Εσώκλειστη από τα τέσσερα της χρόνια σε σχολείο από το οποίο προσπάθησε να το σκάσει δύο φορές, η Μπερναντίν γνώρισε τον Φρόιντ, εγγονό του ψυχαναλυτή, στο Σόχο του Λονδίνου όταν αυτή ήταν 15-16 ετών και ο ζωγράφος περίπου 35 και με φήμη απίστευτου γυναικά.
«Αναμφίβολα ήταν ο έρωτας της ζωής της», θυμάται σήμερα η Μπέλα Φρόιντ, κόρη του Λούσιαν και της Μπερναντίν και επιτυχημένη σχεδιάστρια μόδας. Η ίδια θυμάται σήμερα ότι για την μητέρα της η εποχή του πορτρέτου ήταν μία από τις ευτυχισμένες και ότι, αν και δεν μιλούσε για τον πίνακα, ήταν πολύ περήφανη για αυτόν. Λίγο καιρό μετά ο Φρόιντ απαθανάτισε την κόρη του, σαν το «Μωρό στον πράσινο καναπέ».
Χώρισαν, ωστόσο, πολύ γρήγορα και η Κόβερλεϊ πήρε τις δύο κόρες της, την Μπέλα και την Εστερ, και –αν και αυτό ήταν κάτι που δεν ενέκρινε ο Φρόιντ- έζησαν στο Μαρόκο, έναν αρκετά δημοφιλή προορισμό για τους χίπηδες τη δεκαετία του 1960. Η ζωή τους εκεί έχει αποδοθεί σε ταινία, το «Hideous Kinky» , με πρωταγωνίστρια την Κέιτ Γουίνσλετ.
Ωστόσο, ο Φρόιντ και η Κόβερλεϊ έμειναν φίλοι ως το τέλος της ζωής τους αν και ο ιδιοσυγκρασιακός ζωγράφος δεν συνήθισε να κρατά επαφή με τις ερωμένες ή τις συντρόφους του. Η Κόβερλεϊ τον έβρισκε πολύ διασκεδαστικό και ενδιαφέροντα άνθρωπο, θυμάται η Μπέλα. Σε μια δραματική σύμπτωση πέθαναν σχεδόν μαζί το 2011: η Κόβερλεϊ πέθανε από καρκίνο τέσσερις ημέρες μετά τον ζωγράφο.
Ο πίνακας είναι του 1960-1961 και, μετά τη δημιουργία του, δωρίστηκε από τον Φρόιντ σε γκαλερί, από την οποία τον αγόρασε ιδιώτης. Σήμερα δημοπρατείται μέσω του οίκου. Εκτιμάται ότι θα του αποφέρει 9-13 εκατομμύρια ευρώ (7-10 εκατ. λίρες), ως ένα πορτρέτο που «συγκινεί, είναι τρυφερό και με συναισθηματικό βάθος όσο κανένα άλλο του Φρόιντ, ένα καθοριστικής σημασίας έργο του ζωγράφου».