Protagon A περίοδος

Hellenic Graffiti

«Τι κάναν πάλι αυτοί;», ήταν η ερώτηση, χωρίς να υπάρχει αρκετό υλικό στο μυαλό τους για να υποστηρίξει αυτό το «πάλι»...

Αλκης Γαλδαδάς


Photo: kexarcho

Αντιπαθούμε, γινόμαστε επιθετικοί, φθάνουμε να μισούμε κιόλας, σπάνια συμπαθούμε. Ο λόγος για τις διάφορες ομάδες και ομαδούλες που κινούνται στα όρια της πόλης μας και κάθε τόσο παίρνουν ταμπέλα και αρνητικό προσδιορισμό μέσα στο δικό μας μυαλό πάντα. Χάρη στο σφυροκόπημα μιας ενημέρωσης λαχανιασμένης που σπάνια φθάνει σε βάθος και μας κάνει να νομίζουμε πως έχουμε κιόλας μια στέρεη άποψη γι’ αυτές ενώ μπορεί, τα χνώτα μας ούτε καν να πλησίασαν ποτέ, τα βήματά μας να μη διασταυρώνονται στους βρώμικους δρόμους. Έτσι γίνεται σε μια μεγάλη και τόσο σκληρή πόλη. Παιδιά που κάνουν σκέιτμπορντ, ζογκλέρ, άστεγοι, αυτοί που θέλουν να μας καθαρίσουν το τζάμι, άνθρωποι που τους βασανίζουν τα ναρκωτικά, γκραφιτάδες. Για τους τελευταίους αυτούς έφθασε την περασμένη εβδομάδα να γίνει ολόκληρη απεργία στον Ηλεκτρικό Σιδηρόδρομο και κάτι ηλικιωμένοι άνθρωποι στεκόταν απορημένοι μπροστά σε κατεβασμένα ρολά σταθμών.

«Τι κάναν πάλι αυτοί;», ήταν η ερώτηση, χωρίς να υπάρχει αρκετό υλικό στο μυαλό τους για να υποστηρίξει αυτό το «πάλι». Μερικά κανάλια ανέλαβαν να το συμπληρώσουν κλασικά, βιαστικά και ατημέλητα, ακριβώς όπως εμφανίζεται αυτός που πετάγεται από το κρεβάτι γιατί δεν χτύπησε το ξυπνητήρι έγκαιρα και πιάστηκε στον ύπνο από την ώρα.

Ναι, κάποιοι σταματούν τα τρένα του Ηλεκτρικού ρίχνοντας ξύλα και άλλα εμπόδια στις γραμμές, αναγκάζουν το συρμό να σταματήσει και μέχρι να αντιδράσει ο οδηγός, να έλθουν ενισχύσεις από την εταιρεία βάφουν ό,τι προλαβαίνουν από τα βαγόνια. Πιο συχνά πάλι μπαίνουν νύχτα στις γραμμές για να βάψουν τοίχους ή τρένα. Μερικές φορές που ένιωσαν στριμωγμένοι, αντί να το βάλουν στα πόδια χτύπησαν με το βαρύ σακίδιό τους το γεμάτο κουτιά με μπογιές το φύλακα, τραυματίζοντάς τον άσχημα, κάποτε χαράματα, ανεβάζοντας τους διακόπτες ανύποπτοι οι υπάλληλοι, προκαλούν ηλεκτροπληξία σε κάποιο παιδί που αφοσιωμένο στο βάψιμο ξέχασε να προφυλαχτεί από τους ρευματοφόρους αγωγούς.

Στην κοινότητα των «γκραφιτάδων» είναι γνωστό ποιοι χτύπησαν για άλλη μια φορά τον Ιανουάριο στο Φάληρο. Πρόκειται για μια γνωστή και σκληρή ομάδα που δηλώνει μεταξύ άλλων χούλιγκαν του Ολυμπιακού, ότι τους αρέσουν οι ληστείες και όποιος βρεθεί στο δρόμο τους το μετανιώνει. «Αυτούς που κοιτούσαμε κάποτε πώς να τους προφυλάξουμε από το κυνηγητό και τα τραβήγματα με την αστυνομία τώρα μεγάλωσαν και κάνουν τα δικά τους, δεν αφήνουν τους ανθρώπους να εργαστούν, δεν αφήνουν τους άλλους να πάνε στις δουλειές τους», μου λέει ένας αρκετά μεγάλος σε ηλικία με δική του επιχείρηση μάλιστα, που συνεχίζει για χρόνια να ζωγραφίζει σε τοίχους και πολύ όμορφα μάλιστα. Τον ακούω καθώς ήρεμα και χαμηλόφωνα συμβουλεύει ένα μικρό, είναι και δεν είναι στα δεκατρία του, που με το σακίδιο γεμάτο σχέδια, μαρκαδόρους, καπάκια και στόμια διαφόρων διαμέτρων, μπογιές, πολύ ακριβά όλα αυτά για τις πενιχρές του οικονομίες, έχει ήδη βγει για διάφορα βαψίματα χωρίς ακόμη να είναι ενταγμένος σε «crew», σε συγκεκριμένη ομάδα δηλαδή με όνομα και υπογραφή, αλλά που έχει προλάβει ήδη να γευτεί το «πέσιμο» από τους αστυνομικούς. Και είναι ένα μυστήριο αυτό, ρε παιδί μου, που το έχω ζήσει κι εγώ.

Πώς γίνεται όταν έχουμε καμιά ληστεία, καμιά συμπλοκή οπαδών, σπασίματα και καταστροφές να μη βλέπεις κανένα στον ορίζοντα. Όταν δυο πιτσιρίκια πάνε να βάψουν, με το φως της ημέρας, σε έναν τοίχο της Νέας Ιωνίας ας πούμε, εκεί που επιτρέπεται δηλαδή, δε λέμε να είχαν πάει έξω από το Μέγαρο Μαξίμου, ειδοποιημένοι από φοβικούς γείτονες ίσως που έχουν στο μυαλό τους το σχήμα: «βάφει; Άρα λερώνει και είναι και ύποπτος», εμφανίζονται τέσσερις(!) να ζητούν χαρτιά, ονόματα, αρχίζει κυνηγητό. Τυπικά δεν υπάρχει χώρος να μπορείς να «βάψεις» ανενόχλητος ακόμη και αν κάνεις αριστουργήματα. Μερικοί καταφεύγουν στην Πανεπιστημιούπολη λόγω του ασύλου, λίγοι δήμαρχοι, πιο ανοιχτόμυαλοι, δίνουν άδεια στον ίδιο τοίχο κάθε εβδομάδα να επιτρέπεται το βάψιμο οπότε τα έργα απαθανατίζονται μόνο στα κινητά των παιδιών και μετά δεν μένει άλλο από την… παρανομία.

Ο γκραφιτάς από την τρυφερή ηλικία των δώδεκα, δεκατριών αποκτά τη νοοτροπία του κυνηγημένου, του παραβατικού μπαίνει σε ομάδα, με ελάχιστα κορίτσια να ακολουθούν σε αυτή την περιπέτεια αν και μερικά «βάφουν» πολύ καλά, και αναγκαστικά συμμετέχει στις συλλογικές και αγορίστικες περιπέτειες, κλείνεται, σκληραίνει. Κάποιοι έχουν στήσει καρτέρι έξω από καταστήματα για ν’ αρπάξουν τις μόλις αγορασμένες μπογιές των πιτσιρικάδων και κάποιοι έχουν πλακωθεί στο ξύλο γιατί μια άλλη ομάδα «πάτησε» τα δικά της σχέδια εκεί που δεν έπρεπε ή που δεν επέτρεπαν οι κώδικες, αφού για παράδειγμα ποτέ δεν βάφεις επάνω στο σχέδιο κάποιου που δεν ζει πια.

Όποιος θέλει με πιστεύει, υπάρχουν ανάμεσα στους γκραφιτάδες αληθινοί καλλιτέχνες, Έληνες κιόλας, πάρτε και τα σχετικά βιβλία που υπάρχουν στα καταστήματα, οι περισσότεροι είναι πολύ προικισμένα και πολυσύνθετα άτομα, με ενδιαφέρουσες πολιτικές απόψεις, οι διαμαρτυρίες στον Η.Σ.Α.Π. δεν αφορούν αυτούς, αλλά σίγουρα χρειάζονται κάποιους χώρους που κανείς δεν στέργει να τους δώσει, ενώ και εδώ για άλλη μια φορά η Αστυνομία έχει παίξει το γνωστό αντιπαιδαγωγικό και αναποτελεσματικό ρόλο της.