Βγαίνω στη γειτονιά μου για ψώνια. Η γειτονιά μου μού αρέσει πολύ. Έχει ωραίους λαϊκούς ανθρώπους, οικογένειες, όχι πολλή κίνηση και κάμποσους καλλιτέχνες. Παιδιά παίζουν μπαλίτσα τα γλυκά απογεύματα. Παραπίσω έχει αλάνες για λογής εξερευνήσεις και ανακάλυψη περίεργων αντικειμένων. Περιτριγυρίζεται από μεγάλους οδικούς κόμβους. Κοντά και στην Αθήνα και στον Πειραιά. Και βεβαίως, διαθέτει όλα τα μαγαζιά που χρειάζεσαι.
Πάω στον Δημήτρη τον περιπτερά. Μικρός ήθελα να γίνω περιπτεράς. Να κάθομαι να διαβάζω εφημερίδες, περιοδικά και να τρώω σοκολάτες, τσίχλες και γκοφρέτες. Και να έχω μια ψηλή καρέκλα να χαζεύω τους περαστικούς. Ο Δημήτρης έχει ένα περίπτερο σούπερ. Διαθέτει τα πάντα, κάθε έντυπο που μπορείς να φανταστείς. Κάθε ζαχαρωτό που κυκλοφορεί στην αγορά, μια μεγάλη ποικιλία από μπύρες, μέχρι και μικρές ελληνικές μάρκες χωράνε στις ψυγειάρες του. Κρεμάει τις εφημερίδες σε σπάγγους που ανεμίζουνε στον τρελό βοριά. Ο Δημήτρης είναι εθνικιστής. Έβαλε και ένα πανό από πίσω, για να μη χτιστεί λέει τζαμί και έρχονται οι μουσουλμάνοι και μας χαλάνε τον ελληνισμό μας. Ο Δημήτρης θέλει το ελληνικό σύνταγμα να σταματούσε αν γινότανε στην Ομόνοια και να συνέχιζε από Αγίας Άννας και κάτω. Είναι λίγο πορωμένος αλλά από την άλλη δε δυσανασχετεί ποτέ. Ακόμα κι αν του ζητήσεις το πλέον κομμουνιστικό ή αναρχικό έντυπο. Και τα φέρνει όλα. Κι ας κρεμάει μπροστά μπροστά κάτι περίεργες εφημερίδες με τη συντέλεια της χώρας και τα βιβλία του γέροντα από το Αγιονόρος. Αυτός ο γέροντας τελικά, έγραψε περισσότερα βιβλία κι απ’ τον Ντοστογιέφσκι. Μυστήρια πράματα. Και είναι και ανοιχτός συνέχεια ο Δημητρός. Είναι φοβερός, παρόλη την κουσουρλίδικη ιδεολογία του. Παίρνω την εφημεριδούλα μου, «ευχαριστώ σύντροφε» του λέω για να τον πειράξω, «ρε άι στο διάλο από δω χάμω», μου απαντάει και φεύγω.
Περνάω απέναντι στον Μίλτο το χασάπη. Ο Μίλτος είναι νεοδημοκράτης. Παραδοσιακά δεξιός, με κρέατα απ' τη Μάνη. Τα παππούδια του όλο και κάποιον θα φάγανε εκείνα τα χρόνια, αλλά ο Μίλτος είναι κανονικός. Σέβεται κάθε πελάτη και έχει και ωραία κρέατα. Και σωστός, πάντα με την απόδειξή του, να σου συστήσει ποιο κρέας είναι φρέσκο. Έχει και κάτι εικόνες στη γωνία στο ταβάνι, με ένα καντήλι, είναι θρήσκος. Τσαντίζεται με τους ομοφυλόφιλους, αλλά άμα μπαίνει κανένας τους για ψώνια, πάντα με το χαμόγελο τους μιλάει. Τι να πεις, άβυσσος η Δεξιά του Κυρίου.
Μπαίνω στο φουρνάρικο του Αντώνη. Ο Αντώνης είναι πασόκος. Κοψοχέρης δηλαδή. Ή κατά τη σύγχρονη ορολογία: κεντροαριστερός. Δημοκράτης κι αυτός και αντρεϊκός. Τη δεκαετία του ογδόντα όποτε κέρδιζε το Πασόκ έφερνε αρνιά από το χωριό του στα Τρίκαλα, και τα έσφαζε για την ήττα της Δεξιάς που πέθαινε κάθε τρεις και λίγο, όπως λέγανε. Ο Αντώνης παραπονιέται που ανοίξανε άλλοι δυο φούρνοι κοντά και του κόψανε πελατεία. Τη μια μου λέει κάτι σοσιαλιστικά, την άλλη κάτι νεοφιλελεύθερα, ο Αντώνης ιδεολογικά είναι ό,τι νά 'ναι, όπως και το κόμμα του δηλαδή.
Περνάω από το βουλκανιζατέρ του Γιώργη και λέω μια καλημέρα. Ο Γιώργης είναι με το κόμμα του λαού από μικρός. Ο Γιώργης ονειρεύεται την ημέρα που ο λαός θα κοινωνικοποιήσει τις μπεμβέ και τα πορσικά του κάθε καπιτάλα. Και θα τα φέρνει στο μαγαζί του για να τους βάζει λάστιχα. Ο Γιώργης έχει και δυο βοηθούς, το Θανάση και το Γιάγκο. Προχτές τους έλεγε κάτι περίεργα: και τι θα τα κάνετε τα λεφτά ρε, σε μια κομμουνιστική κοινωνία όλα αυτά θα είναι χωρίς νόημα, εσείς που είστε νέοι πρέπει ν αγωνίζεστε για ένα σύστημα δικαιοσύνης και ανθρωπιάς, για να σταματήσει η εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο. -Ναι, αλλά την υπεραξία μας εσύ την τσεπώνεις, του είπε ο Γιάγκος, -Άντε ρε βλάκα, του απάντησε ο Γιώργης, κι εγώ σύντροφος δεν είμαι; άρα η υπεραξία και των τριών μας συσσωρεύεται και την κρατάω εγώ ως αρχαιότερος, καλώς το Νικόλα! -Πως πάει ρε μάγκες η επανάσταση;
-Κοντεύει ρε, νεροκουβαλητή του συστήματος (έτσι με αποκαλεί, όπως και προδότη και διάφορα άλλα, Τσιριμώκο, Κουίσλινγκ, πουλημένο, επειδή ο παππούς μου ήταν αντάρτης στον Ελάς κι εγώ δεν είμαι αριστερός πια, δε σας κρύβω ότι τα απολαμβάνω.)
Ο Κωστής που έχει το μανάβικο είναι Συριζαίος και αντισυστημικός. Είναι λίγο φωτιά λαύρα που λένε, στις τιμές, εκτός από τη μέρα που έχει λαϊκή, οπότε το ρίχνει στις προσφορές. Πως πάει Κωστή; τον ρωτάω,
– Άσε με μου λέει, κόψανε διακόσια ευρώ από τη σύνταξη της γυναίκας μου. (Η γυναίκα του είναι καμιά σαρανταπενταριά χρονώ, συνταξιούχα της Ολυμπιακής). Ε, τουλάχιστον από ζαρζαβατικά δε θα ξεμείνετε, του λέω, καθώς βάζω μηλαράκια Πηλίου στη χαρτοσακούλα.
Ο αγαπημένος μου είναι ο Πάνος, που έχει τη μικρή κάβα. Ο Πάνος είναι αναρχομαοϊκοαντιεξουσιαστοαπαλλοτριωτής. Τώρα τι ακριβώς πιστεύει δεν ξέρω, αλλά έχει ωραία λάδια, κρασιά, αποστάγματα, τα έχει δοκιμάσει όλα και ξέρει. Πίσω από τον κυρίως χώρο έχει ένα καμαράκι, σαν αποθήκη, με πόστερ του Τσε Γκεβάρα, του Βελουχιώτη, του Μάο, ρε Πάνο, του λέω, θα σε πιάσουνε για τρομοκρατία καμιά ώρα.
-Νικόλα, μου απαντά, λες πολλά, έχε χάρη που είσαι καλός πελάτης και έχεις αμάξι παλιό.
Δε ρωτάω τι εννοεί, «βάλε μου ένα λίτρο ρακί και ένα αγιωργίτικο ρε αγωνιστή της δημοκρατίας», του λέω.
-Νικόλα, η αστική δημοκρατία είναι η αυταπάτη του λαού, φτιαγμένη από τα αφεντικά.
-Ό,τι πεις αφεντικό, του λέω.
Ο Θανάσης που έχει το καθαριστήριο είναι Δημάρ. Ήσυχος και γηραλέος. Σε μια γωνιά έχει ένα σημαιάκι ΚΚΕ εσωτερικού. Κειμήλιο, μου εξηγεί, για να μην ξεχνάμε και νιώθω ότι θέλω να τον αγκαλιάσω.
Αλλά βγαίνω για μια στάση στο χαρτοπωλείο του Αντρέα. Ο Αντρέας ψηφίζει Καμμένο και συνεργάτες. Κάθε φορά έχει και κάτι νέο να μου πει: «Τα είδες με το μαλαισιανό αεροσκάφος; Έπεσε λέει στον Ινδικό, ρε τους απατεώνες, είδες πως το καλύψανε; Για να μην ξεσηκωθεί ο κόσμος. Με πύραυλο το ρίξανε οι Αμερικάνοι για να κατηγορηθούν οι Κινέζοι και να αποπροσανατολιστεί η κοινή γνώμη από τα γεγονότα στην Ουκρανία, καθότι ο Πούτιν τα έχει συμφωνήσει με τον Ομπάμια να ξαναμοιράσουνε τον κόσμο, ο ένας ελέγχοντας το διαδίκτυο και την τεχνολογία και ο άλλος την αγορά ενέργειας, αλλά ο Ερντογάν αντιστέκεται και θα τόνε φάνε να το δεις, αλλά μέχρι να γίνει αυτό ο Ερντογάν θα την πέσει πρώτα και σε μας, τώρα που είμαστε άφραγκοι και δεν έχουμε κηροζίνη ούτε για μισό εφ δεκάξι»- βγήκα έξω ζαλισμένος.
Αυτή είναι η γειτονιά μου μέσες-άκρες. Καθένας με την πετριά του. Τώρα αν εγώ ήθελα να κρίνω την επαγγελματική αξία του καθενός βάσει ιδεολογίας, θα έπρεπε να ψωνίζω από άλλο περίπτερο, ή να διανύω χιλιόμετρα για να κάνω αντίπραξη στο μανάβη που κλαίγεται όλη την ώρα, έλα όμως που είναι όλοι τους καλοί στη δουλειά τους.
Στην Ελλάδα είσαι τελικά ό,τι δηλώσεις; Μήπως πρέπει να είσαι ό,τι πράξεις και όπως συμπεριφερθείς; Και τελικά, το θέμα είναι να είναι αριστερός ή δεξιός ο φούρναρης όπως κι εμείς, ή το ψωμί του να τρώγεται; Άραγε ο αριστερός φούρναρης ψένει αλλιώτικα από τον δεξιό ή τον λεγόμενο απολιτίκ; Εγώ νομίζω όχι. Ψένει καλά άμα είναι καλός και κακά άμα είναι κακός επαγγελματίας.
Γιατί ξέρετε, η ιδεολογία δε σε κάνει αναγκαστικά καλύτερο άνθρωπο. Ούτε καλύτερο επαγγελματία. Η ιδεολογία είναι, πώς να το πω, κάτι σαν το σώβρακο. Φοράς αυτό που σε βολεύει καλύτερα και δε σε «κόβει» στα αχαμνά. Οπότε είναι μάλλον προσωπική απόφαση. Από κει και πέρα στην πιάτσα να δούμε τι ψάρια πιάνεις και πόσο ικανός είσαι ιδεολόγε μου.
Αυτά. Ευτυχείτε.