Με την Τουρκία να αλωνίζει στο πεδίο και να προβαίνει σε όποια πρόκληση δεν είχε προβεί όλα τα προηγούμενα χρόνια, η Ελλάδα επιλέγει ένα διαφορετικό πεδίο: αυτό της διπλωματίας. Δεν «διεθνοποιεί» απλώς το ζήτημα, όμως, παρά στοχεύει στην ενεργοποίηση των ευρωπαϊκών αντανακλαστικών, αλλά και στην ανάδειξη της βαθιάς ευρωπαϊκής υποκρισίας: από τη μία η Τουρκία δοκιμάζει τα ευρωπαϊκά όρια και από την άλλη οι Ευρωπαίοι συνεχίζουν ακώλυτα τις μπίζνες με την Αγκυρα και επενδύουν σε μια «θετική ατζέντα» που στέλνει ένα μήνυμα κατευνασμού που, αποδεδειγμένα, δεν λειτουργεί.
Η πρώτη κίνηση της Αθήνας στόχευε στην Τελωνειακή Ενωση με την Τουρκία που είναι σε ισχύ από το 1995, αποφέροντας σημαντικά έσοδα στο τουρκικό ΑΕΠ, ενώ πέρυσι η γείτων έκλεισε τη χρονιά με πλεόνασμα στο εμπορικό ισοζύγιο με την Ευρώπη. Ο Νίκος Δένδιας έστειλε επιστολή στον αρμόδιο επίτροπο Διεύρυνσης Ολιβιέ Βάρελι, ζητώντας, κατ’ αρχήν, την καταγραφή των παραβάσεων της Τουρκίας ως προς τις ρήτρες της Τελωνειακής Ενωσης. Κατά πληροφορίες, Δένδιας και Βάρελι έχουν δίαυλο επικοινωνίας για το ζήτημα εδώ και μέρες και η διαδικασία της καταγραφής δεν αναμένεται να χρονίσει. Από εκεί και πέρα, στη βάση αυτής της καταγραφής, η Αθήνα θα ζητήσει την αναστολή της Τελωνειακής Ενωσης. Πρόκειται για εξαιρετικά δύσκολο εγχείρημα, αλλά την ίδια ώρα θεωρείται σχεδόν απίθανο η Ελλάδα και άλλες χώρες να συναινούν σε περαιτέρω βήματα μιας «θετικής ατζέντας» που περιλαμβάνει και την Τελωνειακή Ενωση και επιδιώκει διακαώς το Βερολίνο.
Η δεύτερη κίνηση με σαφές μήνυμα προς τους Ευρωπαίους είναι οι τρεις επιστολές Δένδια στον Γερμανό, τον Ιταλό και την Ισπανίδα ομόλογό του για την τουρκική προκλητικότητα. Η ελληνική πλευρά είναι αποφασισμένη πλέον να θέτει σε όλα τα επίπεδα το ζήτημα του εμπάργκο πώλησης όπλων και οπλικών συστημάτων στην Τουρκία, με τις τρεις προαναφερθείσες χώρες να πρωταγωνιστούν. Μάλιστα, κατά πληροφορίες, και οι τρεις αυτές χώρες, μαζί με τη Μάλτα, ήταν από αυτές που μπλόκαραν τη συμπερίληψη στο κείμενο συμπερασμάτων της Συνόδου Κορυφής της αναφοράς για την προμήθεια όπλων στην Τουρκία.
Η ελληνική διπλωματία γνωρίζει ότι οι προαναφερθείσες χώρες παίζουν σημαντικό ρόλο στην εξοπλιστική ενίσχυση της Τουρκίας. Για παράδειγμα, στη γείτονα ναυπηγούνται έξι υποβρύχια τύπου «Παπανικολής», με την Ελλάδα να έχει αυτή τη στιγμή τέσσερα. Ακόμα, οι Γερμανοί προμηθεύουν τους γείτονες με άρματα μάχης Leopard, ενώ γερμανικές εταιρείες συμμετέχουν στην προμήθεια υλικού στους γείτονες. Ακόμα, η ισπανική Navantia συμμετείχε σε κοινοπραξία με τουρκική εταιρία για την κατασκευή του αεροπλανοφόρου «Anadolu», που θα «φιλοξενούσε» τα αμερικανικά F-35, ενώ και οι Ιταλοί προμηθεύουν τους Τούρκους με το επιθετικό ελικόπτερο Atak T-129.
Με το αίτημα για κυρώσεις στην Τουρκία, συνεπώς, να μην «περπατάει» ιδιαίτερα, η Ελλάδα επανακαθορίζει πιο στοχευμένα τα πεδία, στα οποία θα «χτυπήσει», ανοίγοντας έτσι μια ευρύτερη συζήτηση και στο εσωτερικό της Ένωσης για τη στρατηγική σχέση με την Τουρκία. Στον απόηχο αυτών των κινήσεων, δε, η τριμερής Ελλάδας – Κύπρου – Αιγύπτου σήμερα στη Λευκωσία αποκτά νέο ενδιαφέρον.