Η Λίνα Νικολοπούλου ήταν τα τελευταία χρόνια συχνά-πυκνά «κρεμασμένη στα μανταλάκια», αγαπημένο θέμα του φιλικού, προς την κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, Τύπου. Εδώ και χρόνια ήταν στο στόχαστρο του συστήματος ΣΥΡΙΖΑ διότι δεν ήταν μια απλή επιχειρηματίας, η εταιρεία της οποίας (Mindwork) είχε πάρει μια ανάθεση για τη διοργάνωση ενός συνεδρίου (του eHealth forum το 2014). Η κυρία Νικολοπούλου ήταν (και είναι) σύζυγος του «εχθρού», του διοικητή της Τραπέζης της Ελλάδος, Γιάννη Στουρνάρα. Τώρα η ίδια, δικαιωμένη από τη Δικαιοσύνη και την Ιστορία, περιγράφει τι πέρασε όλα αυτά τα χρόνια.
Σε μια σπάνια δημόσια παρέμβασή της, η σύζυγος του κ. Στουρνάρα, έγραψε ένα άρθρο-απολογισμό στα «Νέα Σαββατοκύριακο» που κυκλοφόρησαν εκτάκτως την παραμονή των Χριστουγέννων.
Τίτλος του άρθρου: «Μερικές σκέψεις με την απόσταση του χρόνου». Σε αυτό η κυρία Νικολοπούλου καταγγέλλει την πολιτική συμπεριφορά βουλευτών και υπουργών καθώς και γκεμπελικές μεθόδους εναντίον της με κατασκευή ψευδών για να την ενοχοποιήσουν –αν έχει κάποια σημασία, δεν αναφέρεται επί λέξει στον ΣΥΡΙΖΑ ή στους ΑΝΕΛ.
«Οταν ξεκίνησε η ιστορία αυτή νόμισα ότι δεν με αφορούσε. Οτι είχε γίνει κάποιο λάθος, που σύντομα θα διορθωνόταν. Με τον καιρό κλιμακωνόταν, υπουργοί και βουλευτές ενός συγκεκριμένου κόμματος έγιναν κατήγοροί μου από το βήμα της Βουλής. Μαζί με μένα το κατηγορητήριο το άκουγε όλη η Ελλάδα από την τηλεόραση της Βουλής χωρίς δυνατότητα να υπερασπιστώ τον εαυτό μου. Μου αρνήθηκαν να προσέλθω στην εξεταστική επιτροπή στη Βουλή και να απαντήσω στις κατηγορίες. Ολα αυτά τα χρόνια, κανείς δεν ασχολήθηκε αν είμαι καλή σε αυτό που κάνω, αν ανέλαβα τα έργα γιατί το άξιζα, ή διότι έδινα την προσφορότερη λύση… Η συζήτηση ήταν γιατί “μου τα έδωσαν”», αναφέρει χαρακτηριστικά σε ένα σημείο του κειμένου της η κυρία Νικολοπούλου, ενώ σε άλλο δεν αφήνει καμία αμφιβολία για το ποιος ήταν ο πραγματικός στόχος των διώξεων εναντίον της:
«Τέλος καλό, όλα καλά λένε συνήθως. Είναι όμως έτσι; Η δικαίωση σε απελευθερώνει. Φεύγει ένα βάρος, αρχίζεις να βλέπεις πάλι μπροστά, να σχεδιάζεις για το μέλλον. Μπορεί και να ξεχνάς για λίγο τι έγινε… Τις απανωτές προσπάθειες να πλήξουν με σφοδρότητα και μένος, μέσω εμού, τον σύζυγό μου Γιάννη Στουρνάρα, που παρέμενε ανυποχώρητος στις θέσεις του για την προάσπιση της ανεξαρτησίας της Τραπέζης της Ελλάδος. Τη συκοφαντία και τη διαβολή, την ταλαιπωρία στα δικαστήρια, μια εξαιρετικά φθοροποιός επώδυνη διαδικασία… Ο Διοικητής της ΤτΕ ήταν εμπόδιο και έπρεπε με κάθε τρόπο να απομακρυνθεί.
» Η μεθοδολογία ήταν γνωστή. Η στόχευση ήταν ξεκάθαρη. Δεν μπορείς να χτυπήσεις τον Στουρνάρα, χτύπα την οικογένειά του, τη γυναίκα του. Επιχειρηματίας είναι… όλο και κάτι θα έχει κάνει. Ψάξτε και αν δεν βρείτε κάτι, φτιάξτε το… Δεν βρήκαν και έπρεπε να φτιάξουν κάτι. Δεν είναι τελικά και τόσο δύσκολο. Είναι ανατριχιαστικά εύκολο να ενώσεις πολλές αλήθειες με τερατώδη ψέματα και να φτιάξεις ένα αφήγημα που να μοιάζει “η μεγάλη αλήθεια”. Στείλτε την οικονομική αστυνομία, στείλτε την ΑΑΔΕ, δυσφήμηση, δυσφήμηση… πόσο θα αντέξει; Και έπειτα υπάρχουν και τα δικαστήρια. Ασε τους να πάνε να δικαιωθούν… Το γνωστό μότο, όπως όλοι σήμερα μάθαμε. Οι επιθέσεις ξεκίνησαν πριν από 5 χρόνια. Προσπάθησαν επανειλημμένα πριν από την υπόθεση που τελικά κατέληξε στο δικαστήριο να με διαβάλουν, να με σπιλώσουν, να με διασύρουν. Προαναγγελίες διώξεων μέσω του Τύπου, ανυπόστατες αναφορές, οικονομικοί έλεγχοι, ανακριτικές διαδικασίες, έλεγχος από την ΑΑΔΕ, δεν βρέθηκε απολύτως τίποτα! Αλλά κατά τη γνωστή πρακτική του Γκαίμπελς “Ρίξε λάσπη, κάτι θα μείνει” η επιχείρησή μου υπέφερε από τη συκοφαντία. Οι υπάλληλοι και συνεργάτες μου υπέφεραν, αλλά μείναμε όρθιοι και δικαιωθήκαμε. Τώρα σχεδιάζουμε το μέλλον».
Η ίδια κλείνει το άρθρο της με ένα μήνυμα-προειδοποίηση: «Δεν θέλω να ξεχάσω. Θέλω να θυμάμαι…»