Στο 50% εκτιμά ότι θα μειωθεί η μεταδοτικότητα του κορονοϊού ο δημιουργός του πρώτου υποψήφιου εμβολίου που αναμένεται να λάβει έγκριση, κάτι που, όπως ισχυρίζεται, προκύπτει από τα αποτελέσματα των ενδιάμεσων κλινικών μελετών. Αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα, εξηγεί ο πρόεδρος και συνιδρυτής της BioNTech, Ουγκούρ Σαχίν, δραματική μείωση των περιστατικών.
Η γερμανική εταιρεία BioNTech σε συνεργασία με την αμερικανική φαρμακευτική Pfizer είχαν ανακοινώσει την περασμένη εβδομάδα ότι το υποψήφιο εμβόλιό τους για την Covid-19 φάνηκε να είναι κατά 90% αποτελεσματικό: σε αυτό το (υψηλό) το ποσοστό μας προστατεύει από τον κορονοϊό.
«Από την περαιτέρω ανάλυση στα αποτελέσματα των κλινικών δοκιμών αναμένουμε να φανεί ότι ο εμβολιασμός θα μπορούσε να μειώσει τη μεταδοτικότητα της νόσου μέχρι και 90%», βεβαίωσε ο ίδιος μιλώντας σε τηλεοπτική εκπομπή του BBC, όπως γράφει ο Guardian.
Παράλληλα, εξηγεί ότι πρέπει να επιτευχθεί ευρεία εμβολιαστική κάλυψη για να φτάσουμε σε αυτό το ποσοστό, κάτι που ενδέχεται να γίνει σε ένα χρόνο.
«Είμαι βέβαιος ότι η μετάδοση μεταξύ των ανθρώπων θα μειωθεί με ένα τόσο αποτελεσματικό εμβόλιο. Ισως όχι στο 90%, αλλά πιθανώς στο 50% στην πρώτη φάση. Ωστόσο, ακόμη και ένα τέτοιο ποσοστό θα φέρει δραματική μείωση στον αριθμό των κρουσμάτων», εξηγεί.
Αν όλα συνεχίζουν να πηγαίνουν καλά, είπε, το εμβόλιο θα παραδοθεί στα κράτη «στα τέλη αυτής της χρονιάς ή στις αρχές της επόμενης».
Στόχος είναι να παραδοθούν 300 εκατομμύρια δόσεις μέχρι τον επόμενο Απρίλιο, που θα φέρουν τα πρώτα αποτελέσματα.
«Το καλοκαίρι θα είναι βοηθητικό για εμάς, γιατί ο ρυθμός των μολύνσεων θα σημειώσει πτώση και είναι απόλυτα κρίσιμο να επιτύχουμε αύξηση των ποσοστών εμβολιασμών έως ή πριν από το φθινόπωρο και τον χειμώνα της επόμενης χρονιάς».
Η αποτελεσματικότητα σε μεγάλες ηλικίες
Σε ερώτηση για το αν το εμβόλιο είναι το ίδιο αποτελεσματικό στους μεγαλύτερους σε ηλικία όσο και στους νέους, ο καθηγητής Σαχίν είπε ότι θα έχει καλύτερη εικόνα μέσα στις επόμενες τρεις εβδομάδες.
Παράλληλα, διευκρίνισε πως δεν ξέρει για πόσο μεγάλο χρονικό διάστημα, μετά τη δεύτερη δόση, θα διαρκεί η ανοσία, αλλά υποστήριξε ότι η επιμήκυνσή της «δεν μπορεί να είναι τόσο περίπλοκη», αν αποδειχθεί ότι περιορίζεται μετά το ένα έτος. Κάτι που σημαίνει ότι ενδέχεται να κάνουμε το εμβόλιο κάθε χρόνο, όπως γίνεται με αυτό της εποχικής γρίπης.
Ο καθηγητής τόνισε ότι οι βασικές παρενέργειες του εμβολίου είναι ο πόνος στο σημείο όπου έγινε η ένεση για μερικές ημέρες, ενώ κάποιοι συμμετέχοντες παρουσίασαν χαμηλό πυρετό για το ίδιο χρονικό διάστημα.
«Δεν είδαμε άλλες σημαντικές επιπτώσεις που θα οδηγούσαν στην παύση ή στη διακοπή της έρευνας», πρόσθεσε.