«Αύριο, πρώτα ο θεός, θα βράσω φακές», έλεγε η γιαγιά μου και μετά κοιτούσε το ημερολόγιο και σαν προσευχή την άκουγα να ψιθυρίζει πως σε τρεις μέρες, «πρώτα ο θεός», το καράβι που έχει μπαρκάρει ο θείος μου, θα πιάσει Βραζιλία και κείνη θα μπορέσει για δυο μέρες να κοιμάται ήσυχη πως το παιδί της πατάει στεριά. Και κάπως έτσι μεγάλωσα με την εντύπωση πως ο θεός είναι παντού κι έχει λόγο κι άποψη για τα πάντα γύρω μας. Απ' το τι θα φάμε αύριο ως το πότε θα κάνει καλές θάλασσες για τους ναυτικούς.
Κι ύστερα είχαμε και τους βίους των αγίων. Τα μαρτύρια της Αγίας Ειρήνης εναλλάσσονταν στις αναγνωστικές μου προτιμήσεις με τη σταχτοπούτα. Πότε με κοίμιζε η γιαγιά Νίκω με τα τρία γουρουνάκια και πότε με παλουκωμένους μάρτυρες που υπέφεραν για την πίστη τους και τους έχουμε (τρομαχτικές) εικόνες πάνω απ' το κρεβάτι μας. Ακόμη και σήμερα, σχεδόν τριάντα χρόνια μετά, που και που έρχονται στα όνειρά μου εικόνες από βασανιστήρια τόσο φρικτά που μόνο με τους βίους των αγίων μπορώ να τα συνδέσω.
Τι θέλω να πω; Θέλω να πω πως η Ελλάδα κι ο λαός της βρίσκονται σε μια φάση μετάβασης. Το 'να πόδι στη βάρκα του μέλλοντος, του ορθού λόγου, της ψηφιακής εποχής, των gadget, των απολαύσεων και το άλλο ακόμη στο σταυροκόπημα κάθε που περνάς από εκκλησία ή σε σουαρέ με μέλλουσες μαμάδες να αναρωτιούνται αν κάνει να φάνε χταπόδι μη βεντουζάρει το πλοκάμι στο έμβρυο κι αν επιτρέπεται να τις επισκεφθεί, όταν γεννήσουν, γυναίκα με περίοδο ή θα κάνει σημάδι το μωρό.
Κι ενώ η πρώτη μου αντίδραση κοιτώντας τους ανθρώπους που σπεύδουν να προσκυνήσουν στον Άγιο Σάββα το λείψανο της Αγίας Βαρβάρας είναι να σκεφτώ πόσο κοντά είμαστε σε μια χριστιανική βερσιόν της Τεχεράνης, το δάχτυλο δεν θα το κουνήσω δασκαλίστικα. Δεν πάνε άλλωστε και τόσα χρόνια που βρέθηκα η ίδια να κάνω τάματα έξω από ένα δωμάτιο εντατικής, απορώντας με τον εαυτό μου για τη στροφή στα θεία (στα δύσκολα). Οι αμερικάνοι λένε «whatever works» κι είμαι η τελευταία που θα πω σ' έναν καρκινοπαθή να μην γραπωθεί απ' ό,τι τον ανακουφίζει έστω και παροδικά μπροστά στον τρόμο ενός πιθανού τέλους. (Τώρα, το πώς διαχειρίζεται η Πολιτεία το όλο θέμα και τα συναφή του βεβαίως είναι μια συζήτηση ολότελα διαφορετική…)
Σκέφτομαι μόνο πως, αν κληθώ μεθαύριο να νανουρίσω ένα μωρό, θα προτιμήσω τα παραμύθια του Τριβιζά κι αν με ρωτήσει τι κάνει την θάλασσα να αγριεύει θα του εξηγήσω πώς λειτουργούν οι άνεμοι και τα ρεύματα. Και κάπως έτσι, σιγά σιγά, θα πατήσουν και τα δύο πόδια στη βάρκα του μέλλοντος.
Κι όλοι εσείς που δηλώνετε ευθαρσώς πως έχετε ήδη επιβιβαστεί σ' αυτήν, αναρωτηθείτε πότε ήταν η τελευταία φορά που ζητήσατε από κάποιον να σας ξεματιάσει, πόσες εικονίτσες έχετε στο αυτοκίνητο, κι αν πίνετε αγιασμό κάθε που είναι Φώτα και τον φέρνει η ελληνίδα μάνα όλο λαχτάρα για το καλό μας.