Εφιαλτικές είναι οι διαπιστώσεις των ειδικών για το δημογραφικό πρόβλημα και τη γήρανση του πληθυσμού στη χώρα μας.
«Ο πληθυσμός γερνάει ταχύτερα από τις προβλέψεις» τόνισε η Αλεξάνδρα Τραγάκη, καθηγήτρια στο Τμήμα Γεωγραφίας του Χαροκόπειου Πανεπιστημίου, κατά τη διάρκεια ενημέρωσης στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής.
Οι αιτίες πολλές: από την αύξηση του προσδόκιμου ζωής και τον έλεγχο της γονιμότητας έως το μοντέλο τού «λίγα παιδιά και πιο αργά» που ακολουθούν πολλά ζευγάρια στις σύγχρονες κοινωνίες. Το ουσιαστικό πρόβλημα, ωστόσο, εντοπίζεται στην απουσία πολιτικής, ενώ -όπως επισημάνθηκε- θα ήταν λάθος να αποδοθεί αυτή η κατάσταση στην οικονομική κρίση και μόνο.
«Η ύφεση επιδείνωσε το πρόβλημα, αλλά το πρόβλημα δεν είναι σημερινό» είπε η κυρία Τραγάκη, υπογραμμίζοντας ότι τα τελευταία έξι χρόνια «χάθηκαν» 110.000 γεννήσεις, δηλαδή περισσότερες από τις γεννήσεις ενός έτους.
Το ισοζύγιο γεννήσεων-θανάτων βαίνει ωστόσο μειούμενο από τη δεκαετία του 1950, όπως ανέφερε ο Αναστάσιος Λαυρέντζος, συγγραφέας του βιβλίου «Σιωπηρή άλωση, Το δημογραφικό και το μεταναστευτικό πρόβλημα της Ελλάδας» (εκδ. Πραγματεία).
«Οδεύουμε προς το τέλος της νεοελληνικής κοινωνίας όπως την έχουμε γνωρίσει έως τώρα» είπε, και επιλέστηκε στοιχεία του ΟΗΕ σύμφωνα με τα οποία ο ελληνικός είναι ο έκτος πιο γερασμένος πληθυσμός στον κόσμο.
Σύμφωνα με τα ίδια στοιχεία, τη δεκαετία του ’50 το λεγόμενο «φυσικό ισοζύγιο» ήταν 100.000 υπέρ των γεννήσεων, ενώ τέσσερις δεκαετίες αργότερα είχε μηδενιστεί για να γίνει τα τελευταία χρόνια αρνητικό:
Τον περασμένο χρόνο οι γεννήσεις ήταν 38.000 λιγότερες από τους θανάτους, υπογράμμισε ο μαιευτήρας Στέφανος Χανδακάς, προειδοποιώντας ότι, εάν συνεχιστούν αυτοί οι ρυθμοί, ο πληθυσμός το 2050 θα έχει μειωθεί σε 6,5 με 8 εκατομμύρια άτομα. Για να διατηρηθεί στα σημερινά επίπεδα πρέπει οι γεννήσεις να αυξηθούν από 1,3 παιδιά σε 1,5. Αντίστοιχα η αύξηση της γονιμότητας κατά 1% θα επιφέρει αύξηση του ΑΕΠ κατά 2%.
Σήμερα όμως η μείωση των γεννήσεων είναι ραγδαία σε όλες τις περιοχές της χώρας : -23% στη Θεσσαλία, -21% στην Κρήτη, -16% στο Αιγαίο και στο Ιόνιο, -24% στη Στερεά Ελλάδα.
Στην παρέμβασή της η κυρία Τραγάκη υπογράμμισε την ανάγκη λήψης άμεσων μέτρων, δεδομένου ότι οι δημογραφικές αλλαγές συντελούνται δύσκολα, ενώ για να φανούν τα αποτελέσματα στην ανάπτυξη και την οικονομία θα πρέπει να περάσει μία τριακονταετία.
Μεταξύ άλλων η καθηγήτρια έκανε λόγο για «άρνηση του κράτους να λάβει συγκεκριμένες αποφάσεις», την ώρα που, όπως είπε, η ενίσχυση της γονιμότητας πρέπει να αποτελέσει «στρατηγική επιλογή της χώρας» όπως έχει συμβεί στην Κροατία, τη Σερβία και τη Βουλγαρία τα τελευταία χρόνια ή στη Γαλλία παλαιότερα με την ίδρυση υπουργείων Δημογραφίας ή Οικογένειας.
«Η μετανάστευση δεν λύνει το πρόβλημα» σημείωσε με τη σειρά της η Χάρις Συμεωνίδου, του Εθνικού Κέντρου Κοινωνικών Ερευνών, η οποία, ακόμη, χαρακτήρισε μύθο τη θεωρία ότι η γυναικεία απασχόληση επιδρά αρνητικά στη γονιμότητα.