Ο εισαγγελέας του Μανχάταν ξαναγράφει την ιστορία μίας από τις πιο διαβόητες δολοφονίες της πολυτάραχης δεκαετίας του ’60 στις ΗΠΑ, αυτής του Μάλκολμ Χ. Και παράλληλα αναδεικνύει έναν καφκικό εφιάλτη που έζησαν για πάνω από μισόν αιώνα δύο αθώοι και οι οικογένειές τους.
Το γραφείο του Σάιρους Βανς του νεότερου –γιου του Σάιρους Βανς, παλαιού υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ– ανακοίνωσε ότι την Πέμπτη θα αθωωθούν επισήμως οι δύο άνδρες που το 1966 είχαν καταδικαστεί για τη δολοφονία, έναν χρόνο νωρίτερα, του θρυλικού όσο και αμφιλεγόμενου μουσουλμάνου ιεροκήρυκα και ακτιβιστή για τα πολιτικά δικαιώματα των Αφροαμερικανών.
Ο Μάλκολμ Χ (προφέρεται «Εξ») ήταν ο εκπρόσωπος του Εθνους του Ισλάμ, μιας μουσουλμανικής οργάνωσης που σε μια αντίστροφη θέαση του ρατσισμού στις ΗΠΑ, κήρυττε από την πλευρά της τον διαχωρισμό μαύρων και λευκών. Αγωνίστηκε μέσα από τις τάξεις της οργάνωσης για πάνω από 10 χρόνια, αλλά το 1964 ήρθε σε ρήξη με τα υπόλοιπα μέλη της και αποχώρησε. Πυροβολήθηκε και σκοτώθηκε στη Νέα Υόρκη λίγους μήνες αργότερα, στις 21 Φεβρουαρίου 1965, ενώ ετοιμαζόταν να εκφωνήσει ομιλία στο Ονταμπον Μπόλρουμ, όταν άνοιξαν πυρ εναντίον του τρία άτομα. Τρία μέλη του Εθνους του Ισλάμ καταδικάστηκαν για τη δολοφονία του.
Από το γραφείο του εισαγγελέα του Μανχάταν, Σάιρους Βανς Τζούνιορ, έγινε γνωστό ότι την Πέμπτη θα δοθεί συνέντευξη Τύπου με αντικείμενο «την ακύρωση της άδικης καταδίκης δύο προσώπων για τον φόνο του Μάλκολμ Χ. Οι άνδρες αυτοί δεν είχαν πρόσβαση στη δικαιοσύνη που τους άξιζε», σχολίασε ο εισαγγελέας μιλώντας στους New York Times.
Ο Βανς ζήτησε συγγνώμη, εκ μέρους των υπηρεσιών επιβολής του νόμου, οι οποίες απογοήτευσαν τις οικογένειες των δύο κατηγορουμένων, του Μουχάμαντ Αζίζ και του Χαλίλ Ισλάμ.
«Αυτό που μπορούμε να κάνουμε είναι να αναγνωρίσουμε αυτό το λάθος, τη σοβαρότητα αυτού του λάθους. Αυτοί οι άνθρωποι δεν βρήκαν τη δικαιοσύνη που τους άξιζε», πρόσθεσε ο εισαγγελέας.
Πρόκειται για μία από τις μεγαλύτερες δικαστικές αποτυχίες σε μία από τις πιο διάσημες υποθέσεις που έκρινε η αμερικανική Δικαιοσύνη τον περασμένο αιώνα και η επίσημη αναγνώρισή της είναι γεγονός μεγάλης σημασίας, γράφει η εφημερίδα.
Μια έρευνα που έκαναν από κοινού εδώ και σχεδόν δύο χρόνια η εισαγγελία και οι δικηγόροι των δύο ανδρών, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι υπηρεσίες επιβολής του νόμου απέκρυψαν σημαντικές αποδείξεις που, εάν τις είχαν παρουσιάσει, πιθανότατα θα οδηγούσαν στην απαλλαγή των δύο κατηγορουμένων, σύμφωνα με τους NYT.
Για δεκαετίες, πολλοί ιστορικοί επέμεναν ότι καταδικάστηκαν οι λάθος άνθρωποι για τον φόνο του Μάλκολμ Χ. Τον Φεβρουάριο του 2020, μετά τη μετάδοση του ντοκιμαντέρ «Ποιος σκότωσε τον Μάλκολμ Χ» από το Netflix, ο Σάιρους Βανς ζήτησε από τους συνεργάτες του να επανεξετάσουν την υπόθεση.
Ο Μοχάμεντ Αμπντουλ Αζίζ (παλαιότερα γνωστός ως Νορμαν 3Χ Μπάτλερ), 83 ετών σήμερα, αποφυλακίστηκε το 1985. Ο Χαλίλ Ισλάμ (παλαιότερα γνωστός ως Τόμας 15X Τζόνσον) αποφυλακίστηκε το 1987, αφού εξέτισε την ποινή του και πέθανε το 2009, σε ηλικία 74 ετών. Οι δύο άντρες έμειναν στη φυλακή για περισσότερα από 20 χρόνια ο καθένας.
Ο τρίτος συλληφθείς, ο Μουτζαχίντ Αμπντούλ Χαλίμ, που ομολόγησε στο δικαστήριο τη συμμετοχή του στη δολοφονία του Μάλκολμ Χ και εξέτισε επίσης ολόκληρη την ποινή του, δεν πρόκειται να αθωωθεί. Στη διάρκεια της δίκης επέμενε ότι οι άλλοι δύο συλληφθέντες ήταν αθώοι.
Ο Χαλίμ είναι σήμερα 80 ετών. Μιλώντας στους New York Times μετά την ανακοίνωση της αθώωσης των δύο άλλων συγκατηγορουμένων του, είπε: «Δόξα τω Θεώ, αθωώθηκαν».
Η νέα έρευνα δεν κατέληξε σε συμπεράσματα σχετικά με τους υπόλοιπους δράστες της δολοφονίας. Οσοι θεωρούνταν ύποπτοι από τους ιστορικούς, αλλά δεν συνελήφθησαν ποτέ, έχουν πλέον πεθάνει.
Η έρευνα επίσης δεν βρήκε ενδείξεις για συνωμοσία των αρχών στη δολοφονία του μαύρου ακριβιστή.
Σύμφωνα με τους New York Times, οι δύο συλληφθέντες ήταν θύματα της αδικίας και των φυλετικών διακρίσεων του συστήματος, για τις οποίες μιλούσε ο Μάλκολμ Χ στους πύρινους λόγους του. Ηταν και οι δύο μαύροι, που βρέθηκαν στο σημείο του φόνου, συνελήφθησαν βιαστικά από τους λευκούς αστυνομικούς και καταδικάστηκαν εξίσου βιαστικά χωρίς αποδεικτικά στοιχεία.
Στη διάρκεια της νέας έρευνας και παρά το πέρασμα του χρόνου, που είχε καταστρέψει στοιχεία, ενώ άλλα είχαν χαθεί και οι περισσότεροι μάρτυρες είχαν πεθάνει, οι ερευνητές βρήκαν πλήθος εγγράφων του FBI που ανέφεραν άλλα άτομα ως υπόπτους για τη δολοφονία, και όχι τους Ισλάμ και Αζίζ. Στο θέατρο όπου έγινε η δολοφονία, υπήρχαν πράκτορες του FBI με πολιτικά, που παρακολουθούσαν παντού τον Μάλκολμ Χ, αλλά αυτό δεν αναφέρθηκε καν στη δίκη. Παράλληλα, βρήκαν έγγραφο της αστυνομίας, που ανέφερε ότι το πρωινό του φόνου, ένας δημοσιογράφος της New York Daily News, είχε λάβει ένα τηλεφώνημα, στο οποίο κάποιος του είπε ότι «σήμερα θα δολοφονηθεί ο Μάλκολμ Χ».
Οι εισαγγελείς εντόπισαν επίσης έναν μάρτυρα που ζει ακόμα, ο οποίος επιβεβαίωσε το άλλοθι του Αζίζ, ότι την ώρα του φόνου δεν ήταν καν στο θέατρο, αλλά στο σπίτι του, με τραύμα στο πόδι, όπως είχε πει ο κατηγορούμενος στη δίκη.
Η δολοφονία
Ο Μάλκολμ Χ είχε συστηθεί στον αμερικανικό λαό έξι χρόνια πριν δολοφονηθεί, μιλώντας εκ μέρους του Εθνους του Ισλάμ, μίας οργάνωσης μαύρων, που μαχόταν για τα δικαιώματά τους, καταγγέλοντας την κατάχρηση εξουσίας και ισχύος των λευκών αρχών εναντίον τους.
Αποκαλούσε τους λευκούς, «διαβόλους» και είχε ταχθεί υπέρ του φυλετικού διαχωρισμού, για να προστατευθούν οι μαύροι. Πολλές από τις ιδέες του ήταν ριζοσπαστικές, ακόμα και με τα σημερινά δεδομένα.
Τα ΜΜΕ της εποχής, αποτελούμενα σχεδόν αποκλειστικά από λευκούς, τον αποκαλούσαν ρατσιστή και χαρακτήριζαν το Εθνος του Ισλάμ ως επικίνδυνη οργάνωση.
Παθιασμένος ομιλητής, είχε πολλούς οπαδούς παρά τις ριζοσπαστικές ιδέες του. Το 1964 αποχώρησε από το Εθνος του Ισλάμ και άρχισε να οργανώνει μία νέα οργάνωση, της Ενότητας των Αφροαμερικανών. Αυτό ήταν το θέμα της ομιλίας του την ημέρα που τον σκότωσαν.
Αφού είχε ανέβει στη σκηνή, τρεις ένοπλοι έτρεξαν προς το μέρος του και τον σκότωσαν μπροστά στα μάτια της εγκύου γυναίκας του και τριών από τις κόρες του. Ηταν 39 ετών.
Ο Χαλίμ συνελήφθη επιτόπου. Είχε τραυματιστεί και ο ίδιος με μία από τις σφαίρες, στο πόδι. Ο Αζίζ συνελήφθη μετά από πέντε ημέρες και ο Ισλάμ, που ήταν κάποτε ο σοφέρ του Μάλκολμ Χ, πέντε μέρες αργότερα. Μέσα σε μία εβδομάδα, τους απαγγέλθηκαν κατηγορίες.
Μάρτυρες είπαν ότι είδαν τους άνδρες να πυροβολούν, αλλά οι καταθέσεις τους ήταν γεμάτες αντιφάσεις. Τόσο ο Αζίζ όσο και ο Ισλάμ είχαν άλλοθι, τα οποία στήριξαν συγγενείς, φίλοι τους και άλλοι.
Ο ίδιος ο Χαλίμ όταν παραδέχθηκε την ενοχή του είπε ότι οι δύο άνδρες ήταν αθώοι. Ολα μάταια. Στις 11 Μαρτίου του 1966, οι τρεις κατηγορούμενοι κρίθηκαν ένοχοι και καταδικάστηκαν σε ισόβια.
Κάποια αποδεικτικά στοιχεία για την αθώωση των δύο ανδρών είχαν αναφερθεί στη δίκη, όμως κρίσιμες πληροφορίες αποκρύφθηκαν και το παζλ δεν συμπληρώθηκε.
Ενας αυτόπτης μάρτυρας είχε περιγράψει τον ένοπλο δράστη και η περιγραφή του δεν είχε σχέση με τον Ισλάμ, όμως η κατάθεση αγνοήθηκε.
Αλλά η περιγραφή του «έδειξε» έναν άλλο άνδρα, μέλος του Εθνους του Ισλάμ στο τζαμί της οργάνωσης στο Νιούαρκ του Νιου Τζέρσεϊ, τον Γουίλιαμ Μπράντλεϊ, πρώην πεζοναύτη με ποινικό μητρώο για παράνομη οπλοκατοχή.
Ο ίδιος ο Χαλίμ είχε δηλώσει ότι ο Μπράντλεϊ ήταν ένας από τους δολοφόνους. Και οι αρχές γνώριζαν ότι το Εθνος του Ισλάμ είχε βάλει στόχο να δολοφονήσει τον Μάλκολμ Χ. Μία εβδομάδα νωρίτερα, είχαν ρίξει μολότοφ μέσα στο σπίτι του, την ώρα που κοιμόταν με τη γυναίκα του και τις κόρες του.
Ομως, το δικαστήριο δεν έδωσε σημασία στον Μπράντλεϊ. Την συμμετοχή του στη δολοφονία διερεύνησαν αργότερα δημοσιογράφοι, ιστορικοί, βιογράφοι και ερασιτέχνες ερευνητές.
Ενας από αυτούς ήταν ο Αμπντούρ-Ραχμάν Μουχάμαντ, που γύρισε το ντοκιμαντέρ το οποίο προβλήθηκε πέρυσι στο Netflix και ήταν ο λόγος που ο Βανς διέταξε τη νέα έρευνα της υπόθεσης.
Δείτε το τρέιλερ του ντοκιμαντέρ του Netflix:
«Θεωρώ ότι με τη δουλειά μου αποδόθηκε έστω και λίγη δικαιοσύνη, καταρχάς στον Αδελφό Μάλκολμ Χ και την οικογένειά του και μετά στους δύο αυτούς άνδρες. Σημαίνει ότι η ζωή μου είχε σημασία, ότι συνεισέφερα στη βελτίωση της κοινωνίας και στο να γίνει η χώρα μας καλύτερη και πιο δίκαια», είπε ο Μουχάμαντ, την Τετάρτη.
Εκπρόσωποι των δύο ανδρών είπαν ότι η απόφαση είχε μεγάλη σημασία για τις οικογένειές τους, αλλά οι ζωές τους είχαν καταστραφεί και αυτό δεν μπορούσε να αλλάξει.
Ο Αζίζ και ο Ισλάμ εξέτισαν τις ποινές τους στη χειρότερη φυλακή υψίστης ασφαλείας της Νέας Υόρκης, και πέρασαν χρόνια στην απομόνωση.
Ο Αζίζ είχε έξι παιδιά όταν καταδικάστηκε και ο Ισλάμ, τρία. Οι γάμοι τους διαλύθηκαν. Ακόμα και όταν αποφυλακίστηκαν, όλοι τους θεωρούσαν ως τους δολοφόνους του Μάλκολμ Χ, κάτι που επηρέασε αρνητικά τη ζωή τους και εκτός φυλακής.