Επικαιρότητα

Γιατί ο Κυριάκος εκνεύρισε το Μαξίμου

Η κυβέρνηση «υποδέχτηκε» τον νέο πρόεδρο της ΝΔ με βολές για «οικογενειοκρατία» και «νεοφιλευθερισμό». Γιατί ξορκίζουν τα περί «πολιτικής ανατροπής» και για ποιους λόγους μπορεί να ανησυχούν για τον νέο αρχηγό της Κεντροδεξιάς
Protagon Team

Η εκλογή του Κυριάκου Μητσοτάκη στην προεδρία της ΝΔ χαλάει όπως φαίνεται τη… σούπα όσων πίστευαν ότι το πολιτικό σκηνικό της χώρας είναι παγιωμένο και στατικό. Αυτή ήταν η -κάπως vulgaire (λίγο λαϊκή) αλλά αρκούντως εύστοχη- διαπίστωση ορισμένων αναλυτών μετά την αλλαγή σκηνικού στην αξιωματική αντιπολίτευση.

Τα τηλέφωνα στο κυβερνητικό επιτελείο το βράδυ της Κυριακής και αφότου είχε καταστεί σαφές ότι ο κ. Μητσοτάκης είναι ο νέος αρχηγός της Νέας Δημοκρατίας είχαν σιγήσει. Οι αξιωματούχοι της κυβέρνησης απέφευγαν τα σχόλια, οι παρατρεχάμενοι δεν έκρυβαν την αμηχανία τους και η επωδός των περισσότερων ήταν η αναμενόμενη: «Στη Siemens άνοιξαν σαμπάνιες», έγραφαν κάποιοι -λίγοι- στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Ακολούθησε το μεσημέρι της Δευτέρας και η διαρροή «κύκλων του Μαξίμου» σύμφωνα με την οποία η εκλογή του νέου προέδρου της ΝΔ επιβεβαιώνει την «ισχύ της οικογενειοκρατίας στη συντηρητική παράταξη». Ο δε κ. Μητσοτάκης είναι, σύμφωνα με τους ίδιους κύκλους, «νεοφιλελεύθερος» και «με ενδιαφέρον αναμένεται η στάση του απέναντι στα ακροδεξιά στηρίγματα του χωρίς τα οποία δεν θα είχε καταφέρει να εκλεγεί».

Αν η αντίδραση αυτή είναι ενδεικτική, φανερώνει σίγουρα εκνευρισμό και καταδεικνύει με όρους πολιτικής επιστήμης, ότι η εκλογή του κ. Μητσοτάκη ανατρέπει τα δεδομένα. Φυσικά και εδώ η επίσημη γραμμή του Μαξίμου είναι, όπως θα ανέμενε κανείς, ότι «η διαφορά του με τον Μεϊμαράκη ήταν οριακή και δεν συνιστά πολιτική επανάσταση όπως θέλουν να την παρουσιάσουν». Σύμφωνα ωστόσο με τα όσα μεταφέρουν συνομιλητές των κυβερνητικών κέντρων λήψης αποφάσεων, η εξέλιξη στον χώρο της αξιωματικής αντιπολίτευσης συνιστά ανατροπή για κάποιους λόγους που έχουν αντικειμενική αξία, με βάση την ήδη καταγεγραμμένη στάση του νέου αρχηγού της ΝΔ.

Κατ’ αρχάς, το γεγονός ότι ο κ. Μητσοτάκης είναι ο μοναδικός βουλευτής της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ο οποίος δεν ψήφισε τον Προκόπη Παυλόπουλο για Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Υπό αυτήν την έννοια, ήταν ο μόνος που αντέδρασε εμπράκτως στο παρασκηνιακό παιχνίδι της κυβέρνησης με την καραμανλική πτέρυγα της ΝΔ, η οποία αναδείχθηκε τις τελευταίες εβδομάδες και μέσω των δημοσιευμάτων των φιλοκυβερνητικών εντύπων, τα οποία στήριξαν σαφώς την υποψηφιότητα Μεϊμαράκη (την οποία στήριξε και ο Κώστας Καραμανλής). Και σύμφωνα με αυτήν τη γραμμή ανάλυσης, το προφανές «παιχνίδι» της κυβέρνησης με την Προεδρία της Δημοκρατίας, δύσκολα θα συνεχιστεί με τους ίδιους όρους έπειτα από την αλλαγή ηγεσίας στην ΝΔ.

Σε δεύτερη ανάγνωση, η εκλογή Μητσοτάκη συνιστά ανατροπή στο πολιτικό σκηνικό εν γένει, δεδομένης της προηγούμενης κυβερνητικής θητείας του νέου επικεφαλής της αξιωματικής αντιπολίτευσης και των μεταρρυθμιστικών διαπιστευτηρίων του στις επαφές με την τρόικα κατά την υπουργική θητεία του στην κυβέρνηση Σαμαρά. Από αυτήν την άποψη, ο σημερινός μεταρρυθμιστικός μανδύας της κυβέρνησης Τσίπρα κινδυνεύει να καταστεί πολύ σύντομα σαθρός.

Στο πλαίσιο αυτό, η εξέλιξη αυτή στην αξιωματική αντιπολίτευση αναγνωρίζεται από πολιτικούς παράγοντες ως σημαντική για μία σειρά από λόγους όπως:

– Η αυτόματη ανάδειξη της αξιωματικής αντιπολίτευσης σε αξιόπιστο συνομιλητή της ΕΕ και των ευρωπαϊκών κέντρων λήψης αποφάσεων έπειτα από πολύ καιρό

– Η δυναμική ανανέωσης τους πολιτικού λόγου της συντηρητικής παράταξης, η οποία στις εκλογικές αναμετρήσεις της προηγούμενης χρονιάς, αν και έχασε, αποδείχθηκε ότι εκφράζει ένα σημαντικό (με αριθμητικούς όρους) τμήμα των πολιτών της χώρας και – κυρίως,

– Τα αντικειμενικά και αριθμητικά δεδομένα των τελευταίων εκλογικών αναμετρήσεων.

Συμπεριλαμβανομένου του διχαστικού δημοψηφίσματος του Ιουλίου, αυτά κάνουν πολλούς να πιστεύουν ότι ο κ. Μητσοτάκης, με την αντι-λαϊκιστική ρητορική που επέλεξε, είναι ο δυνάμει διεκδικητής του 38% του ΝΑΙ του δημοψηφίσματος και η αφετηρία του δεν περιορίζεται στο 28% της ΝΔ στις εκλογές του Σεπτεμβρίου. Με αυτό το σκεπτικό και δεδομένης της πολιτικής που εφαρμόζεται, το 38% του ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές του Σεπτεμβρίου δύσκολα θα ενισχυθεί, ενώ το ποσοστό της συνειδητής θετικής ψήφου του δημοψηφίσματος υπό όρους και προϋποθέσεις, μπορεί να διευρυνθεί.