Μία από τις κακές συνήθειες του ΣΥΡΙΖΑ, ίσως η χειρότερη, είναι να επιλέγει με ποιους θα μιλάει και με ποιους όχι, παίρνοντας κάθε φορά υπόψιν του μόνο μία πλευρά ή μία πτυχή της δραστηριότητας του προσώπου που θέλει να αποκλείσει από τον δημόσιο διάλογο. Έτσι, πρόσφατα, ο ΣΥΡΙΖΑ ανακοίνωσε ότι δεν μιλάει με τον πρόεδρο του ΣΕΤΕ, Ανδρέα Ανδρεάδη, έναν από τους σημαντικότερους επιχειρηματίες του ελληνικού τουρισμού. Από τον κ. Ανδρεάδη και τον οργανισμό του πάντα έχει να μάθει κανείς κάτι χρήσιμο. Και το χρήσιμο στον τουρισμό δεν έχει να κάνει μόνο με την τρόικα και τον κατώτερο μισθό της ΓΣΣΕ, που ο ΣΥΡΙΖΑ -και αλλοι είναι αλήθεια- «χρεώνουν» στον κ. Ανδρεάδη.
Χθες, την ώρα που ο πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς δεχόταν τον διευθύνοντα σύμβουλο του τουριστικού κολοσσού Peter Long, για να συζητήσουν μεταξύ των άλλων για την διεύρυνση της τουριστικής περιόδου, στο 13ο συνέδριο του ΣΕΤΕ συζητιόταν το θέμα της άμβλυνσης της εποχικότητας.
Εκεί, μια ομάδα ειδικών, υπό τον ομότιμο καθηγητή και γενικό διευθυντή του Ινστιτούτου Τουριστικών Ερευνών και Προβλέψεων (ΙΤΕΠ) Γεράσιμο Ζαχαράτο, παρουσίασε μια μελέτη για την εποχικότητα που καταλήγει σε ενδιαφέροντα συμπεράσματα:
«… Θα εξετάσουμε την εποχικότητα της τουριστικής κίνησης για την Ελλάδα, την Ισπανία, την Ιταλία, την Πορτογαλία και την Κύπρο, κατά το διάστημα 2000-2012. …Παρουσιάζεται η διαχρονική μεταβολή της μηνιαίας κατανομής των αφίξεων σε καταλύματα για το σύνολο του τουρισμού, τον εσωτερικό τουρισμό και τον εισερχόμενο τουρισμό. Παρόλο που… προκύπτει η όξυνση του φαινομένου της εποχικότητας σε όλες τις χώρες, παρατηρούμε, ωστόσο, ότι αυτή η όξυνση είναι σημαντικά εντονότερη στην Ελλάδα. Ακόμα και ο εσωτερικός τουρισμός εμφάνιζε σχετικά μικρή εποχικότητα στην Ελλάδα το 2000 σε σχέση με τις εξεταζόμενες χώρες, το 2012 εμφανίζει σημαντική επιδείνωση. Είναι ενδεικτικό ότι, ενώ το 2000 οι αφίξεις του συνόλου των τουριστών σε καταλύματα τους μήνες Ιούνιο-Σεπτέμβριο (μέγεθος που αντιστοιχεί σε δείκτη συγκέντρωσης) για την Ελλάδα έφτασαν στο 54,54% του συνόλου, το 2012 έφτασαν το 63,72%. Τα αντίστοιχα αποτελέσματα για την Ισπανία ήταν 45,68% και 46,91%, για την Ιταλία 49,44% και 50,21%, για την Πορτογαλία 46,38% και 48,38% και για την Κύπρο 48,80% και 54,23%, αντίστοιχα…»
Με απλά λόγια, ενώ τα έσοδα από τον τουρισμό έφτασαν με την έμμεση συμβολή του κλάδου να αποτελούν 1 στα 4 ευρώ του παραγόμενου ΑΕΠ (180 δισ.), όπως έδειξε ο επιστημονικός διευθυντής του Ινστιτούτου του ΣΕΤΕ (ΙΝΣΕΤΕ) Άρης Ίκκος, παράγονται σε όλο και «στενότερο» χρονικό διάστημα. Το πρόβλημα δεν είναι ελληνικό.
Αλλά στην Ελλάδα για μια σειρά λόγους εμφανίζεται οξύτερο. Το ΙΤΕΠ και το Ξενοδοχειακό Επιμελητήριο προτείνουν μια ειδική πολιτική με συμφωνίες τοπικών φορέων για την προσέλκυση τουριστών μεγαλύτερης ηλικίας -που μπορούν ευκολότερα να ταξιδεύουν όλες τις εποχές του χρόνου – διαίτερα για τον πολιτιστικό και θρησκευτικό τουρισμό, στον οποίο η χώρα μας βρίσκεται ακόμα πολύ πίσω.