Protagon A περίοδος

Έξι σκέψεις εκτός Σχεδίου Ανάπτυξης

Όσο σωστά -επαναλαμβάνω κουραστικά- κι αν είναι πολλά από τα προανεγγελθέντα, έχουν προαναγγελθεί τόσες άλλες, προηγούμενες φορές, που μοιάζουν παλιά ήδη.

Χρήστος Μιχαηλίδης

Έχω κουραστεί να ζω σε μια χώρα συνεχών προαναγγελιών.

Πρώτον, διότι είναι πολλές. Ατέλειωτες, όπως τις άκουγα κατά την ομιλία του πρωθυπουργού για το Νέο Σχέδιο Ανάπτυξης, προσπαθώντας να τις συγκρατήσω και κάπως να τις εμπεδώσω.

Δεύτερον, διότι είναι Σχέδιο. Και όλα τα Σχέδια είναι όμορφα, μόνο που σπάνια στη χώρα μου συναντώνται με την πραγματικότητα. Πόσες φορές δεν τα 'χω δει να καίγονται, και να στενοχωριέμαι…

Τρίτον, διότι οι προαναγγελίες αυτές είναι πάντα πομπώδεις. Εκφωνούνται με ύφος. Ανακοινώνονται με στόμφο. Από τη ζωή δεν ξέρω να βγήκε κάτι καλό από τέτοια ταρατατζούμ. Είναι σαν να βλέπεις pre-match game σε αθλητικό κανάλι αλλά χωρίς το ματς.

Τέταρτον, λέγονται με υποβόσκουσα αλλά εύκολα αντιληπτή κακία για όσους θεωρείς ότι σε αντιπαλεύουν, ή έστω που πράγματι σε αντιπαλεύουν. Διακρίνω σε αυτήν, την ίδια δόση κακίας με την οποία ένα παιδί θα πει στο άλλο που δεν χωνεύει, «εγώ όταν μεγαλώσω θα έχω δικό μου αεροπλάνο», αλλά ποτέ δεν θα αποκτήσει. Το μικρό παιδί δεν το ξέρει αυτό. Το μεγάλο, το ξέρει καλά.

Πέμπτον, προαναγγέλλονται πάντα όταν έχουν ανάγκη και συμφέρον να σου τα πούνε. Συνήθως πριν από εκλογές. Και με ένα σκηνικό (τηλεόραση, ντεκόρ, καλεσμένοι, χειροκροτήματα, δελτία Τύπου και ανακοινώσεις μετά) που σου φωνάζει ότι εδώ πέφτει δούλεμα χοντρό, φίλε. Ακόμα κι αν τα προαναγγελθέντα είναι σωστά και έχουν νόημα. Πειστικότητα, όμως, δεν έχουν. Διότι έτσι όπως σερβίρονται, από αυτούς που σερβίρονται, ξέρεις ότι στερούνται ουσίας, έχουν μικρό βάθος, πολύ μεγάλη επιφάνεια. Περισσεύει η επικοινωνιακή γαρνιτούρα. Αχρείαστη πια. Άγευστη πάντα. Και τόσο, μα τόσο αποκρουστική.

Έκτον, όσο σωστά -επαναλαμβάνω κουραστικά- κι αν είναι πολλά από τα προανεγγελθέντα, έχουν προαναγγελθεί τόσες άλλες, προηγούμενες φορές, που μοιάζουν παλιά ήδη. Σου δίδεται έτσι η υπόσχεση μιας «νέας» ή μιας «άλλης» Ελλάδας, φτιαγμένης όμως από γνώριμα και πεπαλαιωμένα υλικά. Φθαρμένα, απαξιωμένα, μου προκαλούν και απέχθεια με τα χρόνια. Ούτε να τ’ αγγίξω θέλω. Και πώς να χαρακτηρίσω, άραγε, εκείνην την «πρόσθετη πηγή ανάπτυξης» που ανέφερε ο πρωθυπουργός για την πώληση επισήμως πιστοποιημένων αρχαίων μας αγαλματιδίων «ακόμα και μέσω του Ιντερνέτ» (τρελαίνομαι, παρεμπιπτόντως, όταν ακούω τον τόνο στην λήγουσα εδώ!); Πώς να πάρει μπρος το αισιόδοξο κομμάτι του εαυτού μου που έχει βαλτώσει στην απογοήτευση, και που τόσο όμως λαχταρά να βιώσει την ανάπτυξη, όχι με την αίσθηση της ακοής πια, αλλά επιτέλους με εκείνην της όρασης;