Επικαιρότητα

Για να γίνει ειρήνη: οι αξιώσεις της Μόσχας, τα αιτήματα του Κιέβου και οι εγγυητές

Η Μόσχα θα μπορούσε να αρκεστεί στη συντριβή των «ναζιστών» του Τάγματος Αζόφ στη Μαριούπολη, στη λήψη αντι- νατοϊκών εγγυήσεων και στην προσάρτηση τουλάχιστον του Ντονμπάς. Ωστόσο μόνον ο Πούτιν γνωρίζει υπό ποιες προϋποθέσεις θα μπορούσε να τερματιστεί αυτός ο αιματηρός πόλεμός του
Protagon Team

Δυστυχώς δεν διαφαίνεται καμιά ειρήνη στον ορίζοντα. Η Ρωσία προετοιμάζεται για τη μάχη του Ντονμπάς και διατάσσει έως και 250 αεροπορικές επιδρομές την ημέρα, κάθε άλλο παρά σε ένδειξη καλής θελήσεως. Από την ουκρανική πλευρά, ο επικεφαλής διαπραγματευτής Μιχάιλο Ποντόλιακ εμφανίζεται εξίσου αδιάλλακτος και επιθετικός, υποστηρίζοντας πως «αφού νικήσουμε, θα μπορούμε να θέσουμε τους δικούς μας όρους».

Προς το παρόν, οπότε, τον πρώτο λόγο στην Ουκρανία, έπειτα από σχεδόν επτά εβδομάδες πολέμου, εξακολουθούν να τον έχουν τα όπλα. Αμφότερες οι εμπόλεμες δυνάμεις επιδιώκουν να επικρατήσουν στα πεδία των μαχών. Σε αυτό το τρομακτικό πλαίσιο που συνεπάγεται αναπόφευκτα περαιτέρω θανάτους, σφαγές και καταστροφές, υπάρχουν αρκετοί μεταβλητοί παράγοντες, τους πιο βασικούς από τους οποίους παρουσιάζει σε ανταπόκρισή του από το Ντνίπρο ο Αντρέα Νικάστρο της Corriere della Sera.  

Οι ρωσικές αξιώσεις

Το Κρεμλίνο κήρυξε τον πόλεμο στην Ουκρανία με στόχο την «αποναζιστικοποίηση» και την αποστρατιωτικοποίηση της χώρας καθώς και την προστασία του ρωσόφωνου πληθυσμού της. Οι ρωσικές δυνάμεις θα έφταναν στο επιδιωκόμενο αποτέλεσμα μέσω της εγκατάστασης μιας κυβέρνησης ανδρεικέλων στο Κίεβο η οποία θα απέκλειε οριστικά οποιασδήποτε προοπτική εισόδου της χώρας στο ΝΑΤΟ και θα αποδεχόταν την οριστική προσάρτηση της περιφέρειας του Ντονμπάς τουλάχιστον, πέρα, φυσικά από τη Κριμαία. Πλέον, όμως, φαίνεται πως η Μόσχα θα μπορούσε να αρκεστεί στη συντριβή των «ναζιστών» του Τάγματος Αζόφ στη Μαριούπολη, στη λήψη αντι- νατοϊκών εγγυήσεων και στην προσάρτηση τουλάχιστον του Ντονμπάς. Ωστόσο μόνον ο Πούτιν γνωρίζει υπό ποιες προϋποθέσεις θα μπορούσε να τερματιστεί αυτός ο αιματηρός πόλεμός του.  

Τα αιτήματα των Ουκρανών

Το Κίεβο εξακολουθεί να διεκδικεί την εδαφική ακεραιότητα της Ουκρανίας. Επίσημα θα ήθελε την ανάκτηση της Κριμαίας η οποία ανήκει ντε φάκτο στη Ρωσία από το 2014. Διατίθεται, όμως, να διαγράψει από το Σύνταγμά του τη φιλοδοξία να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ και να επιβεβαιώσει την αποκήρυξη των πυρηνικών όπλων. Ωστόσο το Κίεβο διερωτάται ποιος θα υπερασπιστεί την Ουκρανία στην περίπτωση μιας δεύτερης ρωσικής εισβολής στο μέλλον, εάν επέλθει τελικά η αποστρατιωτικοποίησή της, όπως απαιτεί το Κρεμλίνο. Σύμφωνα με το ρεπορτάζ της Corriere εγγυήσεις ασφαλείας είναι διατεθειμένες να παράσχουν οι ΗΠΑ, η Βρετανία, η Γαλλία, η Γερμανία, η Τουρκία, η Πολωνία, το Ισραήλ, ο Καναδάς και η Ιταλία. Ομως τι ακριβώς θα αφορούν αυτές οι εγγυήσεις; Την ένοπλη άμυνα; Η αποδοχή τους από τη Μόσχα θα σήμαινε την επιστροφή του ΝΑΤΟ δια της πλαγίας οδού στην Ουκρανία μετά τον επίσημο αποκλεισμό του, επισημαίνει ο ιταλός δημοσιογράφος.    

Οι διαμεσολαβητές

Πρώτος αποπειράθηκε, μάταια, να διαμεσολαβήσει ο Λευκορώσος, στενός σύμμαχος του Πούτιν, Αλεξάντερ Λουκασένκο. Στη συνέχεια απέτυχαν επίσης τηλεφωνικώς ο Εμανουέλ Μακρόν και ο Ολαφ Σολτς αλλά και ο Βίκτορ Ορμπαν. Καλύτερα τα πήγε η Τουρκία του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, καθώς από την Κωνσταντινούπολη ανακοινώθηκε «η δραστική μείωση των στρατιωτικών επιχειρήσεων στα βόρεια» της Ουκρανίας. Την Δευτέρα ο αυστριακός καγκελάριος Καρλ Νεχάμερ κατέστη ο πρώτος ευρωπαίος ηγέτης που συνάντησε τον Πούτιν στη Μόσχα μετά την έναρξη της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία στις 24 Φεβρουαρίου ενώ το Σάββατο είχε συνάντηση με τον Βολοντίμιρ Ζελένσκι. Ωστόσο κυριαρχεί η αίσθηση πως δίχως την εμπλοκή της Ουάσιγκτον στις διαπραγματεύσεις για την ειρήνη (πέρα από τις προσπάθειες για τη στρατιωτική ενίσχυση της Ουκρανίας), δύσκολα θα επέλθει μια όποια συμφωνία καθώς για το Κίεβο οι μοναδικοί «εγγυητές» που μπορεί να εμπιστευτεί είναι οι Αμερικανοί.

Ενας στη Μόσχα, πολλοί στο Κίεβο

Στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων στην Κωνσταντινούπολη ο ρώσος υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ παραδέχτηκε εμμέσως πως οι όποιες συνομιλίες είναι δευτερεύουσας σημασίας εάν όχι ανούσιες καθώς αυτός που αποφασίζει είναι ο Πούτιν, και αυτό παραδόξως θα μπορούσε να λειτουργήσει υπέρ των διαπραγματεύσεων με στόχο τον τερματισμό του πολέμου. Γιατί εάν αισθανθεί ότι κινδυνεύει, ο ρώσος πρόεδρος είναι σε θέση να διατάξει άμεσα την κατάπαυση των εχθροπραξιών. Αντιθέτως, ο ουκρανός πρόεδρος, πριν αποφασίσει οτιδήποτε, καλείται να λάβει υπόψη του μια σειρά από πρόσωπα, πολιτικούς, επιχειρηματίες και στρατιωτικούς, τους συμμάχους του στη διεθνή σκηνή αλλά και κυρίως τους ίδιους τους Ουκρανούς. Στην περίπτωση που ο Βολοντίμιρ Ζελένσκι επέλεγε, για παράδειγμα, να συνθηκολογήσει με τους όποιους όρους, θεωρείται σίγουρο πως πολλοί θα διαφωνούσαν. «Από τη μία πλευρά αποφασίζει ένας, από την άλλη πλευρά πρέπει να πειστούν όλοι», συνοψίζει ο ο ιταλός ανταποκριτής.  

Πόλεμος και οικονομία

Ομως για να μην ηττηθεί η Ουκρανία στον πόλεμο, δεν αρκούν μόνον οι επιτυχίες στα πεδία των μαχών, απαραίτητη προϋπόθεση αποτελεί και το να παραμείνει ζωντανή η χώρα. Η Ρωσία βρίσκεται ένα βήμα πιο κοντά στην αναπόφευκτη αν και τεχνητή χρεοκοπία. Πολλά μέλη της πολιτικής και οικονομικής ελίτ της χώρας δεν μπορούν να ταξιδέψουν στο εξωτερικό ενώ τα περιουσιακά τους στοιχεία έχουν δεσμευτεί. Οι δυτικές κυρώσεις είναι πράγματι βαρύτατες αλλά οι βασικές πλουτοπαραγωγικές πηγές της χώρας είναι άθικτες. Αντιθέτως η Ουκρανία έχει σχεδόν παραλύσει με την Παγκόσμια Τράπεζα να εκτιμά ότι το ΑΕΠ της χώρας θα συρρικνωθεί κατά τουλάχιστον 45,1% το 2022. Οι μισές επιχειρήσεις έχουν κλείσει, ο πόλεμος μείωσε κατά 90% τις εξαγωγές σιτηρών και κατά 50% τις εξαγωγές συνολικά, ανέφερε η Τράπεζα. Η Ευρωπαϊκή Ενωση δεσμεύτηκε να συνδράμει την Ουκρανία με ένα δισεκατομμύριο ευρώ ενώ ΗΠΑ και Βρετανία κυρίως έχουν ήδη παράσχει στη χώρα στρατιωτική βοήθεια ύψους τουλάχιστον δύο δισεκατομμυρίων. Τεράστιο ζήτημα, όμως, αποτελεί ότι κατά την ίδια περίοδο, χάρη στους υδρογονάνθρακές της, η Μόσχα εισέπραξε 34 δισεκατομμύρια. Για αυτό ο ουκρανός πρόεδρος εξακολουθεί να ζητά το μποϊκοτάζ του ρωσικού φυσικού αερίου.