Το βουνό και η φωτιά

Τα «καντηλάκια» που παραμονεύουν στο σκοτάδι προειδοποιούν για αναζωπυρώσεις. Οι πυροσβέστες δέχονται οδηγίες από το κέντρο και εφαρμόζουν κατά γράμμα τις οδηγίες. Γενναίοι άνθρωποι. Δίπλα τους δεκάδες εθελοντές.

Γιώτα Παναγιώτου

Δεν τρέχω στο βουνό. Θέλει πνευμόνια και γερά γόνατα. Και μια σαφή τάση να βασανίσεις λίγο παραπάνω τον καλομαθημένο εαυτό σου. Το απέφευγα συνειδητά. Αλλά μου άρεσε κάποιες Κυριακές να κόβω δρόμο από την Αγίου Νεκταρίου και να σκαρφαλώνω στα μονοπάτια του Υμηττού, πάνω από το σπίτι μου στην Άνω Γλυφάδα.

Και δεν ήμουν η μόνη, φυσικά. Οικογένειες με χαρούμενα παιδάκια, ζευγάρια που έφερναν τα σκυλιά τους για βόλτα, ποδηλάτες και επίδοξοι αθλητές, ξεχύνονταν στο βραχώδες σκηνικό. Την άνοιξη μύριζε πράσινο χόρτο και θυμάρι. Τα καλοκαίρια, χώμα και πεύκο. Γλύκαινε ο αέρας το φθινόπωρο, μα σου χαστούκιζε κρύος κι ορμητικός το πρόσωπο τον χειμώνα, πίσω από την ομίχλη και τα γκρίζα σύννεφα.

Κι όπως περπατούσες σε χαιρετούσαν σκανταλιάρες, δήθεν τρομαγμένες μικρές πέρδικες και βαριεστημένες χελώνες. Άκουγες το σύρσιμο από τις μικρές σαύρες και καμιά φορά σου έκλεινε το μάτι κάποια κοκκινότριχη πονηρή αλεπουδίτσα, με φουντωτή, παιχνιδιάρα ουρά. Κι όταν κουραζόσουν έκανες μια στάση στο εκκλησάκι της Αγίας Ειρήνης, με την υπέροχη θέα και τα τσιμεντένια καθίσματα.

Τώρα που κοιτάζω τον τόπο μπροστά μου να φλέγεται, αναρωτιέμαι αν όλοι αυτοί οι συνοδοιπόροι βρήκαν καταφύγιο. Από τη φωτιά. Από τον πυκνό καπνό. Από τον φόβο. Κι ελπίζω, εύχομαι ότι το ένστικτό τους τα καθοδήγησε σωστά. Τουλάχιστον είχαν τη δυνατότητα να τρέξουν μακριά. Τα δέντρα όμως; Αυτά που με κόπο φυτεύτηκαν στις αναδασώσεις; Τα μικρά πράσινα μωρά που μεγάλωναν, καθώς ο χρόνος περνούσε κι εμείς χαιρόμασταν που νικήσαμε το μαύρο;

Νικιέται άραγε ποτέ πραγματικά; Τα «καντηλάκια» που παραμονεύουν στο σκοτάδι προειδοποιούν για αναζωπυρώσεις. Οι πυροσβέστες δέχονται οδηγίες από το κέντρο και εφαρμόζουν κατά γράμμα τις οδηγίες. Γενναίοι άνθρωποι. Φτιαγμένοι από ένα απίστευτο υλικό που τους κάνει να αντιστέκονται πεισματικά σε ένα θηρίο όπως η φωτιά. Δε μετριέται η δύναμη που κρύβει ο άνθρωπος μέσα του. Το διαβάζεις στο βλέμμα τους. 

Δίπλα τους δεκάδες εθελοντές. Οι περισσότεροι πολύ νεαροί. Στην ίδια ηλικία με τα μικρά δέντρα. Αδέρφια δίδυμα. Και πώς να μην τρέξεις να βοηθήσεις το αίμα σου. Δεν προλάβαμε, μου λένε ξανά και ξανά. Ο αέρας δυνατός. Οι εστίες πολλές. Σαν κάποιος να γελούσε ειρωνικά εις βάρος μας.

Καλοκαίρι 2015. Ο Υμηττός καίγεται πάλι. Μαζί του και κάποια σπίτια. Η Ιστορία επαναλαμβάνεται. Ως τραγωδία. Χάθηκαν τα ωραία μας Σαββατοκύριακα στις φλόγες. Μύρισε ο αέρας κάρβουνο και καταστροφή. Δεν είμαι σίγουρη αν τα μάτια δακρύζουν από τον καπνό ή από τη βαριά απώλεια. Ξέρω όμως ότι όταν τελειώσει το κακό, θα ανασυνταχτούμε. Θα βρεθούμε και πάλι στις πλαγιές. Με φτυάρια και δενδρύλλια. Να κλείσουμε τις πληγές του βουνού που αγαπάμε, με νέα βλαστάρια. Σύντομα. Υπόσχεση.