωγές των ελαιολάδων που παράγουν οι οινοπαραγωγοί πάνε πολύ πιο γρήγορα ψηλά από κάποιων που ξεκινάνε σήμερα και έχει να στήσουν από την αρχή ένα δίκτυο. Στο εξωτερικό είναι κάτι πολύ συνηθισμένο. Στη Σικελία και στην Τοσκάνη για παράδειγμα όσοι κάνουν κρασι κάνουν και λάδι στην Ισπανία συμβαίνει επίσης τα τελευταία χρόνια τώρα ξεκινάει και η Ελλάδα.» Πράγματι τα πρώτα ελαιόλαδα οινοποιών εμφανίστηκαν για πρώτη φορά στο περσινό Οινόραμα, φέτος συμμετείχαν 14 οινοποιεία που παράγουν και τυποποιούν επίσης εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο πράγμα που φαίνεται να έχει ακόμη μεγαλύτερη απήχηση στο μέλλον.