Ο Νικολάς Μαδούρο επανεξελέγη πρόεδρος της Βενεζουέλας για άλλα έξι χρόνια την Κυριακή, καθώς συγκέντρωσε ποσοστό που πλησίασε το 70% των ψήφων, με σχεδόν το σύνολο των ψηφοδελτίων να έχει καταμετρηθεί.
Ο σοσιαλιστής πρόεδρος και διάδοχος του Ούγκο Τσάβες εξασφάλισε το 67,7% των ψήφων, έναντι 21,2% του σημαντικότερου αντιπάλου του Χένρι Φαλκόν, ανακοίνωσε η πρόεδρος του Εθνικού Εκλογικού Συμβουλίου.
Συγκεκριμένα, ο Μαδούρο συγκέντρωσε 5.823.718 ψήφους και ο Φαλκόν 1.820.552, με βάση τα ως τώρα καταμετρημένα εκλογικά κέντρα.
Σύμφωνα με την εκλογική επιτροπή, η συμμετοχή ανήλθε στο 46,01%, αισθητά μειωμένη από το 80% των προηγούμενων εκλογών.
Η αντιπολίτευση, που επίσημα είχε μποϊκοτάρει τις εκλογές, υποστήριξε ότι το ποσοστό αυτό είναι πλασματικό και ότι η πραγματική συμμετοχή κυμάνθηκε περί το 30%.
Σε δηλώσεις του ο Φαλκόν κατήγγειλε τον τρόπο που διεξήχθησαν οι προεδρικές εκλογές, τονίζοντας: «δεν αναγνωρίζουμε αυτή την εκλογική διαδικασία και τη χαρακτηρίζουμε παράνομη».
Ο ίδιος είπε ότι η προεκλογική του εκστρατεία έλαβε 142.000 καταγγελίες για παραβιάσεις του εκλογικού νόμου στη διαδικασία, ενώ κατηγόρησε την κυβέρνηση ότι παραβίασε το Σύνταγμα τοποθετώντας πάγκους με υποστηρικτές και υλικό του κυβερνώντος κόμματος σε 13.000 σημεία κοντά σε εκλογικά κέντρα σε όλη τη χώρα.
Ο ευαγγελικός πάστορας Χαβιέρ Μπερτούτσι, που επίσης ήταν υποψήφιος στις εκλογές, επίσης κατήγγειλε παρατυπίες και κάλεσε να διεξαχθεί εκ νέου η ψηφοφορία.
Πολλοί άλλοι πολιτικοί της αντιπολίτευσης, όπως και οι ΗΠΑ, καταδίκασαν τη διαδικασία της Κυριακής κάνοντας λόγο για «φάρσα» που οργανώθηκε για να δικαιολογηθεί η «στέψη» του επικεφαλής μιας «δικτατορίας», διαμηνύοντας πως δεν θα αναγνώριζαν το αποτέλεσμα των εκλογών.
Απτόητος από όλα αυτά, ο Μαδούρο έσπευσε να τονίσει σε υποστηρικτές του που τον επευφημούσαν μπροστά στο προεδρικό μέγαρο Μιραφλόρες, στο κέντρο του Καράκας ότι «τον υποτίμησαν» οι αντίπαλοί του.
Η Βενεζουέλα διανύει την πέμπτη χρονιά μιας πολύ μεγάλης ύφεσης, είναι αντιμέτωπη με αμερικανικές κυρώσεις. Παράλληλα, βλέπει την παραγωγή πετρελαίου να πέφτει, τα επίπεδα του υποσιτισμού να ανεβαίνουν, δοκιμάζεται από τον υπερπληθωρισμό και βιώνει μαζική φυγή των πολιτών της που μεταναστεύουν σε άλλα κράτη.