Η Σοφία Στάικου με φόντο μερικά από τα μουσεία του ΠΙΟΠ: «Οταν ένας άνθρωπος κάνει έναν κύκλο στη ζωή του, όταν έχει κερδίσει πράγματα, τότε πρέπει να προσφέρει στο κοινωνικό σύνολο». | CreativeProtagon
Επικαιρότητα

H Σοφία Στάικου και τα εννέα συν ένα διαμάντια της

Εδώ και τριάντα ημέρες δεν είναι πλέον πρόεδρος του ΠΙΟΠ των εννέα θεματικών μουσείων και του Ιστορικού Αρχείου. Αποχώρησε αιφνίδια από μια θέση όπου βρέθηκε, με πείσμα και όραμα, επί 16 χρόνια. Αυτή είναι η διαδρομή της από το πεισμωμένο κορίτσι, την επαναστατημένη έφηβη, τη «Σμυρνιά» του Κωνσταντίνου Καραμανλή, ως το ΠΙΟΠ και τα μουσεία-κοσμήματά του
Κατερίνα I. Ανέστη

Το mic drop της Σοφίας Στάϊκου-σκέφτομαι. Ξέρετε, αυτή η χαρακτηριστική κίνηση που έχουμε δει και από τον Ομπάμα στο τέλος μιας ομιλίας του, το σκόπιμο ρίξιμο του μικροφώνου που σηματοδοτεί την επιτυχία, την κορύφωση, τον θρίαμβο. Αν και η αποχώρηση τής επί 16 χρόνια Προέδρου του Πολιτιστικού Ιδρύματος Ομίλου Πειραιώς (ΠΙΟΠ) ήταν αιφνιδιαστική, απρόσμενη-ήθελε ένα χρόνο ακόμα για να δρομολογήσει τον επόμενο μεγάλο στόχο- η Σοφία Στάϊκου έχει κάθε δικαίωμα να κάνει το δικό mic drop.

Δείτε: Το ΠΙΟΠ επί της προεδρίας της δημιούργησε εννέα τοπικά μουσεία που κρατούν ζωντανή και σε ενεργό διάλογο με την σύγχρονη οικονομία και κοινωνία ορισμένες εμβληματικές διαδικασίες παραγωγής και προϊόντων της Ελλάδας. Μουσεία τα οποία έχουν επισκεφθεί ως τώρα 2 εκατομμύρια άτομα: Μετάξης στο Σουφλί, Μαρμαροτεχνίας στην Τήνο, Υδροκίνησης στην Δημητσάνα, Αργυροτεχνίας στα Ιωάννινα, Ελιάς και Ελληνικού Λαδιού στην Σπάρτη, Βιομηχανικής Ελαιουργίας στην Λέσβο, Μαστίχας στην Χίο, Πλινθοκεραμοποιίας στον Βόλο, Περιβάλλοντος στην Στυμφαλία. «Αν και εγώ πάντα θεωρούσα ότι έχουμε δέκα μουσεία, με δέκατο το Ιστορικό Αρχείο του ΠΙΟΠ στον Ταύρο», λέει η ίδια.

Το καλαίσθητο Μουσείο Μαστίχας στη Χίο

Ακριβώς την στιγμή που άνοιξε την πόρτα της συνεργασίας με την Κίνα με κοινές εκθέσεις που η θεματική τους αφορά στο μετάξι, τη στιγμή που ετοιμαζόταν για άνοιγμα των μουσείων και στην Ευρώπη, η σχέση της με το ΠΙΟΠ διεκόπη. Από τις 31 Δεκεμβρίου 2018, είναι εκτός του σχήματος. Έκπληξη ήταν η πρώτη αντίδραση όσων γνωρίζουν το έργο της στο ΠΙΟΠ, αναμενόμενο για την ίδια και σοκ για τους συνεργάτες της στο Ίδρυμα αλλά και τους εργαζόμενους στα μουσεία.

Επίσημη αιτιολογία μην αναζητήσετε, αν και η αιτία φαίνεται δεν είναι άλλη από το γεγονός ότι η Σοφία Στάϊκου είναι η σύζυγος του Μιχάλη Σάλλα, ως δυο χρόνια πριν Προέδρου του Ομίλου της Τράπεζας Πειραιώς και ιδρυτή το 1991 του Ομίλου. Κάποιοι χρεώνουν αυτή την εξέλιξη στην Τράπεζα της Ελλάδος και άλλοι στην σύγκρουση του Μιχάλη Σάλλα με τον SSM (σσ: Ενιαίος Εποπτικός Οργανισμός των ευρωπαϊκών τραπεζών).

Παραλαμβάνει το το Αργυρό Μετάλλιο της Τάξης των Γραμμάτων και των Τεχνών από την Ακαδημία Αθηνών (ΑΠΕ-ΜΠΕ/Αλέξανδρος Μπελτές)

 Η γλώσσα της σήμερα ακόμα σκοντάφτει στο «μας», στον πρώτο πληθυντικό, όταν αναφέρεται στο ΠΙΟΠ και όσα ετοιμάζονται για το 2019-ήταν όλα σχεδιασμένα και εγκεκριμένα ήδη πριν της ανακοινωθεί η αποχώρησή της. Σπεύδει να διορθώσει, να περάσει στο τρίτο πρόσωπο και εκεί διαπιστώνει κανείς πόσο δύσκολο είναι, σχεδόν σωματικά δύσκολο, να αποχωριστεί ένα έργο ζωής. Έχει ενδιαφέρον ότι η απόφαση για την αποχώρησή της ελήφθη κάπως εσπευσμένα, αν αναλογιστεί κανείς ότι η θητεία της έληγε τέλη Μάη του 2019. Απομακρύνθηκε πέντε μήνες νωρίτερα και ενώ μάλιστα τον Μάιο το ΠΙΟΠ θα λάβει για τη συνολική του προσφορά το βραβείο του ICOM (Διεθνές Συμβούλιο Μουσείων). Μόλις τον Δεκέμβριο του 2018, η Ακαδημία Αθηνών απένειμε το Αργυρό Μετάλλιο της Τάξης των Γραμμάτων και των Καλών Τεχνών στο Πολιτιστικό Ίδρυμα του Ομίλου Πειραιώς και την Πρόεδρό του, ενώ ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας της απένειμε το 2015 τη διάκριση του Ανώτερου Ταξιάρχη του Τάγματος του Φοίνικος.

Φοράει πάντα στον δείκτη του αριστερού της χεριού ένα εντυπωσιακό μεγάλο δακτυλίδι, η νεκροκεφαλή ενός φιδιού. Δηλώνει ανυπόμονη αλλά πεισματάρα. Και αν την ρωτήσεις για τις σπουδές της, θα σου πει ότι σπούδασε βιομηχανική ψυχολογία, έκανε μεταπτυχιακά και «το τρίτο μου πανεπιστήμιο ήταν στο γραφείο του Κωνσταντίνου Καραμανλή».

Δούλεψε στο πρωθυπουργικό του γραφείο ενδιάμεσα στις σπουδές της. «Μια μέρα με ρώτησε από πού είμαι. Του απάντησα ότι η καταγωγή της μητέρας μου ήταν από την Σμύρνη και του πατέρα μου από την Λειβαδιά», αφηγείται η ίδια. «Με κοίταξε και με απόλυτο τρόπο, χωρίς να σηκώνει καμία αντίρρηση μου λέει «εσύ είσαι Σμυρνιά». Και μεγαλώνοντας συνειδητοποίησα πως ναι, είχε δίκιο. Η Μικρά Ασία βρίσκεται μέσα μου. Μέχρι το τελευταίο κύτταρό μου».

Εργάζεται εκεί για ένα μικρό αλλά καθοριστικό χρονικό διάστημα καθώς όλος ο μηχανισμός εργαζόταν τότε για την ένταξη της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα. Ο Πέτρος Μολυβιάτης, τον οποίο παρακολουθούσε στενά, ήταν μέρος ενός μύθου για τη νεαρή Σοφία που ήξερε να παρατηρεί και με το ένστικτο να οδηγείται στις αποφάσεις της. «Η θητεία μου εκεί με επηρέασε στο να παίρνω γρήγορα αποφάσεις, να τις υλοποιώ άμεσα. Αλλά κυρίως να ακολουθώ ένα όραμα». Από το όραμα της Ευρώπης που έβλεπε να συντελείται στα πρωθυπουργικά γραφεία και στη Βουλή τότε, ως το όραμα που για αυτήν ενσαρκώθηκε στο Πολιτιστικό Ίδρυμα του Ομίλου Πειραιώς.

To Μουσείο Ελιάς και Ελληνικού Λαδιού στη Σπάρτη

Οι γρήγορες αποφάσεις και η ανεύρεση λύσης σε κάθε πρόβλημα ήταν χρήσιμο εφόδιο κυρίως στα πρώτα, πέτρινα θα έλεγε κανείς, χρόνια του Ίδρύματος. Η αναγνωρισιμότητά του ήταν μικρή, λίγοι καταλάβαιναν με τι ακριβώς ασχολείται. Και η ίδια ήταν μια γυναίκα που έπρεπε να κινηθεί αστραπιαία για να μην χαθούν κοινοτικοί πόροι, να μην χαθεί πολύτιμος χρόνος. « Ποτέ δεν είπα «σηκώνω τα χέρια ψηλά», διαβεβαιώνει. ¨Σε εκείνα τα πρώτα χρόνια που οι τοπικές κοινωνίες ήταν κουμπωμένες, πέρασα συχνά δύσκολες στιγμές γιατί έπρεπε να αποδείξω τα αυτονόητα πράγματα. Έζησα πολλές στιγμές αγωνίας».

Αν και θα υπέθετε κανείς ότι θα πρέπει να έχει όχι μόνο επιμονή αλλά και υπομονή, η ίδια δηλώνει ανυπόμονη. Τα αποδίδει όλα στο πείσμα που είχε ήδη από παιδί.Μοναχοκόρη, με έναν αδελφό πολλά χρόνια μεγαλύτερο «ήταν σαν να έχω δυο μπαμπάδες» δεν ήταν αυτό που θα περίμενε κάποιος, η πριγκίπισσα της οικογένειας: η Ακριβή μας Σοφία. «Έπρεπε συνεχώς να αποδεικνύω τις δυνατότητές μου. Ο πήχης ήταν πάντα ψηλά για εμένα και σε αυτό έχει παίξει καθοριστικό ρόλο η μητέρα μου. Σπάνια μου έλεγε μπράβο. Ήταν προφανές ότι έπρεπε να τα κάνω όλα με τον καλύτερο δυνατό τρόπο».

Το Μουσείο Μαρμαρτοτεχνίας στην Τήνο

Μεγάλωσε στην Φωκίωνος Νέγρη στην εποχή της αστικής αίγλης, αλλά και της έκρηξης της νεανικότητας. Η μεγάλη στιγμή για αυτήν ήταν όταν ο πατέρας της την πήγαινε την Κυριακή για πάστα σε ένα από τα περίφημα ζαχαροπλαστεία της γειτονιάς. Ή για το πρώτο σουβλάκι με πίτα που άνοιξε στην Αθήνα, και βρισκόταν στην Φωκίωνος Νέγρη – παρά τις αντιρρήσεις της μητέρας ο πιο ελαστικός πατέρας δεν της χαλούσε χατίρι.

Στην εφηβεία έζησε την πρώτη της μεγάλη επανάσταση, αλλά και διαπίστωσε τις ιδαιτερότητες που είχε ως παιδί. Η παρέα της πήγε στη Γερμανική Σχολή, όμως η μητέρα της επέμενε να πάει στις Ουρσουλίνες, γαλλικό σχολείο και μάλιστα αποκλειστικά θηλέων. Άριστη μαθήτρια με διαγωγή κοσμία, τιμωρίες, αποβολές, όλα έπρεπε να αμφισβητηθούν ή να ειδωθούν και με μια νέα ματιά. «Από έφηβη καταλάβαινα την τάση της εποχής. Απλώς δεν είχα στην αρχή την βοήθεια των γονιών μου, διότι δεν μπορούσαν να αντιληφθούν αυτή την τάση. Με ενδιέφεραν οι άνθρωποι για αυτό σπούδασα βιομηχανική ψυχολογία και ασχολήθηκα τα πρώτα μου επαγγελματικά χρόνια με τη διαχείριση ανθρωπίνου δυναμικού. Πιο νέα ήθελα πολύ να κάνω έναν συνδυασμό ψυχολογίας και εγκληματολογίας ώστε να κάνω τα προφίλ των serial killers. Οι γονείς μου γέλασαν όταν τους το είπα».

Το Μουσείο Βιομηχανικής Ελαιουργίας στη Λέσβο

Το ενδιαφέρον για τους ανθρώπους την οδήγησε να εργασθεί στην αρχή της καριέρας της στη διοίκηση ανθρωπίνου δυναμικού. «Μπορώ να διαβάζω τους ανθρώπους. Ο τρόπος που τους προσέγγιζα ήταν καθαρά η ενσυναίσθηση. Ποτέ δεν έπεσα έξω με έναν άνθρωπο. Απλώς κάποιες φορές δεν ακολούθησα αυτό που έλεγε το ένστικτό μου επειδή επέμεναν οι άλλοι γύρω μου. Όταν πιστεύεις σε έναν άνθρωπο και βασίζεσαι πάνω του και μετά σε προδίδει, αυτό έχει πόνο. Όμως σε αυτούς που εμπιστεύτηκα παρακάμπτοντας το ένστικτό μου κράτησα πάντα – σαν από αίσθημα αυτοσυντήρησης- ένα μικρό κομμάτι που δεν το παρέδωσα ποτέ. Με γλίτωσε από το να πονέσω πολύ. Είπα μέσα μου «δεν το περίμενες Σοφία;». Μοιάζει η τελευταία φράση με μια παρατήρηση που θα της έκανε η μητέρα της. Και κάπως έτσι είναι. «Την βάζω συχνά συνομιλητή μου την μητέρα μου. Εκείνη έβλεπε έτσι τα πράγματα».

Το Μουσείο Περιβάλλοντος στη Στυμφαλία

 Η συνομιλία με τους ανθρώπους και η ανάγκη στήριξης ευαίσθητων κοινωνικών ομάδων πολύ πριν καθιερωθεί ο όρος «εταιρική υπευθυνότητα» ήταν κάτι που η ίδια πρόταξε όταν βρέθηκε στην Ιονική Τράπεζα. Όμως το μεγάλο όραμα για την Σοφία Στάϊκου αναδύθηκε όταν η Τράπεζα Πειραιώς απέκτησε την ΕΤΒΑ και τα αρχεία βιομηχανικών επιχειρήσεων που έκλειναν καθώς η Ελλάδα είχε μπει στη φάση της βαριάς αποβιομηχάνισης. Υπήρχε ήδη το Μουσείο Μετάξης στο Σουφλί και είχε ξεκινήσει το Υπαίθριο Μουσείο Υδροκίνησης στην Δημητσάνα. «Υπήρχε σπερματικά αυτό το κομμάτι που μου έδωσε την ιδέα να ασχοληθούμε με τον πολιτισμό της νεότερης Ελλάδας, όσων έγιναν στα τέλη του 19ου αιώνα, με την σαρωτική έλευση της τεχνολογίας που εξαφάνιζε τεχνικές και διαδικασίες. Αποφάσισα να αναδείξουμε αυτό το κομμάτι της ελληνικής ιστορίας. Έτσι άρχισαν όλα» αφηγείται η ίδια.

Το Μουσείο Μετάξης στο Σουφλί

Εννέα μουσεία – δέκα συνυπολογίζοντας το πώς βλέπει το Ιστορικό Αρχείο του Iδρύματος – αλλά έχει το ανικανοποίητο της μη δημιουργίας του Μουσείου Τυπογραφίας στην Κέρκυρα, ένα έργο για το οποίο πάλεψε πολύ. Οι μελέτες είναι έτοιμες και έχουν περάσει τρεις φορές από το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο, όμως καθυστερήσεις και κυρίως αντιρρήσεις του τότε δημάρχου οδήγησαν στο να χαθούν τα χρήματα που είχαν εξασφαλισθεί από το ΕΣΠΑ. Αυτή τη στιγμή η Σοφία Στάϊκου ελπίζει ότι δεν είναι αργά και ότι στο μέλλον θα πάρει πάλι μπροστά το σχέδιο για αυτό το μουσείο μέσα στο φρούριο της Κέρκυρας.

To Υπαίθριο Μουσείο Υδροκίνησης στη Δημητσάνα

 Αν και δηλώνει ότι αγαπά όλα τα μουσεία (λογικό) αυτό που φαίνεται ότι την εκφράζει περισσότερο είναι το Μουσείο Ιωαννίνων «με γοητεύει το μυστηριακό στοιχείο, το γεγονός ότι είναι ένα μουσείο με προθήκες που αιωρούνται, με αυτή την αίσθηση ότι όλα μπορούν να αλλάξουν και βρίσκεται μέσα σε ένα αυστηρό πέτρινο περίβλημα στους στρατώνες στο κάστρο των Ιωαννίνων μπροστά από την λίμνη». Και σχεδόν πανηγυρίζει λέγοντας με ανακούφιση ότι μόλις άνοιξε και η νότια πύλη που συνδέει το Κάστρο απευθείας με τη λίμνη. Μια άσβεστη σχέση υπάρχει προφανώς εδώ παρά το «βίαιο» και άδικο τέλος της όπως το περιγράφουν άνθρωποι που έζησαν αυτή τη διακοπή συνεργασίας.

Όσοι την ρωτάνε τι θα κάνει από εδώ και πέρα, ποιο είναι το επόμενο σχέδιο, τους κοιτάζει μάλλον απορημένη. Είναι νωρίς, δεν ήταν προετοιμασμένη για αυτό. Περιγράφει την εμπειρία σαν μια απώλεια που χρειάζεται χρόνο επούλωσης «είναι σαν ένα μικρό πένθος». Αυτή τη στιγμή θέλει να κάνει ένα μεγάλο ταξίδι, σε έναν πολιτισμό που δεν έχει ξαναβρεθεί. Να, στο Περού για παράδειγμα. «Κάτι που θα με κάνει να δω τα πράγματα από μια άλλη οπτική. Θέλω μια απόσταση από τα πράγματα».

Το εντυπωσιακό Μουσείο Αργυροτεχνίας στα Ιωάννινα

 Πάντως το νέο της πεδίο, όταν νιώσει έτοιμη, θα έχει σίγουρα σχέση με την κοινωνία. «Μεγαλώνοντας έχω την απόλυτη πεποίθηση ότι όταν ένας άνθρωπος κάνει έναν κύκλο στη ζωή του, όταν έχει κερδίσει πράγματα, τότε πρέπει να προσφέρει στο κοινωνικό σύνολο. Πρέπει. Επιβάλλεται. ‘Όπως το πιστεύω για τους μεγάλους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς, έτσι το πιστεύω και για τους ανθρώπους».

Στα εγκαίνια του Μουσείου Αργυροτεχνίας στα Ιωάννινα

Οι διαδρομές στην Πλάκα και το κέντρο της Αθήνας με τα πόδια, τα σχέδια για το Περού, τα συνεχή μηνύματα από εργαζόμενους στα Μουσεία και ανθρώπους των τοπικών κοινωνιών. Οι πρώτες τριάντα μέρες της Σοφίας Στάϊκου μακριά από το Πολιτιστικό Ίδρυμα κυλούν κάπως έτσι. Και αν την ρωτήσεις τι μένει, τι έχει σημασία από αυτά που άφησε, δεν θα σου μιλήσει τόσο για τα μουσεία, τις υποδομές, τις εκθέσεις, τις διεθνείς διακρίσεις, τη σύνδεση με την Κίνα. Όχι. Θα σου μιλήσει για τους ανθρώπους που δούλεψε μαζί τους, για την ευρύτερη ομάδα της. «Μπόρεσα να τους περάσω το όραμα, το κυνήγι του οράματος και την επιτυχία της ζωής που δεν είναι άλλο από το να κλείνει η ψαλίδα μεταξύ εφικτού και επιθυμητού» λέει και να, καταλαβαίνεις γιατί ο Καραμανλής έβλεπε σε αυτήν μια Σμυρνιά πάνω από όλα ως καταγωγή. «Αν το θες, αν καταφέρεις να κάνεις στη ζωή σου κάτι που να σου αρέσει, τότε αυτή η ψαλίδα κλείνει όλο και περισσότερο. Και τότε σαν άνθρωπος φτάνεις ένα βήμα πιο κοντά στην ολοκλήρωση. Στην επιτυχία».