Η αντίληψη ότι για τον θάνατο ενός ανθρώπου στην Πλατεία Συντάγματος, ή στο Κτίριο της Marfin, ή στη συμβολή των οδών Τζαβέλα και Μεσολογγίου, ευθυνόμαστε πάντα, γενικώς και αορίστως, «όλοι» ως μέλη μιας άδικης κοινωνίας, διαστρεβλώνει μια απλή μα θεμελιώδη έννοια, που ποτέ δεν ευδοκίμησε σε αυτή τη χώρα: την έννοια της προσωπικής ευθύνης.
Η έννοια αυτή βέβαια για να μπολιάσει στην σκέψη ενός ανθρώπου, θα πρέπει αυτός να είναι σε θέση να ξεχωρίζει τον εαυτό του από τους άλλους. Θα πρέπει να γνωρίζει ποιοι είναι οι πραγματικοί λόγοι που επιλέγει, ψηφίζει, διαμαρτύρεται, χειροκροτεί ή επικροτεί οτιδήποτε -πέραν του ότι έτσι έκαναν, ή έτσι κάνουν, «όλοι».
Τα παραδείγματα μετάθεσης ευθυνών στους «πάντες», από όσους φέρουν ιδεολογικές ή κομματικές παρωπίδες, είναι πάρα πολλά, και προϋπήρχαν της τρόικας. Είναι χαρακτηριστικό κάθε φασίζουσας ιδεολογίας να αγνοεί το βάρος της προσωπικής ευθύνης, και να παρουσιάζει τα πάντα ως να πηγάζουν από κάποια μεταφυσική δύναμη (την Δυτική Κοινωνία, την μία ή την άλλη Φυλή, την τάδε ή την δείνα Πίστη, τους Λευκούς, τους Μαύρους, τους Εβραίους, τις Γυναίκες, τους Δημοσιογράφους, τους Άθεους, ή τους Διανοούμενους). Είναι επίσης σταθερή η απόπειρα αλλοίωσης βασικών κανόνων της γλώσσας, στην οποία συστηματικά επιδίδεται ο λαϊκισμός, για να παγιωθεί στη συνείδηση του κοινού, μια ιδέα που στερείται βάσης.
Για να χαρακτηριστεί, λόγου χάριν, μια πατάτα ως βραστή ή ψητή, θα πρέπει καταρχάς, να είναι πατάτα. Για να αποφανθούμε αν μια δολοφονία είναι του κοινού ποινικού δικαίου, ή ιδεολογική, θα πρέπει καταρχάς, να είναι δολοφονία. Αν η «πατάτα» δεν είναι πατάτα, αλλά κολοκύθι, αν η «δολοφονία για την οποία όλοι ευθυνόμαστε» αφού «μαζί οπλίσαμε το χέρι ενός ανθρώπου», δεν είναι δολοφονία, αλλά αυτοχειρία, δεν παραπλανούμε μόνο αυτόν που μας ακούει: ευτελίζουμε την επιλογή ενός ανθρώπου που για λόγους που μπορεί να γνωρίζουμε, αλλά μπορεί και όχι, έβαλε τέλος στην ίδια του τη ζωή.
Όσοι βλέπουμε καθημερινά και προσπαθούμε με την επιστήμη μας να βοηθήσουμε, όσο μπορούμε, ανθρώπους σε κατάσταση απελπισίας, ή έχουμε βρεθεί μόνοι σε ένα δωμάτιο με κάποιον που επιχείρησε ή σκέφτεται ν’ αυτοκτονήσει, γνωρίζουμε ότι οι μεγαλοστομίες και τα πολιτικά παραμύθια δεν βοηθούν κανένα, ότι δεν υπάρχουν συνταγές ευτυχίας, ότι κάθε άνθρωπος είναι ξεχωριστός, και αξίζει τον απόλυτο σεβασμό μας για τις επιλογές του, τις ουσιαστικές, ψυχικές και κοινωνικές ανάγκες του, και την προσπάθεια που κάνει να ζήσει μια αξιοπρεπή ζωή.
Ας επενδύσουμε λοιπόν στην ψυχραιμία και την κριτική σκέψη, αποφεύγοντας την επίκληση αφορισμών, κι ας προσπαθήσουμε να αναλάβουμε ο καθένας τις πραγματικές ευθύνες μας για ό,τι πράττουμε, ή αναβάλουμε διαρκώς να κάνουμε. Αυτό θα ήταν μια καλή αρχή.