Για τη μεθοδική και καλοσχεδιασμένη ενίσχυση των Ενόπλων Δυνάμεων, με τα 18 Rafale, τα μάχιμα και απολύτως λειτουργικά Μirage 2005 και τα αναβαθμισμένα F-16 Viper, και σε βάθος χρόνου με τις νέες φρεγάτες που θα ενταχθούν στον Στόλο του Πολεμικού μας Ναυτικού, μίλησε στην ΕΡΤ ο υπουργός Αμυνας, Νίκος Παναγιωτόπουλος, ο οποίος μεταξύ άλλων έκανε ειδική αναφορά στη διοργάνωση της φετινής -λαμπρής, όπως την χαρακτήρισε- παρέλασης της 25ης Μαρτίου, στο πλαίσιο των εορτασμών για την επέτειο των 200 ετών από την Ελληνική Επανάσταση του 1821.
Η Ελλάδα, είπε ο κ. Παναγιωτόπουλος στην πρωινή ενημερωτική εκπομπή της δημόσιας τηλεόρασης, κινείται «βάσει ενός πολύ συγκεκριμένου σχεδίου με ιεράρχηση αναγκών, προτεραιότητες και προσαρμογή στην οικονομική δυνατότητα της χώρας, έτσι ώστε να καλυφθούν οι ανάγκες και των τριών κλάδων των Ενόπλων Δυνάμεων».
«Παράλληλα», τόνισε, «πρέπει να φροντίζουμε για την αναβάθμιση, την υποστήριξη και τον εκσυγχρονισμό των υπαρχόντων συστημάτων, όχι μόνο καινούργιες αγορές».
«Τα τρία Επιτελεία Στρατού, Πολεμικού Ναυτικού και Πολεμικής Αεροπορίας εργάστηκαν πολύ σκληρά υπό τον συντονισμό του αρχηγού του Γενικού Επιτελείου Εθνικής Άμυνας. Αυτό το σχέδιο το συζητήσαμε και το παρουσιάσαμε στον πρωθυπουργό, Κυριάκο Μητσοτάκη, ο οποίος κατάλαβε αμέσως την ανάγκη να εξοπλιστούν καλύτερα οι Ένοπλες Δυνάμεις και να καλυφθεί χαμένο έδαφος. Ο ίδιος έδωσε το πράσινο φως για την αύξηση των κονδυλίων για την άμυνα και ψηφίστηκε στον Προϋπολογισμό. Τώρα, προχωράμε στην υλοποίηση αυτού του σχεδίου», δήλωσε ο υπουργός Εθνικής Αμυνας και απαρίθμησε μία -μία τις σημαντικότερες κινήσεις που έγιναν ή είναι σε εξέλιξη για την ενίσχυση των Ενόπλων Δυνάμεων.
Για την απόκτηση των γαλλικών μαχητικών Rafale, ο κ. Παναγιωτόπουλος ανέφερε ότι «οι συνομιλίες ξεκίνησαν τον Σεπτέμβριο και πήγαμε πολύ γρήγορα γιατί έτσι έπρεπε να γίνει. Εργαστήκαμε σκληρά και βοήθησε και η γαλλική πλευρά. Υπάρχει ζωντανή η στρατηγική σχέση Ελλάδας-Γαλλίας. Δεν θα μπορούσαμε να πετύχουμε τόσο γρήγορα την ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων, στην ψήφιση από τη Βουλή των συμβάσεων, στην υπογραφή των συμβάσεων και στο τελικό στάδιο που είναι η υλοποίησή τους, χωρίς τη βοήθεια των Γάλλων».
«Οι Γάλλοι έδωσαν απαντήσεις στα ερωτήματα, έλυσαν τα επιμέρους ζητήματα, που ήταν πολλά καθώς έχουμε να κάνουμε με απόκτηση μεταχειρισμένων αεροσκαφών και η διαπραγμάτευση για την καλή κατάσταση αυτών των μαχητικών δεν ήταν απλή», εξήγησε και πρόσθεσε ότι το επόμενο στάδιο «είναι η εκπαίδευση των Ελλήνων πιλότων και τεχνικών υποστήριξης των Rafale».
Στόχος, είπε, είναι «το καλοκαίρι του 2021, από τον Ιούλιο, να αρχίσει η παραλαβή των αεροσκαφών ώστε έως το τέλος του έτους να έχουμε την πρώτη εξάδα. Και από εκεί και πέρα, άλλα έξι θα παραληφθούν το 2022 και τα τελευταία έξι, για να φτάσουμε συνολικά τα 18 αεροσκάφη, το 2023».
«Παράλληλα», συνέχισε ο υπουργός, «θα εκπαιδεύονται, αρχικά στη Γαλλία και στην πορεία στην Ελλάδα, οι επόμενοι πιλότοι και οι επόμενοι τεχνικοί. Είναι αρκετοί και θα είναι μία διαδικασία που απαιτεί χρόνο».
Οπως εκτίμησε, «τα Rafale θα ενισχύσουν απότομα και καταλυτικά τη συνολική αεροπορική μας ισχύ. Είναι αεροσκάφη προηγμένης τεχνολογίας, με προηγμένα ηλεκτρονικά συστήματα και όπλα, τα οποία κάνουν τη διαφορά στο ισοζύγιο αεροπορικής ισχύος μεταξύ Ελλάδας-Τουρκίας».
Σύμφωνα με τον υπουργό, η συμφωνία απόκτησης των αεροσκαφών «είναι μία πλήρης συμφωνία» καθώς «περιλαμβάνει την αγορά των αεροσκαφών, την εν συνεχεία υποστήριξή τους και τα όπλα τους».
Για τα Mirage 2005, ο κ. Παναγιωτόπουλος γνωστοποίησε ότι «πλέον, έχουν απρόσκοπτη ροή ανταλλακτικών και προστίθενται -γιατί πολλά ήταν καθηλωμένα λόγω ελλείψεως ανταλλακτικών- στη διαθεσιμότητα της Πολεμικής Αεροπορίας».
«Στόχος μας», τόνισε, «είναι να έχουμε μία μοίρα 24 αεροσκαφών Mirage 2005 πλήρως επιχειρησιακών, λειτουργικών και διαθέσιμων», ξεκαθάρισε και υπενθύμισε ότι «δεν είχαμε σύμβαση υποστήριξης από το 2012».
Παράλληλα, επεσήμανε, «τρέχει το πρόγραμμα αναβάθμισης 84 αεροσκαφών F-16 στην εκδοχή Viper. Φέτος, μπαίνουμε στην κρίσιμη φάση του προγράμματος, καθώς σε λίγες ημέρες το πρώτο Viper πάει στην Αμερική για να υποστεί κάποιες τελικές τεχνικές παρεμβάσεις και ακολούθως μπαίνουμε στη φάση παραγωγής 8 έως 12 αεροσκαφών κατ’ έτος από την ΕΑΒ».
Σε λίγες ημέρες, εξάλλου, ξεκινούν οι διαπραγματεύσεις ανάμεσα στην ελληνική και την ισραηλινή πλευρά για τη μετατροπή της βάσης εκπαίδευσης Ικάρων στην Καλαμάτα σε διεθνές κέντρο εκπαίδευσης. Σε ένα σύγχρονο κέντρο, ώστε αφενός να ικανοποιηθούν στο απόλυτο οι ανάγκες των Ικάρων για εκπαίδευση στο πτητικό αντικείμενο και αφετέρου να υπάρξει δυνατότητα προσέλκυσης πιλότων από άλλες χώρες για εκπαίδευση στη βάση της Καλαμάτας.
Φρεγάτες
Για το Πολεμικό Ναυτικό, «η επόμενη μεγάλη απόφαση» είναι -σύμφωνα με τον υπουργό- η απόκτηση τεσσάρων φρεγατών και ο εκσυγχρονισμός των τεσσάρων ΜΕΚΟ.
«Αυτήν τη στιγμή, αξιολογούνται προτάσεις και έχουμε ένα ευχάριστο πρόβλημα. Δεν ξέρουμε τι να πρωτοδιαλέξουμε», ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Παναγιωτόπουλος και πρόσθεσε για την προμήθεια των φρεγατών:
«Εχουμε στο τραπέζι αρκετές ενδιαφέρουσες προτάσεις -κάποιες δεν έχουν ολοκληρωθεί αλλά τις αναμένουμε σύντομα- από χώρες που θέλουν να αναλάβουν αυτό το πρόγραμμα. Ζητάμε συγκεκριμένα πράγματα. Όχι μόνο να αγοράσουμε τέσσερις φρεγάτες αλλά να εξασφαλίσουμε ότι κάποιες από αυτές θα ναυπηγηθούν στην Ελλάδα -επομένως θα δουλέψουν τα ελληνικά ναυπηγεία- και επίσης, έως ότου ναυπηγηθούν, ζητάμε κάποια έτοιμα πολεμικά πλοία προκειμένου να αποτελέσουν τη λεγόμενη “ενδιάμεση λύση”. Όλο αυτό το πακέτο θα τύχει μίας πολύ προσεκτικής αξιολόγησης από το Πολεμικό Ναυτικό, που θα μας υποδείξει την καλύτερη πρόταση για να προχωρήσουμε».
Σε κάθε περίπτωση, τόνισε, «πρέπει να πάμε γρήγορα γιατί έχει χαθεί χρόνος. Πρέπει το Πολεμικό Ναυτικό να ενισχυθεί με νέες κύριες μονάδες κρούσης. [Γιατί] το Πολεμικό Ναυτικό έδειξε την αξία του και τη μαχητική του ικανότητα το καλοκαίρι στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να ενισχυθεί με νέα πλοία.
Οσον αφορά την αύξηση προσωπικού στον Στρατό Ξηράς, ο υπουργός είπε :
«Η προσπάθεια ενίσχυσης των Ενόπλων Δυνάμεων εκτείνεται και στον Στρατό Ξηράς . Ανακοινώσαμε την αύξηση της θητείας κατά τρεις μήνες προκειμένου να πετύχουμε υψηλότερο ποσοστό επάνδρωσης σε μονάδες κυρίως της παραμεθορίου. Η κύρια παρέμβαση όσον αφορά στο προσωπικό που θα έχει και προστιθέμενη αξία στην πληρότητα του προσωπικού είναι οι προσλήψεις μονίμων».
«Αυτή η προσπάθεια ξεκίνησε με την αύξηση των εισακτέων στις στρατιωτικές σχολές υπαξιωματικών και αξιωματικών. Είναι εκείνα τα στελέχη που θα επανδρώσουν αύριο τα καινούργια συστήματα. Σε αυτό το πλαίσιο, προχωράμε σε προσλήψεις επαγγελματικών οπλιτών, με σκοπό κυρίως να ενισχυθούν οι Ειδικές Δυνάμεις, το κατεξοχήν επαγγελματικό κομμάτι του ελληνικού στρατού. Και φυσικά να μειωθεί και ο μέσος όρος ηλικίας στις Ειδικές Δυνάμεις», εξήγησε, θέτοντας τον στόχο για την αύξηση του προσωπικού στις Ενοπλες Δυνάμεις:
«Σε βάθος πενταετίας αναμένουμε 15.000 νέα στελέχη από εισακτέους υπαξιωματικούς και αξιωματικούς, Επαγγελματίες Οπλίτες (ΕΠΟΠ) και Οπλίτες Βραχείας Ανακατάταξης (ΟΒΑ). Από τον επόμενο μήνα θα προχωρήσουμε σε προκηρύξεις για να ξεκινήσει αυτή η διαδικασία. Διότι κόμη και εάν έχεις τα καλύτερα αεροπλάνα και καράβια, πρέπει να στελεχώσεις με άξιο προσωπικό, ικανό να τα χειριστεί».
Στρατιωτική παρέλαση 25ης Μαρτίου
Οπως προαναφέρθηκε, στη συνέντευξη του ο υπουργός Εθνικής Αμυνας έκανε ειδική αναφορά στη φετινή παρέλαση της 25ης Μαρτίου.
«Φέτος», σημείωσε, «γιορτάζουμε τα 200 χρόνια από την έναρξη της Επανάστασης του 1821. Είναι μία χρονιά που προσφέρεται για έναν λαμπρό εορτασμό. Λογικό και επόμενο είναι το κορυφαίο γεγονός αυτής της χρονιάς να είναι η παρέλαση της 25ης Μαρτίου».
«Η κυβέρνηση», τόνισε, «θέλει να οργανώσει μία λαμπρή παρέλαση, όπως αρμόζει στην περίσταση, με ξένους ηγέτες προσκεκλημένους τουλάχιστον αυτούς που εκπροσωπούν τις χώρες που συνέβαλαν στην απελευθέρωση της Ελλάδας, στην ευτυχή κατάληξη του αγώνα του 1821. Η Ρωσία, η Αγγλία, η Γαλλία και όχι μόνο. Έχουν προσκληθεί αυτοί οι ηγέτες και αναμένουμε τις απαντήσεις τους. Στη διοργάνωση αυτού του γεγονότος αναπόφευκτα εμπλέκονται και οι Ένοπλες Δυνάμεις, αφού η παρέλαση είναι στρατιωτική».
«Υπήρχαν διάφορες ιδέες στο τραπέζι αλλά όπως καταλαβαίνετε η κατάσταση είναι σχετικά ρευστή λόγω κορονοϊού. Προκρίθηκε, τελικά, αυτή η παρέλαση να γίνει στο Σύνταγμα. Στόχος είναι να γίνει μία λαμπρή στρατιωτική παρέλαση όπως αρμόζει στην περίσταση», υπογράμμισε.
Οσο για την προσέλευση του κόσμου, διευκρίνισε ότι στόχος είναι η παρέλαση να γίνει παρουσία κοινού, ωστόσο, όπως σημείωσε, λόγω της πανδημίας δεν μπορούμε από τώρα να γνωρίζουμε ποιες θα είναι οι συνθήκες. «Εμείς θα το θέλαμε. Ελπίζω να το επιτρέψουν οι συνθήκες», ανέφερε για την παρουσία του κόσμου στην παρέλαση της 25ης Μαρτίου για τα 200 χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση.
Στην αναφορά του τέλος στις τελευταίες εξελίξεις στα ελληνοτουρκικά, με την επανέναρξη των διερευνητικών, ο Νίκος Παναγιωτόπουλος είπε ότι ναι μεν «πρέπει να προσερχόμαστε με καλή διάθεση στις συνομιλίες, αυτό ομως, δεν σημαίνει -σε καμία περίπτωση- ότι είμαστε διατεθειμένοι να εκχωρήσουμε κυριαρχικά μας δικαιώματα».
«Οι πρώτες διαβουλεύσεις, εξάλλου, έχουν εντελώς διερευνητικό χαρακτήρα. Εμείς έχουμε πει ότι συζητάμε πολύ συγκεκριμένα πράγματα. Ξέρουμε ότι δεν θα είναι εύκολη υπόθεση. Η αισιοδοξία είναι συγκρατημένη. Δεν είμαστε αφελείς. Και πρέπει και η άλλη πλευρά να δείξει την καλή της διάθεση», ξεκαθάρισε, εκτιμώντας πάντως πως «δεν είναι κακό να συζητάμε. Δεν είναι κακό να υπάρχει αυτό το κανάλι επαφής σε διάφορα επίπεδα».
«Η διπλωματική προσπάθεια», ωστόσο, υπογράμμισε, « συμβαδίζει και με την ενίσχυση της αποτροπής. Τα δύο αυτά πάνε μαζί. Θεωρώ ότι τον τελευταίο χρόνο η διπλωματική προσπάθεια έχει ενταθεί πολύ και όχι μόνο σε διμερές επίπεδο. Η ελληνική πλευρά επικοινώνησε τις εθνικές μας θέσεις σε συμμάχους και εταίρους σε Ευρώπη, ΝΑΤΟ αλλά και την ευρύτερη περιοχή».
«Οι Ευρωπαίοι -και όχι μόνο αυτοί- έχουν πειστεί ότι το πρόβλημα δεν είναι διμερές. Αλλά έχει να κάνει με την ασφάλεια και τη σταθερότητα στην Ανατολική Μεσόγειο, που απειλείται ευθέως με ρητορική και πράξεις από την Τουρκία. Αυτό έχει γίνει κατανοητό όχι μόνο στην Ευρώπη και τους κόλπους του ΝΑΤΟ αλλά και σε άλλες χώρες της ευρύτερης περιοχής, όπως αραβικά κράτη, Ισραήλ και Αίγυπτο. Η Ελλάδα, επομένως, έχει κάνει δουλειά σε διπλωματικό επίπεδο», σημείωσε ο κ. Παναγιωτόπουλος.
Τέλος, ο υπουργός Εθνικής Άμυνας επεσήμανε ότι θα ήταν θετικός σε συνάντηση με τον τούρκο ομόλογό του, αν και όπως είπε, «το θέμα δεν είναι να συναντηθούμε, αλλά να φτάσουμε καλή τη πίστη και με καλή διάθεση σε έναν κοινό τόπο αναγνωρίζοντας ότι υπάρχουν διαφορές».