«Τι να σας πω… Μας κυβερνά ο ιός». Αυτό είπε το πρωί της Δευτέρας ο υπουργός Ανάπτυξης Αδωνις Γεωργιάδης. Ηταν η απάντησή του στο ερώτημα για το αν θα ανοίξει η εστίαση μέσα στα Χριστούγεννα, αλλά και μια έμμεση παραδοχή ότι η κυβέρνηση έχει χάσει τον έλεγχο – αφού «κυβερνά ο ιός».
Ο υπουργός Ανάπτυξης ήταν απαισιόδοξος ως προς το άνοιγμα της εστίασης μέσα στις γιορτές. «Δεν θέλω να γίνω μάντης κακών ειδήσεων, αλλά καταλαβαίνετε ότι είναι πιο δύσκολο πράγμα η εστίαση, πιο εύκολο το λιανικό εμπόριο», είπε χαρακτηριστικά, μιλώντας στην πρωινή εκπομπή του ΣΚΑΪ «Σήμερα» και παραδέχτηκε ότι η κατάσταση με τα στοιχεία της επιδημίας δεν είναι αυτά που περίμενε η κυβέρνηση και σε κάθε περίπτωση περιμένουν το σήμα των ειδικών.
«Επιθυμία μας είναι να ανοίξει η αγορά. Να ανοίξει, έστω και εν μέρει, έστω και με κανόνες. Οσο νωρίτερα μπορούμε, θα ανοίξουμε. Να ξεκαθαρίσουμε ορισμένα πράγματα, για να προετοιμαζόμαστε ψυχολογικά: οι φετινές γιορτές δεν θα μοιάζουν με καμία άλλη εορταστική περίοδο. Ούτε συνωστισμός μπορεί υπάρξει, ούτε μεγάλα τραπεζώματα μπορούν να υπάρξουν, ούτε ρεβεγιόν μπορούν να υπάρξουν κ.λπ.» προειδοποίησε ο κ. Γεωργιάδης.
Ο ίδιος είπε ότι η επιτροπή των εμπειρογνωμόνων δεν είχε εισηγηθεί νωρίτερα lockdown, απαντώντας στο ότι δεν λάβαμε εγκαίρως τα μέτρα και τώρα μετράμε τριψήφιο αριθμό νεκρών κάθε 24ωρο.
Βέβαια, ο κ. Γεωργιάδης ήταν μεν απαισιόδοξος, εμφανίστηκε ρεαλιστής, αλλά δεν ήταν και ψύχραιμος. Στη δημοσιογραφική παρατήρηση ότι από τα λεγόμενά του η κυβέρνηση φαίνεται να είναι πίσω από τον ιό και ότι –αφού ο ίδιος απαρίθμησε τον κατάλογο των ευρωπαϊκών κρατών με τους νεκρούς ανά εκατομμύριο– δείχνει να πανηγυρίζει… για τα 120 θύματα ανά εκατομμύριο της Ελλάδας, εξεμάνη και άρχισε να φωνάζει ότι ως χώρα τα πηγαίνουμε πολύ καλύτερα από το Βέλγιο, που έχει 12 φορές περισσότερα θύματα, ενώ επιτέθηκε στον δημοσιογράφο Βαγγέλη Παπαδημητρίου που του έκανε την ερώτηση.
«Οταν είμαι 12 φορές καλύτερα από το Βέλγιο το πανηγυρίζω, γιατί σώσαμε ανθρώπους, κύριε. Σταματήστε την πτωματολογία όλη την ημέρα! Και εμείς πονάμε, δεν πονάτε μόνο εσείς! Η Ελλάδα μας τα πηγαίνει καλύτερα! Ολη μέρα γκρίνια και κατηγορίες. Το Βέλγιο, μια από τις προηγμένες χώρες της Ευρώπης, είναι 12 φορές χειρότερα από εμάς. Είμαστε καλύτερα απ’ όλους. Μέσα σε αυτή τη συμφορά. Μαζευτείτε λίγο, εκεί στον ΣΥΡΙΖΑ, δεν θα πάτε στο τρία, θα πάτε στο μείον 23!».
Μετά παρέπεμψε σε ένα βιβλίο του Ανδρέα Λοβέρδου για τη σκευωρία της Novartis για να αποδείξει τι έχει τραβήξει από τον ΣΥΡΙΖΑ και να… δικαιολογηθεί για τα νεύρα του!
ΣΥΡΙΖΑ: Πανηγυρίζει με 100 νεκρούς!
Αυτά όμως τα νεύρα και το ξέσπασμα του κ. Γεωργιάδη, έδωσαν αφορμή στον ΣΥΡΙΖΑ να τον κατηγορήσει ότι πανηγυρίζει που έχουμε νεκρούς.
Ανέφεραν από την Κουμουνδούρου: «Ο υπουργός που πριν λίγες μέρες παραδέχθηκε πως η κυβέρνηση “έπεσε έξω” με το άνοιγμα του τουρισμού σήμερα δηλώνει με αδιανόητο θράσος πως πανηγυρίζει γιατί “είμαστε 12 φορές καλύτεροι από το Βέλγιο”.
Ο κ. Γεωργιάδης πανηγυρίζει την ώρα που η χώρα μας έχει φθάσει να χάνει πάνω από 100 ανθρώπους την ημέρα, το ΕΣΥ έχει καταρρεύσει με αποκλειστική ευθύνη της κυβέρνησής του, ενώ χθες η χώρα μας είχε τη δέκατη χειρότερη επίδοση παγκοσμίως σε θανάτους αναλογικά με τον πληθυσμό της και ενώ σύμφωνα με τα στοιχεία του ECDC τις τελευταίες 14 μέρες η Ελλάδα είναι η 17η χειρότερη στις χώρες ΕΕ σε θανάτους ανά πληθυσμό, έχοντας αφήσει πίσω της 14 χώρες που ως τα μέσα Οκτώβρη ήταν χειρότερες.
Η προσπάθεια επικοινωνιακής διαχείρισης των δραματικών συνεπειών της κυβερνητικής αδράνειας τόσους μήνες, οδηγεί την κυβέρνηση σε χυδαία τυμβωρυχία. Λίγη ντροπή και μία συγγνώμη δεν θα έβλαπτε».
Από την πλευρά του, ο εκπρόσωπος Τύπου του Κινήματος Αλλαγής, Παύλος Χρηστίδης, απαντώντας σε σχετική ερώτηση δημοσιογράφου, δήλωσε τα εξής:
«Είναι δυνατόν να χάνονται κάθε μέρα τόσοι άνθρωποι και κάποιοι να πανηγυρίζουν; Είμαστε σε οριακό σημείο. Χάσαμε πολύτιμο χρόνο και τώρα μετράμε δυστυχώς απώλειες συνάνθρωπων μας. Είναι η ώρα της ευθύνης και της μάχης. Αλλά οι ευθύνες αναδεικνύονται από μόνες τους. Η κυβέρνηση στη διαχείριση του δευτέρου κύματος της πανδημίας απέτυχε. Αδυνατεί να εφαρμόσει έγκαιρα τα απαιτούμενα μέτρα πρόληψης και προστασίας. Αφησε το ΕΣΥ στην μοίρα του. Οι προσλήψεις υγειονομικού προσωπικού ξεκίνησαν μόλις πριν από λίγες ημέρες. Καθυστέρησαν δραματικά στην ενεργοποίηση των κινητών κλιμάκιων της πρωτοβάθμιας για τα τεστ, χωρίς κανένα μέτρο για τη διατίμηση κόστους τους.
Με ανύπαρκτο σχεδιασμό για την προστασία του υγειονομικού προσωπικού και των ευαίσθητων δομών φροντίδας όπως τα γηροκομεία, φτάσαμε σήμερα να είμαστε τελευταίοι μεταξύ των 15 δυτικοευρωπαϊκών χωρών σε τεστ ανά αναλογία πληθυσμού, με το 85% των κρουσμάτων, σήμερα, να θεωρούνται «ορφανά».
Δεν άνοιξαν καινούργια κρεβάτια παρά μονάχα οι δωρεές της Βουλής και αυτές λειτουργούν με αποσπασμένους από άλλα νοσοκομεία που αυτή τη στιγμή υπολειτουργούν εξαιτίας αυτής της μετακίνησης προσωπικού.
Το ίδιο έγινε στη Θεσσαλονίκη. Μιλούσαμε από το Μάρτιο για επίταξη και κεντρικό συντονισμό από την Κυβέρνηση των ιδιωτικών κλινικών και των στρατιωτικών νοσοκομείων. Δεν αρκεί η επίταξη έπρεπε να γίνει προετοιμασία. Έπρεπε να έχει ήδη εκπαιδευτεί το προσωπικό. Να υπάρχουν τα κινητά συνεργεία της πρωτοβάθμιας και αυτά να λειτουργούν με επισκέψεις στα σπίτια με δειγματοληπτικούς ελέγχους σε όλη τη χώρα με ευθύνη των περιφερειών για να γίνεται σωστή ιχνηλάτηση.
Πρέπει να μονιμοποιηθούν τώρα οι επικουρικοί στο σύστημα υγείας γιατί αν λήξουν οι συμβάσεις θα τους χάσουμε. Και βεβαίως να μπουν στα βαρέα και ανθυγιεινά οι άνθρωποι που δίνουν τη μάχη στο Εθνικό Σύστημα Υγείας και να δοθεί δώρο των Χριστουγέννων. Πολλά μπράβο στις νοσηλεύτριες που άφησαν τα σπίτια τους και πάνε όπου έχει ανάγκη ο Έλληνας πολίτης. Δεν αρκούν όμως μόνο τα μπράβο και τα συγχαρητήρια. Εμείς συνεχίζουμε να πιέζουμε την κυβέρνηση να γίνουν όλα όσα χρειάζονται για το ΕΣΥ».
Αλλά και από το ΚΚΕ ανέφεραν σχετικά:
«Η προσπάθεια της κυβέρνησης να κάνει βολικές και επιλεκτικές συγκρίσεις με άλλες χώρες, για να κρύψει τις εγκληματικές ευθύνες της για τη διαχείριση της πανδημίας, είναι εξοργιστική και μακάβρια. Όπως στην Ελλάδα, έτσι και σε άλλες χώρες, καταρρέουν τα δημόσια συστήματα υγείας, εξαιτίας της πολιτικής της εμπορευματοποίησης και της δήθεν “αρμονικής συνύπαρξης δημόσιου και ιδιωτικού τομέα”, που υλοποίησαν όλες οι ελληνικές κυβερνήσεις.
Αν η κατάσταση στην Ελλάδα δεν έχει φτάσει στα ακόμη πιο τραγικά επίπεδα άλλων χωρών, αυτό οφείλεται στους κοπιώδεις και συχνά αθόρυβους αγώνες, που έχουν γίνει για τη δημόσια υγεία, όλα αυτά τα χρόνια, αγώνες που σήμερα είναι πιο αναγκαίοι και επίκαιροι από ποτέ».