Πολύ πακετάκι αυτές οι γιορτές, παίδες μου αγαπημένοι. Είχα αναλάβει να συνοδεύσω τις προάλλες το παιδάκι στο οποίο κάνω μπέιμπι σίτιγκ σε ένα άθλιο παιδικό θέατρο γιατί η μάνα του δεν μπορούσε. Είχε να χωρίσει με τον πατέρα του. Μας αγόρασε λοιπόν δυο εισιτήρια και με διέταξε να πάω το παιδί να δει θέατρο για να ανεβεί το επίπεδό του μιας και θα γίνει συντόμως παιδί χωρισμένων γονιών. (Το ότι θα κατέβαινε το δικό μου, δεν την απασχόλησε καθόλου)
Τα παιδικά θέατρα όπως ξέρετε οι έχοντες απογόνους είναι μια φοβερή φάμπρικα όπου κάποιος κάθεται και γράφει μια παπαριά με ηθικό δίδαγμα (κάνε οικονομία, τζίτζικα, γιατί το χειμώνα ο μέρμηγκας θα τρώει σατωμπριάν κι εσύ ένα κρύο φασόλι. Κι εσύ, ζωάρα κοκκινοσκουφίτσα, γιατί δεν βλέπεις ότι η γιαγιά σου είναι Λύκος;). Μετά μαζεύει μια ομάδα άνεργων ηθοποιών που κοστίζουν φτηνά ως τζάμπα και τους σκηνοθετεί ο ίδιος (δεν είναι δύσκολο, μια σκηνική οδηγία τους δίνει μόνο: να παίζουν σα να χαζοφέρνουν). Μετά ρίχνει και κάνα δυο κιλά χρωματιστά κουρέλια στη σκηνή και τυπώνει εισιτήρια. Αυτό ήταν! Μετά απλά κάθεται και περιμένει το σμήνος των γονιών που βαριέται να ψάξει ένα πραγματικό θεατρικό έργο, με πραγματικούς ηθοποιούς και ψωνίζει ό,τι βρει μπροστά του από κτηνώδη άγνοια. Ντύνει λοιπόν το βλαστάρι και το πηγαίνει να επιμορφωθεί. Όσο κρατάει το θέατρο η μαμά πηγαίνει για ένα ντρινκ στο διπλανό καφέ με την κυρία Τσούλογλου, εξίσου της κουλτούρας, και συζητάνε τι θα μαγειρέψουν για ρεβεγιόν στην πεθερά τους που έχει δυσανεξία στη λακτόζη (ποια δυσανεξία στη λακτόζη, μωρή, έχει η βλαχάρα η πεθερά σου; Με τόσο αγελαδίσιο γάλα που 'χει αρμέξει θα την κουβαλούσαν 4 μέχρι τώρα αν είχε. Face it: Σε σένα έχει δυσανεξία.)
Μπαίνουμε τέλος πάντων στην αίθουσα, καθόμαστε και περιμένουμε να αρχίσει το υπερθέαμα. Η πιτσιρίκα η δικιά μου λαλίστατη είχε πιάσει το μπίρι-μπίρι με τα διπλανά παιδάκια κι εγώ βαριέμαι τόσο που εύχομαι να τελειώσει η ζωή μου ανώδυνα πριν αναπαραχθώ. Από τη βαρεμάρα κάποια στιγμή άρχισα να κοιτάζω φάτσες αυτών που αναπαρήχθησαν για να διαπιστώσω αν είχαν κανένα αισθητικό κίνητρο σ΄ αυτή την κατεύθυνση. Είδα μανούλες με βαμμένο ξανθό μαλλί σε απόχρωση νοτίων προαστίων που παριστάνουν τα βόρεια, είδα χωρισμένους μπαμπάδες με απελπισμένο μάτι να κοιτάνε τα ρολόγια τους, είδα κάτι θείες και νονές να προσπαθούν να αρθούν στο ύψος της αθλίας περιστάσεως σαν κι εμένα, είδα γιαγιές που είχαν φέρει και βελονάκι για τα διαλείμματα (μία είχε φέρει και τάπερ με ζαμπονοτυρόπιτα).
Αυτό που με τάραξε όμως ήταν κάτι κύριοι με καμπαρντίνες, σκόρπιοι ανάμεσα στα ασυνόδευτα παιδιά. Κάτι μυστήριες φάτσες που δεν συνόδευαν παιδί αλλά φρόντιζαν να καθίσουν μακριά από τους συνοδούς. Έφαγα φλας, παίδες μου αγαπημένοι. Θυμήθηκα πως όταν ήμουν στην Αγγλία είχαν πιάσει έναν μεθύστακα που παρίστανε τον Άγιο Βασίλη στο μολ της γειτονιάς μας γιατί χούφτωνε τα παιδάκια που πηγαίνανε και βγάζανε φωτό μαζί του. Αποφάσισα να το διαπιστώσω με τα ίδια μου τα μάτια. Πήρα την μπέμπα από το χέρι και πήγα να κάτσω δίπλα σ’ έναν απ’ αυτούς στην τρίτη σειρά όπου μόνο πιτσιρίκια υπήρχαν. Ο τύπος μόλις με είδε να στρογγυλοκάθομαι δίπλα του άρχισε να στριφογυρίζει στο κάθισμά του για πέντε λεπτά. Μετά πήρε την καμπαρντίνα του και έφυγε από 'κει. Δεν έχω ιδέα πού πήγε. Ελπίζω να πήγε στο διάολο.
Γονείς μου αγαπημένοι, ανοίξτε τα μάτια σας. Μην αφήνετε το παιδί σας μοναχό να δει το παραμύθι των Χριστουγέννων, γιατί ο καλικάτζαρος κυκλοφορεί στην αίθουσα και περιμένει να του πιάσει το μπούτι. Δεν έχετε δει τα στατιστικά; Αυτός που θα κακοποιήσει το παιδάκι σας είναι κάποιος που δεν υποψιάζεστε καθόλου, ο θείος σας ο Τάκης, ο γείτονάς σας ο Μανωλάκης, ο γυμναστής του στην κατασκήνωση, ο παπάς του κατηχητικού του, ο Άι Βασίλης. Λυπάμαι που θα σας στεναχωρήσω, αλλά μερικές φορές είναι και ο ίδιος ο μπαμπάς του.