Κάτι συμβαίνει στους κύκλους της ελληνικής αστυνομίας. Τη Δευτέρα με αφορμή την επέτειο της δολοφονίας του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου, πραγματοποιήθηκαν πορείες μαθητών με αποκορύφωμα το συλλαλητήριο των φοιτητικών συλλογών το απόγευμα. Το ραντεβού ήταν στις 4 και ήδη μία ώρα πριν, είχαν μαζευτεί περισσότερα από 3.000 άτομα.
Πριν καν ξεκινήσει η πορεία, είχαν αρχίσει οι συγκρούσεις αναρχικών με την αστυνομία. Όταν η πορεία έφτασε στη πλατεία Συντάγματος, επικράτησε το χάος. Αντιεξουσιαστές επιτέθηκαν στις δυνάμεις της αστυνομίας που βρίσκονταν στο προαύλιο της Βουλής με βόμβες μολότοφ και οι αστυνομικοί απάντησαν με δακρυγόνα και μεμονωμένες επιθέσεις στους διαμαρτυρόμενους. Μέχρι στιγμής «όλα καλά».
Οι φοιτητές προχώρησαν προς τη Πανεπιστημίου περιφρουρώντας τα μπλοκ τους. Αριστερά και δεξιά των μπλοκ διεξαγόταν ένας μικρός πόλεμος, με τους αντιεξουσιαστές να επιτίθενται με πέτρες και άλλα αντικείμενα στα ΜΑΤ και εκείνα να απαντούν με βόμβες κρότου λάμψης, δακρυγόνα αλλά και πέτρες που τις έριχναν όχι στους αναρχικούς, (που όλοι ξέρουν, και ειδικά τα ΜΑΤ, ότι διεξάγουν πόλεμο “hit and run”) αλλά στα φοιτητικά μπλοκ. Ξαφνικά, κάτι συνέβη.
« Ήμασταν λίγο πριν από τα Προπύλαια όταν είδαμε μερικούς αναρχικούς να επιτίθενται στην αστυνομία εκατό μέτρα πιο μπροστά από εμάς», μας λέει η Λίνα Ζηργάνου, δευτεροετής φοιτήτρια στο Πολιτικό της Νομικής. «Μέσα σε μερικά δευτερόλεπτα διμοιρίες των ΜΑΤ στα αριστερά της Πανεπιστημίου, βρίζοντας, έκαναν έφοδο χωρίς λόγο με μανία στο μπλοκ των φοιτητών, χτυπώντας, κυριολεκτικά, όποιον έβρισκαν μπροστά τους. Ταυτόχρονα μας επιτέθηκαν και όλες οι διμοιρίες που βρίσκονταν στην άλλη πλευρά του δρόμου, με αποτέλεσμα να σχηματίσουν ένα κύκλο που στη μέση βρισκόμασταν εμείς. Οι διμοιρίες είχαν στριμώξει τον κόσμο στα κάγκελα και χτυπούσαν ανελέητα όποιον μπορούσαν. Είχαμε πέσει κάτω, τους παρακαλούσαμε να σταματήσουν και εκείνοι μας χτύπαγαν και φώναζαν “ τώρα ποιος είναι ο μάγκας» και κάτι τέτοια. Πολλές κοπέλες (το μπλοκ ήταν της φιλοσοφικής) έκλαιγαν και φώναζαν ενώ βλέπαμε τους διπλανούς μας σωριασμένους να κρατάνε το κεφάλι τους καθώς έτρεχε αίμα. Ήμασταν περισσότερα από εβδομήντα άτομα».
Αυτά δεν τα ξέρει ο κόσμος. Η Λίνα πιστεύει ότι «δόθηκε διαταγή να επιτεθούν στο πλήθος» αφού τα ΜΑΤ χτύπησαν την ίδια στιγμή σχεδόν όλα τα μπλοκ της πορείας. Άλλωστε, όπως μας λέει και η ίδια, «χτυπούσαν στοχευμένα στο κεφάλι και προφανώς γνώριζαν ότι δεν χτυπούσαν αντιεξουσιαστές αλλά φοιτητές. Έβλεπαν κοπελίτσες να είναι στο έδαφος και να κλαίνε και εκείνοι συνέχιζαν να βαράνε». Τα γεγονότα αυτά, με εξαίρεση μερικά μπλογκ και sites στο ιντερνετ, δεν έγιναν γνωστά. Η συνέχεια έχει ακόμα περισσότερο ενδιαφέρον. Μας μιλάει η Μυρτώ Χ., που δεν θέλει να αποκαλύψει το όνομα της για ευνόητους λόγους:
«Όταν μας επιτέθηκαν οι αστυνομικοί στα Προπύλαια, φοβηθήκαμε και τρέξαμε προς τη Σόλωνος όπου μπήκαμε σε μία πολυκατοικία. Μία διμοιρία που περνούσε απέξω, είδε ότι μπήκαμε μέσα και δεν μας έκανε τίποτα. Μετά από λίγο ένας από εμάς βγήκε έξω να δει τι γίνεται».
Η συνέχεια είναι ανατριχιαστική: « ένας ΜΑΤατζής τον είδε να βγαίνει από τη πολυκατοικία και άρχισε να τον κυνηγάει. Ο φίλος μας μπήκε γρήγορα μέσα αλλά δεν πρόλαβε να κλείσει τη πόρτα γιατί ο ΜΑΤατζής έβαλε το πόδι του και έσπασε με μανία την είσοδο. Μπήκε μέσα και άρχιζε να βαράει τα παιδιά. Ήρθαν και άλλα ΜΑΤ και τους βαράγανε. Εγώ και άλλα δύο κορίτσια είχαμε ανεβεί στο πρώτο όροφο και ακούγαμε τους φίλους μας να φωνάζουν από το πόνο καθώς τους χτυπούσαν».
Οι αστυνομικοί πήραν τα παιδιά και τα μετέφεραν στη κλούβα των ΜΑΤ όπου συνέχισαν να τα δέρνουν. Η Μυρτώ μας πληροφορεί ότι έχουν μώλωπες και χτυπήματα στο κεφάλι που αποδεικνύει τα λεγόμενα της. Τα παιδιά αυτά, η αστυνομία τα συνέλαβε για «ρίψη πετρών» και βάσει του νόμου με τη κουκούλα, τους «πάνε μέσα για κακούργημα». «Όλα αυτά είναι ψέμματα», λέει η Μυρτώ.
Κάποιοι θα πουν ότι «ήταν η μέρα τέτοια» και ότι «η αστυνομία ξέφυγε μία φορά αλλά αυτό δεν λέει τίποτα». Υπάρχει, όμως, και συνέχεια.
Το επόμενο πρωί πολιτικές οργανώσεις και φίλοι των παιδιών πήγαν να συμπαρασταθούν στους κατηγορούμενους στην Ευελπίδων. Ο Γιώργος Καρατέγος, μέλος της Νεολαίας ΣΥΝ, μας μίλησε: « Είχαμε μαζευτεί στα σκαλιά έξω από το κτήριο όταν ξαφνικά μία διμοιρία μας είπε να κατέβουμε κάτω, ενώ είχαμε το δικαίωμα να βρισκόμαστε εκεί. Άρχισαν να μας σπρώχνουν και εμείς κατεβήκαμε. Ενώ έσπρωχναν, όμως, από τη μία στιγμή την άλλη έβγαλαν τα κλομπ και άρχισαν να βαράνε, να βρίζουν χυδαία και να μας ποδοπατάνε».
Ο Γιώργος αναφέρει ότι κάποια στιγμή «όταν είχαν πέσει κάτω», ο γραμματέας τη Νεολαίας, Νάσος Ηλιόπουλος, έφαγε μία «κλομπιά» στο κεφάλι και έπεσε κάτω λιπόθυμος. «Ο κόσμος άρχισε να φωνάζει ότι ο άνθρωπος είναι λιπόθυμος και τους παρακαλούσαμε να σταματήσουν να τον χτυπάνε γιατί λιποθύμησε. Εκείνοι συνέχιζαν».
Η αστυνομική αυθαιρεσία δεν σταματά εδώ. « Μία κοπέλα πήγε πάνω από το Νάσο για να τον καλύψει και τα ΜΑΤ άρχιζαν να τη τραβάνε από το μαλλί και να την δέρνουν με το γκλομπ. Ένας αστυνομικός άρχισε να σπρώχνει το Νάσο που είχε σωριαστεί και του φώναζε “ να πάρει το μπούλο και να σηκωθεί να φύγει”». Λέω στο Γιώργο ότι νόμιζα πως το παιδί ήταν λιπόθυμο και μου απαντά πως «ναι, ήταν».
Και η Λίνα και ο Γιώργος συμφωνούν ότι αυτά που έζησαν αυτές τις μέρες από πλευράς αστυνομίας, δεν τα είχαν ζήσει ούτε το Δεκέμβρη του ’08. Η αστυνομία μοιάζει να λειτουργεί «ανεξέλεγκτα» και αυτό που αναρωτιούνται όλοι είναι εάν η στάση της είναι τέτοια λόγω διαταγών ή εάν κάποιος τους έχει αφήσει ελεύθερους να χτυπάνε ωμά και αδιακρίτως.
Όλες οι επιθέσεις των ΜΑΤ που αναφέραμε δεν έγιναν σε αναρχικούς που επιτέθηκαν στην αστυνομία αλλά σε ειρηνικούς διαδηλωτές. Απολογισμός: περισσότερα από είκοσι άτομα έχουν οδηγηθεί στο νοσοκομείο. Ο Νάσος έχει υποστεί κάκωση κεφαλής με μερική απώλεια μνήμης.
Ένας νεκρός μαθητής του Δεκέμβρη του ’08 ήταν η αφορμή για μία κοινωνική έκρηξη. Ειλικρινά, αναρωτιέμαι τί θα συμβεί στην Αθήνα του ΔΝΤ, εάν η αστυνομία χτυπήσει κάποιον «περισσότερο απ’ όσο πρέπει». Εάν υπάρξει, δηλαδή, νεκρός.