O Ερνέστο Βαλβέρδε την εποχή των επιτυχιών του στον Ολυμπιακό. Τώρα αναλαμβάνει την Μπαρτσελόνα | ΙΝΤΙΜΕΝΕWS/ΜΠΙΡΝΤΑΧΑΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ
Επικαιρότητα

Ενας αντι-σταρ στον γαλαξία της Μπαρτσελόνα

Αθόρυβη δουλειά, χαλαρές οικογενειακές στιγμές, βόλτες στα σοκάκια του Μπιλμπάο, ένα τραγούδι με την κιθάρα του, ένα ποτήρι κρασί με καλή παρέα, χιλιάδες φωτογραφίες. Αυτός είναι ο δικός του «παράδεισος», που η ξελογιάστρα Μπαρτσελόνα τον έπεισε να εγκαταλείψει για χάρη της
Sportscaster

Ο 65ος προπονητής στην ιστορία της Μπαρτσελόνα, ο οποίος θα ενθρονιστεί την Πέμπτη με δόξα και τιμή, είναι ένας από τους ελάχιστους τεχνικούς στον Κόσμο που δεν θα… σκότωναν για τη θέση. Κάθε άλλο. Αυτή τη μέρα που (σχεδόν) όλοι οι συνάδελφοί του κάποτε ονειρεύτηκαν -να «διατάζουν» τον Μέσι-, ο Ερνέστο Βαλβέρδε την απαρνήθηκε τρεις φορές στο παρελθόν, προτού πει το μεγάλο «ναι». Η τελευταία ήταν πριν από τρία χρόνια. Οταν ο τότε τεχνικός διευθυντής του συλλόγου (και επιστήθιος φίλος του), Αντονι Θουμπιθαρέτα, του έκανε την πρόταση, ο Βαλβέρδε ούτε που το συζήτησε: «Εχω συμβόλαιο με την Μπιλμπάο, και τις συμφωνίες μου τις τηρώ πάντα». Αλλά, όπως έχει πει η Γκόλντι Χόουν, συχνά συναντάς τη μοίρα σου στο μονοπάτι που αποφεύγεις.

Ο δικός του «παράδεισος» δεν έχει την παραμικρή σχέση με όσα θα ζήσει ως προπονητής αυτής της θαυμάσιας ομάδας. Βρίσκεται στις όχθες του ποταμού Ρία ντε Μπιλμπάο, στο σπίτι του, δίπλα στη σύζυγό του και τα τρία τους παιδιά. Στα γραφικά καφέ της ήσυχης γειτονιάς του. Στις καθαρές ματιές των ανθρώπων γύρω του. Σε ένα τραγούδι που θα παίξει στην κιθάρα του. Σε ένα ποτήρι καλό κρασί, παρέα με τον πασίγνωστο -στην Ισπανία- μουσικό, Ρούπερ Ορντορίκα, που είναι «κολλητός» του και τον έχει μυήσει στη μουσική. Στη φωτογραφική του μηχανή που απαθανατίζει ό,τι του κάνει «κλικ», ακόμα και μέσα στο γήπεδο.

O Ερνέστο Βαλβέρδε, ως ποδοσφαιριστής, με την φανέλα της Μπαρτσελόνα

Οταν δούλευε στον Ολυμπιακό, κανένας από τους πέντε τίτλους που κατέκτησε -τρία Πρωταθλήματα (2009, 2011, 2012) και δύο Κύπελλα (2009, 2012)- δεν τον έκανε τόσο περήφανο, όσο εκείνη η έκθεση στο Κέντρο Σύγχρονης Τέχνης «Ιλεάνα Τούντα» με τις εικόνες που «τράβηξε» στα ελληνικά γήπεδα. Ασπρόμαυρες, μελαγχολικές σαν το βλέμμα του, με πρόσωπα σκυθρωπά και αντικείμενα που αναρωτιόσουν γιατί τον ενέπνευσαν. «Αυτή είναι από την ημέρα που νικήσαμε…». «Εδώ, μόλις έχουμε χάσει…». Υπήρξαν κι άλλες φωτογραφίες του, που δεν μας έδειξε ποτέ. Στις ελεύθερες ώρες του έπαιρνε τη μηχανή του, έμπαινε στο αυτοκίνητό του και κινούσε προς άγνωστη κατεύθυνση. Κάπου στην εξοχή. Στη Βαρκελώνη, ο φακός του θα… ξετρελαθεί. Μόνο που, εκεί, δεν θα έχει χρόνο για τέτοια. Για τίποτ’ άλλο πέρα από το ποδόσφαιρο.

Την μπάλα τη λατρεύει, είναι υπόδειγμα επαγγελματία, όμως, παντού και πάντα, φρόντιζε να μη γίνει δούλος της δουλειάς του. Οσο κουραστική κι αν ήταν η μέρα του, θα πήγαινε μια βόλτα στα σοκάκια της Πλάκας, στο Μοναστηράκι για να αγοράσει φωτογραφικές μηχανές – αντίκες ή στο Καβούρι για να φάει το ψαράκι του δίπλα στη θάλασσα. Οταν εργαζόταν κοντά στο σπίτι του, στην Ατλέτικ Μπιλμπάο (έξι από τα 15 χρόνια της προπονητικής του καριέρας), σπανίως έβγαινε χωρίς την οικογένειά του. Η ευτυχία του είναι τα απλά, καθημερινά πράγματα δίπλα στους αγαπημένους του ανθρώπους. Δεν τον δελέασαν τα ρούβλια και τα πετροδόλαρα που του πρόσφεραν σύλλογοι από τη Ρωσία και τα Εμιράτα, απεχθάνεται τη δημοσιότητα, οι φιλοδοξίες του ποτέ δεν τρύπησαν τον ουρανό, και -εκτός γηπέδου- θέλει να ζει ελεύθερος. Τότε, γιατί δέχτηκε να σταθεί στο κέντρο του ποδοσφαιρικού κόσμου;

Πόσο θα βοηθήσει τους «αστέρες» της Μπάρτσα η άφιξη του νέου προπονητή;

Η αλήθεια είναι, πως είχε αποφασίσει να μην εργαστεί την προσεχή σεζόν (2017-2018). Οχι μόνο για να ξεκουραστεί, για να μοιραστεί περισσότερο χρόνο με τους δικούς του, αλλά και γιατί ήθελε να είναι διαθέσιμος, σε περίπτωση που τον καλούσε κάποιος αγγλικός σύλλογος. Αυτό είναι το όνειρό του: να ζήσει την εμπειρία της Premier League. Οταν, όμως, δέχτηκε το πρώτο τηλεφώνημα από τη Βαρκελώνη, όλοι «έπεσαν πάνω του». Ο μάνατζέρ του, οι «αιώνιοι» συνεργάτες του, ακόμα και η σύζυγός του: «Δεν μπορείς να αρνηθείς. Οχι πάλι. Και σίγουρα όχι με αυτή την αστεία δικαιολογία της… αγρανάπαυσης». Με τα πολλά, τον ξελόγιασαν. Εξουσιοδότησε τον ατζέντη του, τον Ιμπάνιεθ, να κανονίσει τα πάντα εν λευκώ. Ούτε για την αμοιβή του δεν συζήτησαν. Του έθεσε μόνο δύο απαράβατους όρους: η χρονική διάρκεια του συμβολαίου θα είναι διετής, το πολύ, και θα δουλέψουν κοντά του ο Γιον Ασπιάθου και ο Χοσέ Ποθάνκο. Οπως πάντα.

Ο Ασπάθιου είναι ο… αιώνιος βοηθός του. Αγριος και φωνακλάς. Ο Ποθάνκο είναι ο γυμναστής – βασανιστής, ίσως ο μόνος στο σύγχρονο ποδόσφαιρο που εκτελεί και ο ίδιος όλες τις ασκήσεις μαζί με τους παίκτες. Ο Βαλβέρδε, σπανίως επεμβαίνει στις προπονήσεις. Είτε για να πει ένα «μπράβο», είτε για να εξηγήσει σε κάποιον ποδοσφαιριστή κάτι που δεν κατάλαβε σωστά. Πάντοτε με το χαμόγελο στα χείλη. Ακόμα κι όταν σηκώνει το δεξί του χέρι δείχνοντας τα δάχτυλά του. Οσα τα δάχτυλα, τόσα (χιλιάρικα) και το πρόστιμο. Από κάποια στιγμή κι έπειτα, η τιμωρία παύει να είναι οικονομικής φύσεως. Ιδίως όταν τα παραπτώματα έχουν να κάνουν με την τεμπελιά ή την αδιαφορία για την ομάδα.

Από το γήπεδο «Γ. Καραϊσκάκης»… στο Καμπ Νου

Την αξία της πειθαρχίας, όπως κι όλα τ’ άλλα, ο Βαλβέρδε τη διδάχθηκε όταν έπαιζε στην Μπαρτσελόνα (1988-1990), από τον Γιόχαν Κρόιφ. Σε αυτή τη διετία μέτρησε μόλις 29 συμμετοχές. Λόγω των αλλεπάλληλων τραυματισμών που τον ταλαιπώρησαν, ο Βάσκος κάθισε αμέτρητες φορές στον πάγκο, δίπλα στον θρυλικό Ολλανδό. Πού να το φανταστεί, τότε, ότι αυτή η «ατυχία» θα ήταν η μεγάλη του τύχη στα χρόνια που θα ακολουθούσαν… Τον παρακολουθούσε όπως ο μαθητής τον δάσκαλο. Ακουγε τις εντολές του προς τους παίκτες, τις παρατηρήσεις του προς τους συνεργάτες του, μελετούσε τις κινήσεις και τις αντιδράσεις του στα παιχνίδια. Αυτές οι εμπειρίες, οι εικόνες, αποτέλεσαν τη βάση πάνω στην οποία έχτισε την προπονητική του καριέρα. Στην Μπιλμπάο, στην Εσπανιόλ, στον Ολυμπιακό, στη Βαλένθια, ακόμα και στη Βιαγιαρεάλ (τη μοναδική ομάδα από την οποία απολύθηκε ύστερα από έξι μήνες), ο Βαλβέρδε έπαιξε ποδόσφαιρο κατοχής, με επιθετικό πνεύμα και ολλανδικό τρόπο ανάπτυξης.

Αν και έζησε στο «Καμπ Νου» μόνο δύο χρόνια, ο Βαλβέρδε ήταν για την Μπαρτσελόνα «άνθρωπος του σπιτιού». «De la casa», που λένε οι Ισπανοί. Αυτό συνέβη, κυρίως, επειδή ο Βάσκος δεν εγκατέλειψε ποτέ τις αγωνιστικές αρχές του συλλόγου – αλλά και γιατί βρέθηκαν σημαντικές προσωπικότητες των «μπλαουγκράνα» να το θυμίζουν στη διοίκηση και στους οπαδούς, όλα αυτά τα χρόνια. Περισσότερο απ’ όλους, ο Τσίκι Μπεγκιριστάιν και ο Αντονι Θουμπιθαρέτα. Αλλά και ο ίδιος ο Κρόιφ. Το 2012, σε μία συνέντευξή του στην El Mundo, του είχε κάνει το απόλυτο κομπλιμέντο: «Αν ήμουν οπαδός της Εσπανιόλ, θα πήγαινα στο γήπεδο για να δω την ομάδα του Βαλβέρδε. Μου αρέσουν οι ομάδες που φτιάχνει, είναι ένας από τους καλύτερους ισπανούς προπονητές». Για όποιον θα ήθελε να δουλέψει, κάποτε, στην Μπαρτσελόνα, καλύτερη σύσταση δεν θα μπορούσε να υπάρξει.

Στην Ελλάδα, λίγο έλειψε να μας έρθει από το 2006. Τον είχε προτείνει στην ΑΕΚ ο Ιλια Ιβιτς, όμως ο Ντέμης Νικολαΐδης άργησε να το αποφασίσει. Ο Βαλβέρδε είχε συμφωνήσει, στο μεταξύ, με την Εσπανιόλ. Δύο χρόνια αργότερα, πάλι ο Ιβιτς, τον πήγε στον Ολυμπιακό του Σωκράτη Κόκκαλη. Ο βάσκος τεχνικός κόμισε στον Πειραιά ιδέες που -εκείνη την εποχή- είχαν θεωρηθεί «τρελές». Κανένας άλλος προπονητής δεν είχε ζητήσει από τους κεντρικούς αμυντικούς να ανεβαίνουν έως τη μεσαία γραμμή για να μαρκάρουν τους αντιπάλους τους. Στη δεύτερη θητεία του στον Ολυμπιακό, επί Μαρινάκη (2010-2012), για πρώτη φορά ακούσαμε όρους όπως οι «υπεραρυθμίες στο πλάι», τα «μεσοδιαστήματα», το αμυντικό και το επιθετικό transition. Στην τελευταία του σεζόν στα μέρη μας, ο Βαλβέρδε τους είχε διδάξει πέντε έξι διαφορετικές κομπίνες για… τα κόρνερ. Ο άνθρωπος ήταν πολύ μπροστά – μας ήταν αδύνατο να τον παρακολουθήσουμε.

Ο Ερνέστο Βαλβέρδε μπροστά στην μεγαλύτερη πρόκληση της καριέρας του

Ο Βαλβέρδε παραλαμβάνει την Μπαρτσελόνα σε μία μεταβατική περίοδο, με αρκετές εγγενείς αδυναμίες. Οι κρόταφοι του Αντρές Ινιέστα έχουν γκριζάρει και οι αντοχές του έχουν λιγοστέψει. Ο Λιονέλ Μέσι, που σε λίγες μέρες γίνεται 30, πρέπει να προστατευθεί από τη φθορά του χρόνου. Οι ελλείψεις στο ρόστερ, ιδίως σε αξιόμαχους αναπληρωματικούς, είναι κραυγαλέες. Η Masia σταμάτησε να βγάζει μεγάλα ταλέντα. Η άμυνα και οι γραμμές υποστήριξης των «MSN» δεν λειτουργούν ικανοποιητικά. Ολα αυτά μπορεί να μην τρομάζουν τον «Τσινγκούρι» («μυρμήγκι»), που είναι πιο… προπονητής απ’ όλους όσοι πέρασαν από το «Καμπ Νου» μετά τον Γκουαρντιόλα. Τα υπόλοιπα, όμως, πώς -και πόσο- θα τα αντέξει;

Αυτός ο συνεσταλμένος -σχεδόν ντροπαλός- χαρακτήρας, που προσπαθεί να κάνει τη δουλειά του αθόρυβα και χωρίς πίεση, απολαμβάνοντας, παραλλήλως, τις χαρές της ζωής, θα αντιμετωπίσει τώρα τους χειρότερους εφιάλτες του. Πρώτα απ’ όλα, έναν οργανισμό που δεν ανέχεται τίποτα λιγότερο από το τέλειο – και δεν θα του αφήσει ούτε λεπτό προσωπικού χρόνου. Δεύτερον, τους καταλανούς δημοσιογράφους που θα απαιτούν απαντήσεις για όλα, θα παρακολουθούν και θα σχολιάζουν ακόμα και την ανάσα του (από τότε που έφυγε από τον Ολυμπιακό, το καλοκαίρι του 2012, έχει δώσει μόνο μία συνέντευξη). Και, τρίτον, τις «διαρροές» για ό,τι συμβαίνει στα αποδυτήρια και στις προπονήσεις, που μέσα σε λίγα λεπτά γίνονται πρωτοσέλιδες ειδήσεις σε όλο τον Κόσμο. Ενας παράταιρος με το ποδοσφαιρικό σταρ-σίστεμ άνθρωπος θα γίνει το κέντρο του ποδοσφαιρικού γαλαξία.

Το πείραμα έχει ρίσκο, όμως ο Βαλβέρδε έχει τον τρόπο του να επιβιώσει. Εχει ένα σχέδιο για το κάθε τι, δεν δημιουργεί εντάσεις, ξέρει να κρατάει τον Τύπο σε απόσταση με ευγένεια, είναι συμπαθής σε όλους, είναι δίκαιος, είναι κύριος. Είναι μία ήρεμη δύναμη, που η σημερινή Μπαρτσελόνα έχει μεγάλη ανάγκη. Μόνον ο Σωκράτης Κόκκαλης (και η Βιγιαρεάλ) δεν τον είχε σε μεγάλη εκτίμηση. Σε μία αλησμόνητη συνέντευξη Τύπου, όταν ο προπονητής είχε εκδιωχθεί από τον Ολυμπιακό, ο τέως πρόεδρος των «ερυθρολεύκων» είχε απευθύνει στους δημοσιογράφους την εξής (ρητορική) ερώτηση: «Πείτε μου εμένα, πότε ο Βαλβέρδε θα ξαναδεί Πρωτάθλημα και Κύπελλο στη ζωή του; Πότε θα ξαναδεί αυτό το πράγμα που έζησε στον Ολυμπιακό;».