Στα 40 είσαι ήδη μεσήλικας. Η μέση ηλικία ξεκινά στα 35 και διαρκεί περίπου έως τα 60, καθώς είναι το στάδιο του βίου που συνδέει τη νεότητα με το γήρας. Σύμφωνα με αρκετούς επιστήμονες πρόκειται για μία κοινωνικά κατασκευασμένη περίοδο που δεν ορίζεται μόνο από χρονολογικά όρια, αλλά κι από ψυχικά και πολιτισμικά γεγονότα, χαρακτηριστικά αυτής της περιόδου της ζωής.
Η μέση ηλικία είναι ιδιαίτερα παρεξηγημένη, αφού σε αυτή προβάλλουμε πληθώρα αρνητικών χαρακτηριστικών που αφορούν την εμφάνιση και τη συμπεριφορά των μεσήλικων. Οι περισσότεροι λανθασμένα θεωρούμε ότι η μέση ηλικία είναι μια σύντομη περίοδος πριν τα γηρατειά. Πιστεύουμε ότι μεσήλικας σημαίνει βολεμένος σ’ έναν ασφαλή τρόπο ζωής, αμετακίνητος στις απόψεις του, αδιάφορος για καινούριες εμπειρίες, βαρετός και προβλέψιμος. Επιπλέον, θεωρείται ότι οι μεσήλικες και των δύο φύλων δεν είναι ελκυστικοί ερωτικοί παρτενέρ, κι έτσι εσφαλμένα συνάγεται ότι και οι ίδιοι έχουν πάψει να ενδιαφέρονται για το σεξ.
Στην πραγματικότητα πρόκειται για το διάστημα του βίου με τη μεγαλύτερη διάρκεια, όπου ένα άτομο μπορεί να βιώσει πολλές μεταβολές στον τρόπο ζωής του και στους κοινωνικούς ρόλους που αναλαμβάνει. Μπορεί για παράδειγμα να παντρευτεί και να γίνει γονιός, ν’ αλλάξει καριέρα, να πάρει διαζύγιο, να ξαναπαντρευτεί, να δει το παιδί του να φεύγει από το σπίτι, να φροντίσει έναν άρρωστο γονιό ή σύζυγο, να επιστρέψει στην αγορά εργασίας ή σε κάποια μορφής εκπαίδευση.
Πρόκειται για μία ιδιαίτερα δημιουργική περίοδο, όπου οι περισσότεροι άνθρωποι καταξιώνονται επαγγελματικά, κάνουν οικογένεια, βιώνουν σημαντικές εμπειρίες, κι έχουν την ευκαιρία να επηρεάσουν καθοριστικά το κοινωνικό, οικονομικό και πολιτικό γίγνεσθαι–εν ολίγοις, οι μεσήλικες είναι αυτοί που διαχειρίζονται την κοινωνία.
Όσον αφορά το σεξ, πρόσφατες έρευνες δείχνουν ότι οι γυναίκες μέσης ηλικίας απολαμβάνουν τις σεξουαλικές επαφές περισσότερο από τις νεότερες και ό,τι μετά τα πενήντα, η εμμηνόπαυση λειτουργεί απελευθερωτικά, αφού δεν υπάρχει πλέον ο κίνδυνος μιας ανεπιθύμητης εγκυμοσύνης.
Οι προκαταλήψεις για τη μέση ηλικία αποτελούν χωρίς αμφιβολία μία μορφή κοινωνικού ρατσισμού που στηρίζεται στο πλασματικό δίπολο νέος-γέρος, δηλαδή στην πεποίθηση ότι είμαστε είτε νέοι, είτε γέροι, δίχως να μεσολαβούν ενδιάμεσα στάδια. Ένας από τους λόγους που διαιωνίζονται οι προκαταλήψεις αυτές, είναι ότι η συστηματική μελέτη της μέσης ηλικίας αποτελεί ακόμη την εξαίρεση, εν αντιθέσει με την πληθώρα των ερευνών για την παιδική και τη γεροντική ηλικία.
Η διαφήμιση, η πλαστική χειρουργική, η φαρμακολογία, κι η βιομηχανία του θεάματος, εκμεταλλευόμενες την αγωνία του σύγχρονου ανθρώπου, δίνουν συχνά την εντύπωση ότι μπορούμε να αναβάλουμε τη γήρανση επ’ αόριστον. Η τεχνική επεξεργασία των φωτογραφιών, το μακιγιάζ, οι πλαστικές επεμβάσεις προβάλλουν το ιδεώδες της αιώνιας νεότητας και την ψευδαίσθηση ότι το ίδιο το άτομο ελέγχει σε μεγάλο βαθμό τη διαδικασία της γήρανσης. Τα όρια ανάμεσα στα στάδια του βίου συγχέονται και όλα τείνουν προς την ομοιοποίηση των γενεών που αποσκοπεί στην άρνηση της ηλικιακής διαφορετικότητας.
Μπορεί η βιολογική ωρίμανση μετά από κάποιο ηλιακό όριο να είναι μόνο εκφυλιστική, η ψυχική ωρίμανση όμως έχει πλήθος θετικών γνωρισμάτων–όπως τη βελτίωση της κριτικής μας ικανότητας, την πρακτική σοφία, τη δυνατότητα να προσεγγίζουμε ένα ζήτημα από διαφορετικές σκοπιές και να λαμβάνουμε λειτουργικές αποφάσεις–και μπορεί να είναι αναπτυξιακή.
Άλλωστε, σε έρευνες που έχω κάνει την τελευταία πενταετία με γυναίκες από διαφορετικές κουλτούρες και χώρες διαπιστώνεται ότι η αίσθηση πληρότητας που χαρακτηρίζει την ουσιαστική ικανοποίηση που αντλούμε απ’ τη ζωή, σε αντίθεση με την παροδική ευχαρίστηση, ξεκινά μετά τα 45.* Είναι ωραίο να είσαι μεσήλικας.
*Eva Stamou, Ageing and Female Identity in Midlife. London: Scholar’s Press, 2013.