Κύριοι δικαστές, κύριε εισαγγελεύ, στέκομαι εδώ ενώπιόν σας, για να σας δηλώσω χωρίς φόβο πια, ότι έπαιξα και έχασα. Ναι, αυτό είναι. Σας το λέω χωρίς ενδοιασμούς, όλη αυτή η, ας πούμε, περιπέτεια, δεν ήταν παρά μια ρουλέτα, που στο τέλος μου τα πήρε όλα. Και δε φοβάμαι να το πω, πόσω μάλλον, που ξέρω ότι αυτή μου η απολογία δε θα φτάσει ποτέ στα χέρια σας.
Ξεκίνησα φέρελπις ίκαρος, μπήκα στο πιο ανώδυνο κομμάτι του στρατού και με κατάλληλες διασυνδέσεις, κρατώντας πάντοτε μια ήπια συμπεριφορά, χωρίς να μιλάω πολύ δηλαδή, κατάφερα να θεωρηθώ άνθρωπος εμπιστοσύνης και να μου εμπιστευθούν την κομβική θέση του αναπληρωτή διευθυντή εξοπλισμών.
Ξέρετε πόσο σπουδαίο κατόρθωμα είναι αυτό; Απέκτησα μια ιδιότητα, που τα χρόνια τα παλιά, ξεπερνούσε σε αξία κάθε λογής δίπλωμα ή πτυχίο. «Άνθρωπος εμπιστοσύνης»: είδος σπάνιο και δυσεύρετο πλέον στη διεφθαρμένη εποχή μας.
Και στη νέα μου θέση οι προϊστάμενοί μου δεν άργησαν να εκτιμήσουν τις ικανότητές μου: τη σιωπή, την εχεμύθεια και την αθόρυβη παρουσία.
Το Υπουργείο Αμύνης, όπως ίσως έχετε πλέον καταλάβει, υπάρχει από ιδρύσεως ως ένας μηχανισμός κονόμας υμετέρων, ένα ακριβοπληρωμένο εργαλείο, θα λέγαμε, πώλησης υποκριτικού πατριωτισμού και βεβαίως ένας συντριπτικός μηχανισμός εκφοβισμού των πολιτών. Το περιβόητο αυτό υπουργείο είναι πραγματικά ανελέητο, φίλτατοι λειτουργοί της Θέμιδας, παίρνει αδιάφθορους αξιωματικούς και τους μετατρέπει σε αργυρώνητα σκύβαλα, σε ψωραλέες μαριονέτες, έρμαια των καιροσκόπων πολιτικών.
Υπηρέτησα λοιπόν, σε καιρό άφθονου χρήματος. Σε καιρό που ποσοστιαία, το κέρδος από το εύκολο χρήμα ήταν ίδιο σχεδόν για όλους όσους τζογάριζαν σε αυτό. Άλλο βέβαια αν το 10% σε προμήθεια 600 εκατομμυρίων είναι υπέρογκο σε σχέση με μια επιδότηση διακοσίων χιλιάδων. Αλλά το ποσοστό παραμένει το ίδιο, η απόδοση ανεβοκατεβαίνει.
Τα πήρα, κύριοι δικαστές, δωροδοκήθηκα, τα τσέπωσα, τα άρπαξα, τα τσάκωσα νύχτα που λένε, τα παντελόνιασα, τα μάσησα χοντρά. Έκανα τον όρκο μου στην πατρίδα λάστιχο, ώσπου στο τέλος έσπασε στα μούτρα μου. Παλιοί μου συνάδελφοι, που απέκτησαν καίριες θέσεις σε εταιρείες μετά την αποστράτευσή τους, περνούσαν και τα «λέγαμε» από το γραφείο, πίναμε κανένα καφεδάκι, μιλούσαμε για παρασκήνια, κουτσομπολιά, τέτοια, αυτά που λέει όλος ο κόσμος. Φεύγοντας ξεχνούσαν διάφορες τσάντες, φακέλους, χαρτοφύλακες γεμάτους λεφτά. Ποτέ δε γυρνούσαν να τα πάρουν. Τα έπαιρνα και τα κατέθετα σε θυρίδες, σε λογαριασμούς στη Ζυρίχη, το Λονδίνο, τη Νέα Υόρκη, σε μετοχές, ομόλογα, αμοιβαία κεφάλαια και χαρτοφυλάκια υψηλού κινδύνου. Τους τα φυλούσα, μπορείτε να τα δείτε, τα νούμερα είναι ατόφια. Λείπουν μόνο δύο εκατομμύρια, που ξόδεψα σε μια γεροντική μου αποκοτιά, με μια αιθέρια ύπαρξη. Ναι, έζησα κι εγώ για λίγο στη νιοστή, κολύμπησα για μερικές αξέχαστες ημέρες πάνω από νόμο και ενοχές, βούτηξα σε μπούτια εξωτικά και σε μονοπάτια παραισθήσεων ακριβοπληρωμένα. Αλλά σύντομα συνήλθα, και αποταμίευσα το σύνολο των, ας πούμε, μυστικών μου αμοιβών.
Μόνη μου παρηγοριά ότι δεν ήμουν ο μόνος. Και σίγουρα ήμουν ίσως, ο πιο χαμηλά μαυροαμοιβόμενος. Με όλα αυτά, υπερηφανεύομαι, ότι κατάφερα να βγω υγιής στη σύνταξη. Στον ελεύθερο χρόνο μου στο γραφείο, όπου ήταν άφθονος, δεδομένου του διακοσμητικού της θέσης μου, έγραψα και ένα βιβλίο, που μου το προλόγησαν επιφανείς προσωπικότητες της πολιτικής, αντισυστημικής και μη. Άλλωστε δεν έχω ιδεολογικούς περιορισμούς.
Νομίζετε ότι το έκανα ορμώμενος από κάποια ιδεολογία; Ότι είμαι θιασώτης του νεοφιλελευθερισμού ή κάτι τέτοιο; Μα υπάρχει ιδεολογία στη διαφθορά; Ο Αντώνης είναι αριστερός με τους αριστερούς, Μπρούκλης με τους Μπρούκληδες, επαναστάτης με τους επαναστάτες, αντιεξουσιαστής με τους αντιεξουσιαστές, όπου είναι απαραίτητος συμπαραστέκεται, συχνά αφιλοκερδώς αλλά ενίοτε και με φιλοκέρδεια.
Κύριοι δικαστές και εισαγγελείς, ξέροντας ότι ποτέ δε θα διαβάσετε αυτή την αληθινή μου απολογία, σας εκμυστηρεύομαι ότι τελικά ποτέ δεν αγάπησα αυτή τη χώρα. Είμαι πανευτυχής που εκμεταλλευόμενος αυτόν τον καινούριο νόμο, θα τα «ξεράσω» όλα, θα τους «δώσω» όλους στεγνά και θα τη βγάλω «καθαρή». Τώρα λοιπόν, που ξεζούμισα αυτή τη χώρα σα λεμονόκουπα, θα αράξω λίγο στη φυλακή, για να απολαύσω κατόπιν όσο χρόνο ζωής μου μένει, σε μια ξένη χώρα, μακριά από τα βλέμματα απαξίωσης και περιφρόνησης των συμπολιτών μου. Και σκάω στα γέλια, γνωρίζοντας, ότι την επίσημη απολογία που έκανα ενώπιόν σας, θα την τυπώσω σε ρολό για να σκουπίζω τον κώλο μου.
Λυπάμαι που δεν είναι δυνατόν ένας αντίστοιχος Σκορσέζε να γυρίσει σε ταινία και τη δική μου ιστορία. Θα ήταν μια αληθινή ευκαιρία να ξαναζωντανέψει η ελληνική μυθοπλασία και να αποκατασταθώ ως ένα επιφανές δείγμα των κουρελιασμένων καιρών μας. Όπως όμως και να έχει, να είστε καλά, από βάθους καρδίας.
Και… σας ευχαριστώ για όλα!
Σας ασπάζομαι,
Αντώνης.