Το ερώτημα διατυπώνεται και επαναδιατυπώνεται, εδώ και πολλούς μήνες, αλλά απάντηση δεν δίνει κανένας.
Εδώ κι έναν χρόνο, απολύονται περίπου χίλιοι εργαζόμενοι – την ημέρα – από τον ιδιωτικό τομέα. Χίλιοι την ημέρα! Γιατί, λοιπόν, ενώ δεν άνοιξε ρουθούνι γι' αυτούς, οι κυβερνήσεις δίνουν τον “υπέρ πάντων” αγώνα προκειμένου να μην απολύσουν ούτε έναν δημόσιο υπάλληλο – ούτε καν έναν επίορκο;
Για τους ιδιωτικούς υπαλλήλους, που εκλήθησαν σε ένα γραφείο για να ακούσουν το τελειωτικό “λυπούμεθα πολύ, αλλά…”, για όσους έμειναν επί μήνες απλήρωτοι ελπίζοντας μάταια ότι “κάτι θα γίνει στο τέλος”, για τους επαγγελματίες που πέρασαν νύχτες αγωνίας σφίγγοντας τα δόντια μέχρι να αποχαιρετήσουν τους κόπους και τα όνειρά τους, αλλά και για τους νέους ανέργους, που αισθάνονται σαν κατάδικοι στον τόπο τους, οι ίδιες κυβερνήσεις δεν έδειξαν ούτε τη μισή ευαισθησία.
Προσέξτε, όμως, πόση ευρηματικότητα διακρίνει υπουργούς και βουλευτές (με εξαιρέσεις μετρημένες στα δάχτυλα) όλων των κομμάτων, όταν μιλούν για τους δημοσίους υπαλλήλους. Χίλιες απολύσεις στον ιδιωτικό τομέα – χίλιες δικαιολογίες για να δικαιολογήσουν το γεγονός ότι δεν διώχνουν ούτε τους επίορκους – τα λαμόγια, δηλαδή – από τις θέσεις όπου οι ίδιοι τους διόρισαν:
- δεν μπορούμε να τους απολύσουμε, γιατί δεν λειτουργούν τα πειθαρχικά συμβούλια, που δεν έχουν συσταθεί ακόμη και σε όσες περιπτώσεις έχουν συσταθεί, δεν έχουν συγκροτηθεί σε σώμα
- δεν μπορούμε να απολύσουμε τους επίορκους, γιατί είναι πολύ χρονοβόρες οι διαδικασίες
- δεν μπορούμε να απολύσουμε τους επίορκους, γιατί υπάρχουν 48 διατάξεις, νόμοι και υποπαράγραφοι με άλλες τόσες υποσημειώσεις, που μας υποχρεώνουν να περιμένουμε μέχρι να τελεσιδικίσει κάθε περίπτωση ξεχωριστά. Πότε; Δεν ξέρουμε…
- εκτός από τους επίορκους, που δεν μπορούμε να τους απολύσουμε για τους παραπάνω λόγους, δεν μπορούμε να απολύσουμε έτσι κι αλλιώς κανέναν άλλο, γιατί δεν έχει γίνει αξιολόγηση, ώστε να δούμε ποιοι πραγματικά περισσεύουν ή κοροϊδεύουν ή είναι ανεπαρκείς. Αυτό είναι από τα κορυφαία που έχω ακούσει… Γιατί έτσι που το τοποθετούν, είναι σα να μας λένε, ότι πρέπει να γίνονται εξετάσεις και κατά την έξοδο από το Δημόσιο. Ενδεχομένως, να τις αναλάβει και αυτές το ΑΣΕΠ, ώστε να είναι αδιάβλητες οι απολύσεις!
- δεν μπορούμε να απολύσουμε, ούτε καν εκείνους που προέρχονται από υπηρεσίες ανύπαρκτες πια, όπως η Ολυμπιακή, που έκλεισε αλλά οι περισσότεροι άλλοτε υπάλληλοί της περιφέρονται χωρίς γραφεία, χωρίς καρέκλες και χωρίς καθήκοντα, σε άγνωστες υπηρεσίες, αλλά θα εισπράττουν κανονικά μισθό μέχρι να βγουν στη σύνταξη (πάλι καλά που δεν προβλέπεται και πτητικό επίδομα – ή, μήπως, προβλέπεται;)
Δεν είναι δύσκολο να εξηγήσει κανείς την όψιμη ευαισθησία εκείνων που (δήθεν) κόπτονται για το καλό των δημοσίων υπαλλήλων. Το πρόβλημά τους είναι απλό: όταν απολύεται ένας εργαζόμενος στον ιδιωτικό τομέα, τον απολύει το αφεντικό του. Οι πολιτικοί βγαίνουν και εκφράζουν τη λύπη τους. Δηλώνουν σοκαρισμένοι γιατί η ανεργία σπάει όλα τα ρεκόρ, αλλά στο τέλος κρύβονται και μεταθέτουν το βάρος της ευθύνης σε κάποια ανώνυμη “κυβέρνηση” ή “σε όσους προκάλεσαν την κρίση” ή στη Μέρκελ και στον Σόιμπλε ή στο κακό μας το ριζικό.
Όταν, όμως, πρόκειται για δημοσίους υπαλλήλους, που οι ίδιοι διόρισαν – και δεν υπάρχει η παραμικρή αμφιβολία ότι όλοι έχουν βάλει το χεράκι τους, έκαστος για να χωρέσει στο Δημόσιο τους δικούς του – κωλύονται να απολύσουν. Γιατί τότε “απολύει η κυβέρνηση” ή “απολύει το κόμμα”, εάν συμφωνήσει να εκπαραθυρωθεί έστω κι ένας επίορκος. Και είναι πολύ ευκολότερο να απολύει οποιοσδήποτε άλλος, εκτός από εσένα. Ρωτήστε ένα τυχαίο διευθυντικό στέλεχος του ιδιωτικού τομέα, που έχει βρεθεί σε ανάλογη θέση.
Μόνο που πολιτική σημαίνει ευθύνη. Όποιος θέλει να παριστάνει τον πολιτικό, αναλαμβάνει την ευθύνη οικειοθελώς και δεν μπορεί να κρυφτεί από αυτήν. Αν τη σηκώνει το στομάχι του και η συνείδησή του, έχει καλώς. Αν όχι, τότε – όπως λέει κι ένας καλός συνάδελφός μου – καλύτερα να ξεχάσει την πολιτική και να πάει για φιλολογικές συζητήσεις στον Παρνασσό. Το παραμύθι της “κινητικότητας στο Δημόσιο”, που πιπιλάνε υπουργοί, νομίζοντας ότι ξεγελούν τους τροϊκανούς και τους δημοσίους υπαλλήλους, δεν το πιστεύει, πλέον, κανένας. Η τρόικα δεν θα το χάψει και δεν θα αρκεστεί σε ομιχλώδη σχέδια, χωρίς ημερομηνίες και αριθμούς. Και πολύ φοβάμαι ότι, αν συνεχίσουν να κοροϊδεύουν πετώντας την μπάλα στην εξέδρα οι αρμόδιοι υπουργοί, λίαν συντόμως η τρόικα θα κόψει τη συζήτηση για το Δημόσιο και θα ανοίξει τη συζήτηση για νέα μέτρα. Και τότε, ξέρουμε πολύ καλά ποιος θα πληρώσει τα σπασμένα για τη θλιβερή παράσταση με την ακινησία της κινητικότητας…