Σε μια εξαιρετικά δύσκολη εξίσωση για την κυβέρνηση εξελίσσεται το θέμα του όποιου ανοίγματος της οικονομικής και κοινωνικής δραστηριότητας εν όψει των γιορτών, και ενώ η χώρα εξακολουθεί να μετρά περίπου 100 νεκρούς τη μέρα από τον κορονοϊό, οι ΜΕΘ είναι γεμάτες και τα κρούσματα σταθερά σε τετραψήφιο νούμερο.
Από τη στιγμή που ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Στέλιος Πέτσας ανακοίνωσε την περασμένη Δευτέρα ότι σχολεία, εστίαση και δικαστήρια θα παραμείνουν κλειστά τουλάχιστον ως τις 7 Ιανουαρίου, η μόνη εκρεμότητα είναι το λιανεμπόριο, τα κομμωτήρια και οι εκκλησίες. Με τις τελευταίες υπάρχει εύλογος προβληματισμός στην κυβέρνηση, ιδίως αν αναλογιστεί κανείς τι συνέβη στη Θεσσαλονίκη μετά τη γιορτή του Αγίου Δημητρίου, αλλά από την άλλη υπάρχουν οι αντιδράσεις μητροπολιτών που έχουν προαναγγείλει με το «έτσι θέλω» άνοιγμα –αναζητείται λοιπόν μια ισορροπία (εδώ).
Ως προς το λιανεμπόριο, το «σήμα» δόθηκε με το άνοιγμα των καταστημάτων εποχικών ειδών και τώρα ο εμπορικός κόσμος αναμένει ένα άνοιγμα –υπό όρους και εφόσον κάποια στοιχεία της επιδημίας υποχωρήσουν– από τη Δευτέρα 14 Δεκεμβρίου. Σε κάθε περίπτωση, οι σχετικές αποφάσεις θα ληφθούν αύριο Πέμπτη –τότε θα συζητηθεί και το θέμα των εμπορικών κέντρων για τα οποία υπάρχουν διαφορετικές προσεγγίσεις (και βεβαίως τεράστια συμφέροντα). Το μόνο βέβαιο είναι το άνοιγμα των κομμωτηρίων.
Οπως μάλιστα αποκαλύπτει η «Καθημερινή», στο ρεπορτάζ του Σταύρου Γ. Παπαντωνίου, τις τελευταίες ημέρες έχει επανέλθει η συζήτηση για άνοιγμα ανάλογα με το επιδημιολογικό φορτίο κάθε περιφερειακής ενότητας. «Παρά το γεγονός ότι τις προηγούμενες ημέρες η συγκεκριμένη σκέψη ήταν πιο κάτω στην ιεράρχηση, τις τελευταίες ημέρες εξετάζεται πιο σοβαρα. Σε αυτήν την περίπτωση οι ζώνες που θα χωριστεί η χώρα δεν θα είναι ίδιες με αυτές που ξέρουμε έως τώρα», ανέφερε η «Καθημερινή».
Ωστόσο, ξεχωριστό ενδιαφέρον στο ίδιο ρεπορτάζ έχει η εξήγηση της κυβέρνησης γιατί τελικά δεν άνοιξαν τα σχολεία, ιδίως αυτά της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης που αποδεδειγμένα είχαν μικρό επιδημιολογικό φορτίο και για την προτεραιότητα των οποίων είχε δεσμευτεί προσωπικά ο ίδιος ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
Η απάντηση είναι ότι α) το άνοιγμα των σχολείων πρέπει να είναι πανελλαδικό για λόγους ισότητας και β) ότι ο χρόνος που θα άνοιγαν ήταν μόλις μία εβδομάδα και κρίθηκε δώρον άδωρον να υπάρξει έστω αυτό το χαμηλό ρίσκο για τόσο λίγες ημέρες.
Το εντυπωσιακό και ανησυχητικό σε αυτές τις εξηγήσεις είναι:
α) ότι με χαρακτηριστική ευκολία φαίνεται ότι στην κυβέρνηση αποδέχτηκαν ότι δεν είναι δα και μεγάλο πρόβλημα αν τα παιδιά χάσουν άλλες οκτώ (8) μέρες παρουσίας στα σχολεία τους. Πέραν του αντιπαιδαγωγικού του επιχειρημάτος, σκοπίμως ή κατά λάθος γίνεται λόγος –και από κυβερνητικά στελέχη– για «μία εβδομάδα», ενώ όποιος είχε μπει στον κόπο να ρίξει μια ματιά στο σχολικό πρόγραμμα θα γνώριζε ότι τα σχολεία κλείνουν στις 23 Δεκεμβρίου, με τη γιορτή των Χριστουγέννων. Αρα αν άνοιγαν στις 14, τα παιδιά θα πήγαιναν οκτώ μέρες σχολείο, θα αποκαθιστούσαν την επαφή με τη διά ζώσης διδασκαλία και τον δάσκαλο, θα επέστρεφαν στο περιβάλλον όπου πρέπει να βρίσκονται και που οφείλει να τους παρέχει το κράτος.
β) ότι η κυβέρνηση φαίνεται να αποδέχεται μεν ότι τα κλειστά σχολεία είναι κάτι πολύ κακό –ώστε να υπάρχει ανάγκη «ισότητας» μεταξύ παιδιών που μπορούν να πάνε και παιδιών που δεν μπορούν να πάνε–, αλλά την ίδια ώρα συζητά το άνοιγμα του λιανεμπορίου και των εκκλησιών, ρισκάροντας νέα έξαρση της επιδημίας –ο υπ. Ανάπτυξης Αδωνις Γεωργιάδης είπε ότι είναι μοιραία η αύξηση των κρουσμάτων (εδώ)– και υπονομεύοντας έτσι τις προοπτικές να ανοίξουν τελικά τα σχολεία έστω στις 7 Ιανουαρίου.
γ) ότι η κυβέρνηση υιοθετεί μια καινοφανή λογική με βάση την οποία τα σχολεία θα ανοίξουν σε όλη τη χώρα μόνο όταν πρόβλημα της διασποράς του κορονοϊού και της πίεσης στο ΕΣΥ λυθεί σε όλη τη χώρα. Υιοθετείται μια «ισότητα προς τα κάτω», μολονότι είναι γνωστό τοις πάσι ότι τα κλειστά σχολεία μόνο τις ανισότητες διευρύνουν. Εκτός και αν το πρόβλημα εδώ ήταν τελικά πιο «πολιτικό» και άγγιζε το γνωστό δίπολο Βόρεια Ελλάδα – Νότια Ελλάδα, Θεσσαλονίκη – Αθήνα. Διότι άλλοτε δεν είχε πρόβλημα η κυβέρνηση να κλείνει τα σχολεία σε νομούς όπως της Ηλείας ή της Ζακύνθου και τα υπόλοιπα να λειτουργούν.