Εκστρατεία κατά της αποτέφρωσης των νεκρών ξεκινά η Εκκλησία της Ελλάδος, σε συνέχεια των έντονων αντιδράσεων, από πολλούς ιεράρχες, που προκάλεσε η επίσημη έναρξη λειτουργίας του πρώτου Κέντρου Αποτέφρωσης στη χώρα μας, στη Ριτσώνα.
Το ζήτημα απασχόλησε όπως ήταν επόμενο, και τη συνεδρίαση της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου (ΔΙΣ) στη Μονή Πετράκη η οποία αποφάσισε να ξεκινήσει εκστρατεία ενημέρωσης των πιστών μέσω διανομής φυλλαδίου.
Συγκεκριμένα στη συνεδρίαση υπό τον Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο, η ΔΙΣ αποφάσισε «την σύνταξη και την αποστολή φυλλαδίου ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΛΑΟ προς ενημέρωση όλων περί της καύσεως και της αποτεφρώσεως των νεκρών, επί του θέματος δε αυτού εμμένει ως οφείλει στην δογματική διδασκαλία της Αγίας Γραφής και της Ιεράς Παραδόσεως της Αγίας μας Εκκλησίας που τελεί υπό το φως της Αναστάσεως του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού».
«Η αποτέφρωση του σώματος δεν είναι σύμφωνη προς την πράξη και παράδοση της Εκκλησίας για θεολογικούς, κανονικούς και ανθρωπολογικούς λόγους», τονίζεται από την πλευρά της Εκκλησίας, ενώ επαναλαμβάνεται η «προειδοποίηση» ότι «όποιος επιλέγει την αποτέφρωση δεν θα τελείται νεκρώσιμος ακολουθία και μνημόσυνο ενώ επαφίεται στη διακριτική ευχέρεια του οικείου μητροπολίτου η τέλεση απλώς τρισάγιου».
Οξύτερη βέβαια ήταν η αντίδραση συγκεκριμένων μητροπολιτών, όπως του Πειραιώς Σεραφείμ, ο οποίος σε εγκύκλιό του προ ημερών ζήτησε να μην τελείται Εξόδιος Ακολουθία, ούτε επιμνημόσυνη δέηση, αν ακολουθηθεί καύση του νεκρού.
Ο ιεράρχης δίνει μάλιστα, «αποστομωτικήν απάντησι εις τας συκοφαντικάς σπερμολογίας ότι δήθεν η άρνησι της Εκκλησίας έχει οικονομικούς λόγους».
«Η επιλογή της αποτεφρώσεως είναι αμαρτία και αποδεικνύει την λανθασμένην σχέσι μας με την Εκκλησία», υπογραμμίζει ο Σεραφείμ στην εν λόγω εγκύκλιο και στο ίδιο πλαίσιο αναφέρει μεταξύ άλλων τα ακόλουθα:
«Κάθε απόκλισις από την διδασκαλία Της είναι αποξένωσις από την χάρι του ζώντος Θεού. Δι’ όσους θα επιλέξουν την καύσι του νεκρού σώματός των, μάλιστα με δημοσία δήλωσι απιστίας εις την αιώνιον ζωήν ή ασεβείας και περιφρονήσεως της Εκκλησίας ευλόγως φρονούμεν ότι δεν υπάρχει κανείς απολύτως λόγος να τελεσθή εξόδιος Ακολουθία ή επιμνημόσυνος δέησις διότι αυτό που πρέπει να σεβασθή η Εκκλησία είναι η απόρριψις της διδασκαλίας της από τον ίδιον τον μεταστάντα και όχι η ενδεχομένη επιθυμία των συγγενών, συνήθως διά κοινωνικούς λόγους, της τελέσεως επικηδείου ή επιμνημοσύνου Ακολουθίας.
»Η Εξόδιος Ακολουθία συνδέεται αρρήκτως με όρασι ανθρωπίνου σώματος και όχι τέφρας. Όλα τα τροπάρια κάμουν λόγον διά κεκοιμημένον και όχι αποτεφρωμένον, διά τελευταίον ασπασμόν και δι’ ενταφιασμόν του σώματος και όχι της τέφρας. Οπότε εξάγεται ευχερώς ότι δεν είναι δυνατόν να γίνη εξόδιος Ακολουθία προ της καύσεως, ούτε μετ’ αυτήν, εφ’ όσον εις την πρώτην περίπτωσι δεν θα ακολουθήση ταφή και εις την δευτέραν δεν θα υπάρχει σώμα.
»Η Εκκλησία ανεπηρέαστος εκ του κοσμικού πνεύματος θα εξακολουθή να κηδεύη και να ενταφιάζη τα σώματα των πιστών μελών Της, τα οποία είναι δυνατόν να αποτελούν και λείψανα διότι η αφθαρσία και η θαυματουργία των λειψάνων αποτελούν τεκμήριον θεώσεως του ανθρώπου εφ’ όσον η χάρις του Θεού διαπορθμεύεται και εις ολόκληρον το σώμα».
Ομοίως οι ιερείς στη Μητρόπολη Θηβών έχουν ξεκαθαρίσει ότι δεν θα δεχθούν να τελέσουν νεκρώσιμη ακολουθία σε άτομο που αποφάσισε την καύση και όχι την ταφή του σώματός του, χαρακτηρίζοντας την πρακτική της αποτέφρωσης «αντιπαραδοσιακή και αντιχριστιανική».